Print

O ENKE ΦΕΖΟΛΛΑΡΙ ΣΤΟ ONLYTHEATER

Written by OnlyTheater. Category: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ο Ένκε Φεζόλλαρι

 

Ένα όνειρο ζωής γίνεται πραγματικότητα φέτος το καλοκαίρι για τον Ένκε Φεζολλάρι. Μπορεί να πέρασε πολλές περιπέτειες, αλλά πλέον « Το Σπίτι της Μπερνάντας Άλμπα» του Λόρκα, το έργο που τον σημάδεψε από μικρό, θα ανέβει σε δική του σκηνοθεσία στο Βρυσάκι… Μια ιστορία εξουσίας και έρωτα με άρωμα Βαλκανιών…

 Γιατί επέλεξες το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα;

 Μικρός ένα βράδυ του καλοκαιριού, μόλις είχαμε έρθει στην Ελλάδα, αργά στην ΕΡΤ είδα το ομώνυμο έργο σε ταινία. Συγκλονίστηκα, άυπνος όλο το βράδυ, είχα την εντύπωση βλέποντας την ταινία ότι εκτυλισσόταν στην Αλβανία ή σε κάποιο χωριό των Βαλκανίων, ήταν πραγματικά σαν ντοκιμαντέρ.. Έπειτα τα χρόνια πέρασαν και αποφασίζω εδώ και δυο χρόνια που παλεύω να το ανεβάσω το έργο-όνειρο.  Καταρχάς θεωρώ ότι είναι ένα έργο-σταθμός στην παγκόσμια δραματουργία, είναι το κύκνειο άσμα του αδικοχαμένου και άταφου ποιητή Φεδερίκο, ο οποίος ύμνησε τη ζωή και τον Έρωτα όσο κανείς άλλος συγγραφέας στη λεκάνη της Μεσογείου. Δεύτερον είναι πολιτικό κείμενο και ποιητικό συνάμα, ταξικό και ερωτικό, έχει μυρωδιά της επαρχίας, έχει μέσα πολλά προσωπικά βιώματα δικά μου. Και εδώ θα σταθώ στη θεία της μητέρας μου, την Ζάντε, η οποία είχε τέσσερις κόρες γεροντοκόρες. Τα καλοκαιριά μικρός τα περνούσα εκεί, οπότε μου είναι οικείο το περιβάλλον από μια άλλη σκοπιά, σαν μια επιστροφή σε έναν τόπο των παιδικών μου χρόνων, ένα αρκαδικό ιδεώδες, μια αναπόληση της αθώας ζωής, νοσταλγία για τις αγνές αξίες της ζωής και της Τέχνης εν γένει. Από την άλλη είναι η μοίρα και ο αγώνας για επιβίωση, η  πορεία του κάθε ανθρώπου για ολοκλήρωση.. Και τέλος ο Έρωτας που μαστίζει και θερίζει κορμιά και τρώει καρδιές...Το έργο έχει πόνο, λαχτάρα για ζωή και ελευθερία, έχει χιούμορ (κυρίως από τις υπηρέτριες),  πένθος και εγκλεισμό σαν την εποχή που ζούμε... 

 Το έργο πραγματεύεται αξίες που πλέον δεν είναι αξίες... Πώς λειτουργεί αυτό στο σύγχρονο θεατή; 

Νομίζω ότι το έργο έχει να μας διδάξει κυρίως. Ναι, υπάρχουν χαμένες αξίες, αλλά σε γενικό βαθμό ή βλέποντας, ας πούμε, μια πολιτική διάσταση σε αυτό θα δούμε ότι : η Μπερνάρντα είναι η άρχουσα, η καθεστηκυία τάξη (καπιταλισμός, φασισμός, κλπ), που προσπαθεί να επιβάλλει με τη βία την εξουσία της. Απέναντι σ’ αυτή την εξουσία διέξοδο έχουν μόνο οι ισχυροί οικονομικά ( η Ανγκούστιας, που θα φύγει με το γάμο της, που θα τελεστεί διά της περιουσίας της), οι φτωχοδιάβολοι (Πόνθια, Δούλα), που τη βρίζουν και την εξαπατούν, γιατί δεν έχουν τίποτα να χάσουν και οι τρελοί (ποιητές και ερωτευμένοι, δηλαδή η Αδέλα και Μαρία Χοσέφα), που δεν τους αγγίζει το καθεστώς, είναι φευγάτοι στο δικό τους χωροχρόνο. Οι άλλες τρεις είναι η μεσαία τάξη, που αποτελείται από wanna be - κομπλεξικούς, γεμάτους απωθημένα και κακία  πλάσματα (Μαρτίριο). Αυτοί μπορούν να γίνουν πολύ βίαιοι (ξέρεις για ποιους μιλάμε, τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται), προοδευτικούς, αλλά αδύναμους (η Μαγδαλένα,  που θέλει να είχε γεννηθεί άντρας, αλλά δεν γεννήθηκε και παριστάνει τη γυναίκα) και το χρυσό και αδιάφορο μέσο όρο (Αμέλια), που ακολουθεί το «όπου φυσάει ο άνεμος πάω». Από την άλλη η Ελευθερία, τα όρια, ο καθρέφτης της κοινωνίας που ζούμε και ζουν οι ηρωίδες, το παλιό και το νέο, η ομορφιά, η αρρώστια, η έλλειψη αγάπης που έχουν αυτά τα πλάσματα, η ισχυρή απουσία του αρσενικού, οι ευθύνες που καλούμαστε πολλές φορές να παίρνουμε και δεν είναι αναγκαίες,  αλλά και τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουμε.. Ως οντότητες… Ως  χώρες.... 

