Print

Ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΒΡΑΧΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ

Written by OnlyTheater. Category: ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Γρηγόρης Βαλτινός

Γρηγόρης Βαλτινός: Είμαι δεμένος στα βράχια της πατρίδας μου και όρνια μου “τρόικα” το συκώτι!  

Συνέντευξη στη Δήμητρα Κανάκη


 

-Αρχικά, πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση.
Γρηγόρης Βαλτινός: “Ο Φυλακισμένος της διπλανής πόρτας” έχει γραφτεί ίσως από τον πιο ταλαντούχο συγγραφέα του θεάτρου. Ο Νηλ Σάιμον είναι ένας άνθρωπος που έχει φάει το θέατρο, την τηλεόραση και το σινεμά με το κουτάλι. Αυτό είναι από τις πιο σκεπτόμενες κωμωδίες του, αποφάσισε να ασχοληθεί με την οικονομική κρίση που μάστιζε την Αμερική όταν γράφτηκε το έργο.  Είναι ένα θέμα το οποίο δεν κρύβω ότι με φόβισε γιατί λέω ας μην θυμίσουμε στους θεατρόφιλους οικεία κακά. Άδικα φοβήθηκα! 6 μήνες στην Αθήνα, 1 μήνα στην Θεσσαλονίκη και τώρα στην περιοδεία το ενδιαφέρον του κόσμου είναι τεράστιο, το έργο είναι μία από τις τρεις μεγαλύτερες επιτυχίες του χειμώνα και εμένα μου έδωσε τη χαρά να παίζω για πρώτη φορά σ´ ένα έργο τόσο επίκαιρο, ίσως και για τελευταία γιατί δεν νομίζω να ξαναβρεθεί ένα έργο που να μιλάει γι αυτό το τρελοκομείο που ζούμε τόσο άμεσα.

-Και μάλιστα το συγκεκριμένο έργο έχει γραφτεί πριν 40 χρόνια.
Γ.Β.: Ναι. Βέβαια δεν έχει σημασία. Ο χρόνος κάνει κύκλους όπως και η ιστορία κάνει κύκλους, έτσι κι αλλιώς εμείς είμαστε μία τριτοκοσμική χώρα και αυτό που θα συμβεί σε μία αναπτυγμένη χώρα σε μας έρχεται κάποιες δεκαετίες μετά. Είναι η σειρά μας τώρα, και βέβαια όσο πιο αδύναμη είναι η χώρα τόσο πιο έντονες είναι οι κρίσεις του καπιταλισμού γιατί αυτό που ζούμε δεν είναι παρά μία κρίση του συστήματος. Αυτό πληρώνουμε. Όταν μια αρρώστια προσβάλει έναν δυνατό οργανισμό θα πάθει λιγότερες βλάβες, όταν προσβάλει κάποιον αδύναμο μπορεί και να τον σκοτώσει.

