Print

Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΛΕΝΑΣ ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΥ

Written by OnlyTheater. Category: ΑΡΘΡΑ

Η Λένα Κιτσοπούλου

 

«Το ελληνικό θέατρο δεν  έχει  ταυτότητα», διατυμπάνιζαν πριν από μια δεκαετία πολλοί.  Και εν μέρει είχαν δίκιο μιας και  οι εποχές του Κουν που αναζήτησε την ελληνικότητα είχαν παρέλθει ανεπιστρεπτί και οι τότε νέοι σκηνοθέτες, επηρεασμένοι από ευρωπαϊκά ρεύματα, μιμούνταν τάσεις από το εξωτερικό, τις οποίες οι ηθοποιοί αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν, χωρίς όμως πραγματικά να μπορούν να αφομοιώσουν. Το θέατρο για να είναι ζωντανό πρέπει να ακολουθεί τον παλμό της  κοινωνίας. Μου είχε πει μια ηθοποιός ότι « απεχθάνεται τις παραστάσεις όπου οι άνθρωποι φωνάζουν» κι είχα μείνει  άφωνη. Γιατί στη δική μου πολυκατοικία όταν ξυπνάω μόνο φωνές ακούω. Αυτή άραγε σε ποια πολυκατοικία ζει; 

Βγαίνω στο δρόμο και βλέπω ανθρώπους που δεν είναι εξωτερικά ήρεμοι κα μέσα τους βράζουν, όπως ας πούμε στο Λονδίνο. Βλέπω ανθρώπους με ένταση, με άγχος εμφανές και εξόφθαλμο. Μια κοινωνία σε υστερική κρίση είμαστε, γιατί το θέατρο μας πρέπει να μοιάζει με σκανδιναβικό  ψυχόδραμα;

 Η Λένα Κιτσοπούλου  φαίνεται ότι το κατάλαβε αυτό κι ενώ έχει επιρροές από ευρωπαϊκά θέατρα και σκηνοθέτες, όλα φιλτράρονται μέσα από το δικό της προσωπικό στοιχείο, το ελληνικό, ή μάλλον για να είμαστε εντελώς σαφείς, το νεοελληνικό. Γιατί η Κιτσοπούλου δεν αναζητά την ελληνικότητα σε μια παράδοση που η μόνη μας σύνδεση μαζί της είναι η γνωστική  και τίποτα άλλο, αλλά την αναζητάει στα μπαρ, στα χωριά μας, στα μικρά και ασφαλή μας διαμερίσματα:  στην  Κυψέλη, στα προάστια, στην επαρχία. Και φτιάχνει ένα θέατρο δικό μας αποκλειστικά, τόσο αποκλειστικά που τελικά μπορεί να αφορά και άλλους. 

 Δε φοβάται την αναφορικότητα,  ούτε την επικαιρότητα, μιλάει για το σήμερα με εντελώς  εμφανή τρόπο, πράγμα που έκαναν, αν το καλοσκεφτούμε όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς. Δεν τους ενδιέφερε το μετά, τους ενδιέφερε το παρόν και γι’ αυτό κατόρθωσαν να  μείνουν στο μέλλον. Γιατί το παρόν είναι μια ιστορία που θα επαλειφθεί με αδυσώπητο τρόπο. Και αυτό είναι δεδομένο και αποδεδειγμένο…

 Η Κιτσοπούλου  δεν ενδιαφέρεται για την ύστερη φήμη της και μάλλον γι’ αυτό θα την κερδίσει. Καίγεται να πει αυτό που θέλει, το δικό της. Το προσωπικό της. Χωρίς ποτέ να γίνεται αυτοβιογραφική, ή μπανάλ,  μιλάει για ό,τι την παιδεύει και ανοίγει γέφυρες επικοινωνίας με το θεατή. 

Ακόμα κι όταν διαφωνείς μαζί της, την καταλαβαίνεις. Μέσα σου την καταλαβαίνεις. Ακόμα κι όταν σε εκνευρίσει, σε εκνευρίσει γιατί κάτι σε έκανε να αναγνωρίσεις από τη δική σου ματαιότητα. Η Κιτσοπούλου  είναι  η φωνή της σύγχρονης  Ελλάδας. Μια φωνή δυνατή, αιχμηρή και γεμάτη απόγνωση, σαν αυτές που ακούω σήμερα από το παράθυρό μου.

 

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Α.Κ.