Print

ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΜΕ ΠΟΔΗΛΑΤΟ. ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Written by OnlyTheater. Category: REWIND

Μια βόλτα με ποδήλατο. Του Δημήτρη Πετρόπουλου   

 

Καλοκαίρι του ΄68. Σαράντα πέντε χρόνια πριν. Σχολικές διακοπές. Ηγουμενίτσα. Η πληροφορία έκανε τη γύρα μέσα σε μερικά λεπτά. Στο λιμάνι γυρίζουν ταινία ! Τι ταινία ; Σινεμά ρε ! Ποιός ; Τι ποιος, η Βουγιουκλάκη ! Κι ο Παπαμιχαήλ. Και άλλοι. Μ΄αυτή τη σειρά τα ονόματα. 
   Ούτε ο Σπύρος Λούης θα έτρεχε γρηγορότερα! Χάνονται αυτά ; Πλάκα μου κάνεις ; Κάθε πότε βλέπαμε εμείς, τα επαρχιωτάκια, κινηματογραφικά συνεργεία ; Ούτε που ξέραμε καλά-καλά τι είναι . Μην κοιτάς που ειδικά στον τόπο μου, στην Άρτα, είχαμε όσο να’ ναι… παρελθόν ! ΄΄Με τη λάμψη στα μάτια΄΄, 1966. Στο κάστρο. Φέρτης, Καλογεροπούλου. Σκηνοθέτης ο Πάνος Γλυκοφρύδης. Που να το φανταζόμουνα, παιδάκι τότε, ότι κάποτε θα συνεργαζόμαστε. Τριάντα χρόνια αργότερα. Στα ΄΄Χρώματα της αγάπης΄΄.  Δεν το’ χω δει ακόμα ! Ούτε στην επανάληψη το πέτυχα. Καλό ήταν, είπαν.
     Είχαν γυριστεί στα μέρη μας κι άλλες ταινίες. Στον Αμβρακικό. Τολμηρές για την εποχή. Με γυμνό. Απαγορευμένο σύμπαν για μας την πιτσιρικαρία. Όπως το ΄΄Αμόκ΄΄. Του πατριώτη μας, του Ντίνου του Δημόπουλου. Δική του η σκηνοθεσία και της ταινίας που γυριζόταν τώρα στο λιμάνι. ΄΄Η αρχόντισσα κι ο αλήτης΄΄. Μόνο που τότε  όταν λέγαμε η ταινία του τάδε, ο τάδε ήταν πάντα ηθοποιός. Και σήμερα ακόμα, παίζει μια ταινία της Βουγιουκλάκη λέμε.
     Ετσι γνώρισα την Αλίκη από κοντά. Βρέθηκα και γω στο μπούγιο των επιβατών που κατεβαίναν υποτίθεται απ΄το πλοίο όπου κρυβόταν ο Πίπης, η Αλίκη δηλαδή, για να αποφύγει ένα γάμο που θέλαν να της επιβάλλουν. Συνταξιδιώτης της ο Παπαμιχαήλ. Ένα πτωχό πλην τίμιο παλικάρι. Τα παρακάτω τα ξέρετε απόξω κι ανακατωτά. Και διαγώνισμα να το’ βαζαν από λίαν καλώς και πάνω οι επιδόσεις. Ναι, ναι, ξέρω, εσείς ειδικά τηλεόραση δεν πολυβλέπετε, δε σας πολυαρέσει, έχετε και δουλειές και τα λοιπά και τα λοιπά. Τώρα πως γίνεται και ξέρετε τι θα πει ο ηθοποιός πριν ανοίξει καν το στόμα του μέγα μυστήριο. Επιφοίτηση! Όταν παίζαμε στο θέατρο το ΄΄Δεσποινίς ετών 39΄΄, δύο σαιζόν παρακαλώ, δεν τολμούσαμε να κάνουμε την παραμικρότερη παύση. Απαντούσαν οι θεατές πριν από μας. Εμπειρία συναρπαστική. Παίζαμε όλοι μαζί το ίδιο παιχνίδι. Σα μια μεγάλη παρέα. Στιγμές σπάνιας… συνενοχής και μεγάλης τρυφερότητας.