-Ποιος είναι ο στόχος αυτού του έργου;
Γ.Β.: Νομίζω ότι κάνει μια πρόταση διαχείρισης του θυμού μας προς την σωστή κατεύθυνση. Σίγουρα είμαστε οργισμένοι, σίγουρα νιώθουμε αδικημένοι, σίγουρα ως Έλληνες νιώθουμε ότι δεν φταίμε σε τίποτα εμείς αλλά τα φταίνε όλα οι άλλοι. Αυτό μας γεμίζει αγανάκτηση, εξ ου και οι αγανακτισμένοι, μας γεμίζει οργή, εξ ου και οι βρισιές προς τα δύο κόμματα που ταλαιπώρησαν την Ελλάδα, εξ ου και η οργή μας προς τους κλέφτες, αυτή είναι ίσως η πιο δικαιολογημένη απ´ όλες. Όλα αυτά δημιουργούνε θυμό, ο θυμός παράγει ενέργεια. Το έργο εκείνο που προτείνει είναι να διοχετευθεί η ενέργεια προς την σωστή κατεύθυνση. Υπάρχει μια χαρακτηριστική ατάκα που λέει “αν δεν φροντίσεις εσύ για τον εαυτό σου θα φροντίσει κάποιος άλλος, και θα τον ορίζει αυτός”. Αυτό είναι το τίμημα, η τιμωρία, αυτό ζούμε τώρα. Ήμασταν χαλαροί, ήμασταν άνετοι, νομίζαμε ότι μπορούμε να ξοδεύουμε περισσότερα απ´ όσα παράγουμε, κανένας δεν μας είπε τις συνέπειες μιας οικονομικής πολιτικής ολέθριες, γιατί και οι ίδιοι οι πολιτικοί δεν ήθελαν να δυσαρεστήσουν τους ψηφοφόρους γιατί δεν θα τους ξαναψήφιζαν, κανένας πολιτικός δεν τράβηξε το αυτί κανενός, κανένας δεν τιμώρησε κανέναν είτε πολίτης είτε πολιτικός. Υπήρχαν νόμοι που δεν εφαρμόζονταν, διορισμοί λαδώματα, φούσκωσε το κράτος γιατί ακριβώς οι πολιτικοί στηρίζονταν στους πολίτες και οι πολίτες στους πολιτικούς κι όλοι μαζί φόρτωναν την καμπούρα στο κράτος. Το κράτος δεν άντεξε, κλατάρισε, δεν έχει αποθεματικά, φρόντισαν να ερημώσουν την επαρχεία, δεν υπάρχει γεωργία, κτηνοτροφία, έστω και ελαφρά βιομηχανία. Ακόμα και πράγματα που έχουν να κάνουν με τα εθνικά μας προϊόντα όπως είναι ο τουρισμός κα ο πολιτισμός, ακόμα κι αυτά περάσαν σε χέρια ξένων κι ακόμα είμαστε στην αρχή. Το σχέδιο (αν υπήρχε σχέδιο) που στην αρχή το λέγαμε και μας λέγανε προληπτικούς και καχύποπτους όταν θέλουν να γονατίσουν τη χώρα, θέλουν να φτάσουν τον μισθό στα 300 ευρώ, να γίνουμε τρελοκομείο εδώ πέρα για να μπορέσει ο καθένας να φέρει την εταιρία του, την πολυεθνική του και να βρει φτηνά εργατικά χέρια. Τώρα που έγινε τους κοιτάμε πάλι όπως η αγελάδα το τρένο. Δυστυχώς έγινε, πρέπει να βολευτούμε μέσα σ´ αυτές τις συνθήκες. Αν θέλουμε να τις αλλάξουμε πρέπει να επαναστατήσουμε, η επανάσταση θέλει κότσια. Ας το σκεφτούμε, έτσι κι αλλιώς ο Έλληνας πρέπει να φτάσει στον πάτο, φτάσαμε στον πάτο. Ως πότε παλικάρια θα ζούμε στα στενά, μονάχοι σαν λιοντάρια στις ράχες στα βουνά!

Γρηγόρης Βαλτινός

-Αν δεν είχατε δουλειά, θα φεύγατε στο εξωτερικό;
Γ.Β.: Δυστυχώς οι συνθήκες που έχω δημιουργήσει στο χώρο μου και το ίδιο μου το επάγγελμα δεν μου επιτρέπουν να φύγω στο εξωτερικό. Έχω οικογένεια εδώ, έπρεπε να την πάρω μαζί μου, έχω τεράστιες υποχρεώσεις και πολύ δύσκολα παίζει κανείς θέατρο σε ξένη χώρα. Έτσι είμαι καταδικασμένος και δεμένος σαν τον Προμηθέα πάνω στα βράχια της πατρίδας μου και όρνια μου “τρόικα” το συκώτι!! (γέλια) 

-Πιστεύετε ότι η τέχνη μπορεί να βοηθήσει τον κόσμο σήμερα;
Γ.Β.: Η τέχνη πάντα αφουγκράζεται. Θα σου πω τώρα κάτι που έτσι κι αλλιώς η παράσταση μας τελειώνει και ελπίζω να μην θεωρηθεί διαφήμιση. Αισθάνομαι ότι “ο φυλακισμένος της διπλανής πόρτας” φέτος βοήθησε τον κόσμο, γι αυτό είχε και πολύ μεγάλη επιτυχία. Ερχόταν ο κόσμος μετά το τέλος της παράστασης στο καμαρίνι, και στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη και τώρα στην επαρχία, και μου λέγανε “αδερφέ μας άνοιξες τα μάτια!”. Βρήκανε μια παρηγοριά, βρήκανε που να διοχετεύσουν τον θυμό τους, την ενέργεια τους, άρχισαν να σκέφτονται σωστότερα, μέσα σ´ όλη αυτή τη μιζέρια απέκτησαν αυτοπεποίθηση, σκεφτήκανε ότι πρέπει να πάρουν την ζωή τους στα χέρια τους, τον τρόπο θα τον ψάξουν. Τουλάχιστον σκέφτηκαν ότι πρέπει να ψάξουν έναν τρόπο που είναι τεράστιο βήμα! Εδώ κοιμόμασταν, νομίζαμε ότι όλα πάνε με τον αυτόματο πιλότο! Δεν ήταν αυτόματος ο πιλότος, κάποιος ήταν στο πιλοτήριο όπως αποδεικνύεται!