 Η παράσταση θα ανέβει στην αυλή στο Βρυσάκι. Πώς διαχειρίζεσαι σκηνοθετικά το χώρο; 

Έχοντας μια πρώτη εμπειρία με την Αγγέλα πριν από τρία χρόνια, σε άλλη αυλή βέβαια, θεωρώ ότι είναι μια διαδικασία σχετικά εύκολη... Το μόνο όπλο που έχεις απέναντι σε ένα τόσο ιδιαίτερο χώρο, κόσμημα θα τον έλεγα, ισχυρό βέβαια,  είναι ότι δεν χωρούν  τζιριτζάντζουλες, απαιτείται κινηματογραφική απόδοση και συνάμα  παίξιμο- αυτό που λέμε document... Ταπεινό και με ευλάβεια προς τον λόγο του Λόρκα, καθαρό από τερτίπια. Ειλικρίνεια απέναντι στο είναι μας και στο θεατή. Σαφώς ρόλο παίζουν και η αισθητική των κοστουμιών της συνεργάτιδας μου, Χριστίνας Κωστέα. 

 Η Μπερνάντα είναι τελικά δυνάστης ή δέσμια κι η ίδια; 

Δυο προσεγγίσεις θα έλεγα υπάρχουν. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, αν τα πράγματα δεν είναι στον απόλυτο έλεγχο και σε τάξη, γιατί θα κινδυνεύσει η επιβίωση η δική της και των θυγατέρων της. Ζει σε μια περιοχή της Ισπανίας όπου από αρχαιοτάτων χρόνων περνούν φύλα Αραβικά, Εβραίοι και λογής λογής  πολιτισμοί. Κουρσάροι, άνυδρο έδαφος, βεντέτα, αγροτιά, αναλφαβητισμός, φτώχεια και δηλητηριασμένα  πηγάδια. Από την άλλη έχοντας η ίδια κάνει δυο γάμους -ας μην ξεχνάμε ότι οι γάμοι ήταν εμπορικές συναλλαγές- είναι Ξένη στο χωριό, σύμφωνα και με τις αναλύσεις. Με λίγα λόγια είναι στο στόχαστρο της μικρής κοινωνίας. Πρέπει να διατηρήσει τα πλούτη και το όνομά της με κάθε κόστος. Αυτό νομίζω ότι είναι το μεγαλύτερο σφάλμα της: η αγωνία της  να μεγαλώνει στρατιωτάκια, ξεχνώντας τις ανθρώπινες αξίες. Επίσης ξεχνά τη θηλυκή της πλευρά, πατάει σαν άντρας και φοράει παγωμένα προσωπεία, ενδύεται το ρόλο του εξουσιαστή, διότι δεν έχει άλλη διέξοδο... Στην παράσταση νομίζω ότι δίνουμε και την πλευρά της μάνας ως σε ένα βαθμό και αυτό διακρίνεται στο ότι εκείνη την δική της μητέρα, τη γυναικεία πλευρά, προτιμά να την κλείνει στο υπόγειο κυριολεκτικά και μεταφορικά…

 Σε ποια εποχή έχεις μεταφέρει το έργο;

 Το έργο πατάει με το ένα πόδι στο χωροχρόνο της Ανδαλουσίας του Λόρκα και της εισβολής του φασιστικού καθεστώτος και με το άλλο  στο εδώ και τώρα... Από την άλλη έχει στοιχεία φολκλόρ της Ισπανίας, αλλά και πολύ Ελλάδα του’ 50... Μια Βαλκανική Χερσόνησος με μποφόρ Αλμοδοβάρ. 

Τι σχέδια έχεις  για το χειμώνα; 

Ταξίδια και έρωτες... Θα ανέβει όμως  ξανά το γαλλικό έργο Ακριβώς το τέλος του κόσμου του Ζαν Λυκ Λαγκάρς  σε μετάφραση Αντρέ Στάικου και σκηνικά-κοστούμια της Χριστίνας Κωστέα που πραγματοποιήθηκε στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου θεάτρου του Ιδρύματος Κακογιάννη με τους Αλεξάνδρα Παλαιολόγου, Ιωάννη Παπαζήση, Βαγγέλη Ψωμά, Ελεονώρα Αντωνιάδου και Νικόλ Δημητρακοπούλου τον Γενάρη για δέκα παραστάσεις.

Σε ευχαριστώ πολύ.

Κι εγώ.

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2015

Α.Κ.