     Σαράντα πέντε χρόνια αργότερα θα μπορούσα να περισώσω την εικόνα του σοβαρού μεσήλικα που οφείλω να είμαι. Δε θα το κάνω. Δε θα λογοκρίνω αυτό που ένοιωσα. Την αθωότητα δεν την σαρκάζεις. Πόσο μάλλον που πρόσφατα αξιώθηκα και γω να γίνω παραλήπτης μιας τέτοιας αθωότητας. Κι ας μην είχα ποτέ σχέση καμιά με το σύστημα των αστέρων, ούτε… εξ αγχιστείας. Να όμως που όλα μπορούν να συμβούν ! Χάρη σε μια τηλεοπτική επιτυχία. Σας τόχω αφηγηθεί ; Άλλη φορά. 
     Όταν βρεθήκαμε για λίγο οι δυό μας – με την Αλίκη, ναι, με την Αλίκη – σε ένα υποκατάστατο καμαρινιού που της είχαν παραχωρήσει δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ. Δεν πρόλαβα. Απλωσα δειλά το χέρι μου και την άγγιξα. Ασυνείδητα. Απαλά και διακριτικά. Να δω αν είναι αληθινή. Κοροϊδέψτε με όσο θέλετε. Το έκανα. Γύρισε και με κοίταξε. Εντονα. Μ΄αυτά τα λαμπερά της μάτια. Δεν είπε τίποτα. Απλά με κοίταζε. Δεν ήξερα τι έπρεπε να κάνω, αν έπρεπε να κάνω κάτι. Εσπασε πρώτη τη σιωπή λέγοντας ΄΄Θα πάμε να φάμε κάπου κοντά στη θάλασσα. Θες να’ ρθεις ;΄΄ Αν ήθελα, λέει ! Αν ήθελα ; Τι ερώτηση ! Την ακολούθησα τυφλά. Με το ποδήλατο. Ήταν κι ο Παπαμιχαήλ μαζί. Και ο Ντίνος ο Δημόπουλος με τη Φλωρέττα Ζάννα, τη γυναίκα του, και τη Μυρτώ την κόρη τους, λίγο μικρότερη από μένα. Δε θυμάμαι τι έφαγα. Ούτε αν έφαγα. Σχεδίαζα από αμηχανία τη Μυρτώ πάνω στο χάρτινο τραπεζομάντιλο. Συγκινημένος ο Δημόπουλος έκοψε με προσοχή το σκίτσο, το δίπλωσε και το’ βαλε στα πράγματά του. Δεν ξέρω αν χάρηκα. Τα’ χα λίγο χαμένα. Όλα αυτά συνέβαιναν στ΄αλήθεια; Σα σκηνή από ταινία ήταν.  Σινεμά ο Παράδεισος. Η μαγεία του κινηματογράφου.
     Και το φινάλε δεν σας το’ πα ακόμα. Έχω και γω… ένα μυστικό.  ΄΄Θες να πάμε μαζί μια βόλτα με ποδήλατο ;΄΄ μου λέει η Αλίκη. Ορίστε ; Άκουσα καλά ; Α, μπα, παραίσθηση θα ήταν ! Να πάμε βόλτα ; Οι δυό μας ; Μόνοι ; Μακριά… από το αγριεμένο πλήθος ; Στην εξοχή ; Πρέπει να μούδιασα λιγάκι. ΄΄Ελα, πάμε!΄΄ μου λέει τραβώντας με απ΄το χέρι. Δε θα αποπειραθώ να πω πως ένοιωθα. Θα πω μονάχα πως οι καλαμιές… τιτίβιζαν και τα πουλιά… λύγιζαν σαν τα στάχυα.
     Την εποχή εκείνη η Αλίκη ήταν πιο όμορφη από ποτέ. Η θηλυκότητά της ήταν έτοιμη να εκραγεί. Χυμώδης, μαυρισμένη από τον ήλιο του καλοκαιριού, θερμή, ευδιάθετη, έλαμπε ολόκληρη. Αυτό φαίνεται και στην ταινία, δεν ήταν μόνο αίσθηση δική μου.  Το σώμα της ένας ύμνος στη γονιμότητα.
     Διατηρήσαμε μια συνωμοτική επαφή ως το τέλος. Χωρίς να γίνουμε ποτέ φίλοι προσωπικοί. Το δικό μας μυστικό ήταν μια βόλτα με ποδήλατο στην εξοχή, ένα καλοκαίρι.  Και ένα άγγιγμα.