-Είχατε από μικρός αυτό το “μικρόβιο” να ασχοληθείτε με το θέατρο;
Γ.Β.: Όπως αποδεικνύεται ναι. Γυρνώντας προς τα πίσω και προσπαθώντας από το παρόν να ερμηνεύσω τις κινήσεις τους παρελθόντος νομίζω ότι κατάλαβα την φράση “όταν θέλεις πολύ κάτι το σύμπαν συνωμοτεί για να το πετύχεις” και κατάλαβα ποιος είναι το σύμπαν, ήμουν εγώ! Αυτό εννοούμε όταν λέμε το σύμπαν. Εννοούμε ότι οι κινήσεις που κάνουμε, ο συνδυασμός των κινήσεων μας, οι επιλογές μας, το τι κρατάμε, τι πετάμε, εκεί βρίσκεται η μεγάλη συνωμοσία για να φτάσουμε σ´ αυτό που θέλουμε. Γυρνώντας προς τα πίσω θυμάμαι ότι όλα μου τα παιχνίδια ήταν θεατρικά, το αγαπημένο μου μάθημα ήταν η λογοτεχνία και η ποίηση, τον μεγαλύτερο βαθμό τον έπαιρνα στην έκθεση, έτσι πέρναγα τα θεωρητικά. Και βέβαια όλο αυτό κορυφώθηκε προς το τέλος όταν στο γυμνάσιο άρχισα να σκηνοθετώ και να παίζω σε παραστάσεις. Ε δεν έμενε μετά να δώσω και στην δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου με την προτροπή καθηγητών και φίλων, μου έλεγαν ότι αν δεν ασχοληθώ με το θέατρο θα είναι έγκλημα. Δεν ξέρω κατά πόσο θα ήταν έγκλημα αν δεν ασχολιόμουν και κατά πόσο είναι έγκλημα τώρα που ασχολήθηκα...

-Η πρώτη σας συνεργασία ήταν με την Μελίνα Μερκούρη. Πως γνωριστήκατε;
Γ.Β.: Με την Μελίνα γνωριστήκαμε αργότερα. Γινόταν οντισιόν για το “Γλυκό πουλί της νιότης”, πήγα έδωσα οντισιόν, με προσέλαβε μετά από αρκετή καθυστέρηση στην οποίο εγώ είχα λιώσει στην αναμονή! Και έτσι άρχισε η θεϊκή περίοδος των προβών και οι πρώτες προσεγγίσεις μ´ αυτούς τους μύθους, το βάφτισμα μου στο θέατρο, πήρα το χρίσμα του ηθοποιού και το χρίσμα της εμπιστοσύνης απ´ αυτούς τους ανθρώπους, καθόρισαν τις μετέπειτα επιλογές μου μέχρι τώρα και νομίζω και τις επόμενες. Αισθάνομαι ότι δεν πρέπει να τους προδώσω ποτέ.

-Από την νέα γενιά ηθοποιών, έχετε ξεχωρίσει κάποια άτομα;
Γ.Β.: Δεν συνηθίζω να κάνω καταλόγους με ονόματα. Υπάρχουν σπουδαία παιδιά είτε από τα εντελώς καινούργια είτε κι απ´ τις λίγο προγενέστερες φουρνιές. Παιδιά που έχουν ψηθεί στη δουλειά, στο θέατρο, στο σανίδι, που έχουν παίξει συγκλονιστικούς ρόλους. Που δουλεύουν από το πρωί μέχρι στο βράδυ και που είναι η επόμενη γενιά του θεάτρου. Ήδη έχει ξεχωρίσει, τους ξέρουμε όλοι, τους εκτιμούμε, μας αρέσουν, βλέπουμε τις παραστάσεις τους  και προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα σε χώρους εξαιρετικά δύσκολους οικονομικά. Πολλοί απ´ αυτούς δεν έχουν ξεπεράσει ακόμα το βασικό μισθό ενώ έχουν φτάσει πολύ ψηλά το πήχη της τέχνης τους κι αυτό είναι προς τιμήν τους γιατί επιμένουν σε χώρους φτωχούς, ακριβώς γιατί δεν θέλουνε να φθείρουν την τέχνη τους και μένα αυτό με συγκινεί αφάνταστα.

Γρηγόρης Βαλτινός

-Υπάρχει κάποιο έργο στο οποίο δεν έχετε παίξει και θα θέλατε να παίξετε;
Γ.Β.: Υπάρχουνε γύρω στα 1000 έργα που δεν έχω παίξει και θα ήθελα να παίξω (γέλια). Κοίταξε, η αλήθεια είναι ότι νιώθω πλήρης. Έχω ασχοληθεί με όλα τα είδη θεάτρου και μάλιστα έχω φτάσει στο σημείο πια να τα ανακατέβω κιόλας, να χρησιμοποιώ δάνεια, από το ένα είδος στο άλλο, όπως άλλωστε πρέπει να γίνεται κατά την πεποίθησή μου. Η αλήθεια είναι ότι θέλω να ασχοληθώ με ποιοτικό λόγο, με Σαίξπιρ γιατί είναι ένα είδος θεάτρου το οποίο δεν το έχω αγγίξει καθόλου και το οποίο το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο το να μπορέσεις να είσαι αληθινός μέσα από μία ποιητική φόρμα η οποία εκ των πραγμάτων είναι προσχεδιασμένη, δεν έχει την φυσικότητα του πεζού λόγου. Επίσης, θέλω να κάνω περισσότερη τραγωδία, γιατί είναι ένα σχολείο που κάθε τόσο πρέπει κανείς να το επισκέπτεται για να μην πω ότι πρέπει να το αφοσιωθεί αλλά πάνω απ´ όλα θέλω να βρω καινούργια έργα που να αφορούν στο κοινό και να τα παρουσιάσω πρώτη φορά. Είναι πολύ σημαντικό να ανακαλύπτεις και να φέρνεις καινούργιο δραματολόγιο στην πατρίδα σου. Ψάχνω πάρα πολύ δεν κάνω τίποτα άλλο όλη τη χρονιά από το να διαβάζω έργα. Δυστυχώς πολλές φορές καταφεύγω πάλι στο κλασικό ρεπερτόριο όπως θα γίνει φέτος.

-Ασχολείστε και με την μουσική..
Γ.Β.: Όχι ιδιαίτερα, απλώς τραγουδάω και εκτονώνω πολύ σπάνια αυτή την αγάπη μου για το τραγούδι και την μουσική λίγες φορές στο θέατρο, σε musicals, και μοιραία αν το συνδυάσει κανείς και με την αγάπη που έχω στην ποίηση και στην απαγγελία πολλές φορές βρίσκομαι σε χώρους συναυλιακούς. Μ´ αρέσουν τα τραγούδια γιατί είναι μικρά θεατρικά έργα, καλείται κανείς μέσα σε 3 λεπτά με τη βοήθεια της μουσικής, της ποίησης να πει ένα μικρό μονόπρακτο στον κόσμο και να γίνει πειστικός, δεν είναι εύκολη δουλειά.

-Αυτό ακριβώς ήθελα να σας ρωτήσω. Αν δανείζεστε πράγματα από το θέατρο όταν ασχολείστε με την μουσική ή και το αντίθετο..
Γ.Β.: Σαφώς! Καμιά φορά οι συνθέτες μου λένε ότι οι ηθοποιοί τραγουδάνε διαφορετικά. Εγώ δεν προσπαθώ να τραγουδήσω σαν ηθοποιός γιατί κι αυτό μπορεί να σε οδηγήσει σε μια υπερβολή έκφρασης. Προσπαθώ να είμαι σωστός μουσικά και να προσθέσω τη συγκίνηση που μου δίνει το εκάστοτε τραγούδι. Κι όλα αυτά βέβαια τα φιλτράρω μέσα από μία θεατρική εμπειρία που απέκτησα πια. Το σίγουρο είναι ότι δεν έχω τα περιθώρια να “υποκριθώ”. Είναι τέτοια η αγωνία να είμαι σωστός μουσικά, τέτοια η αγωνία μου να είμαι συνεπείς στο συναίσθημα μου που τα περιθώρια της “υποκριτικής” είναι ελάχιστα. Επειδή ακριβώς βρίσκομαι σ´ ένα ξένο χώρο σαν την αλεπού στο παζάρι, σε μια άλλη τέχνη από τη δικιά μου, δεν θέλω να με ρωτήσει κανένας “τώρα γιατί το κάνεις αυτό?”.

-Ασχολείστε με το διαδίκτυο;
Γ.Β.: Μέχρι τώρα έκαιγα κάρβουνο, τον τελευταίο καιρό έχω αρχίσει και μπαίνω.

-Ποια είναι η γνώμη σας γι αυτό;
Γ.Β.: Όπως όλα τα πράγματα έχει τα καλά του έχει τα κακά του, θέλει λίγο προσοχή. Τα πάντα είναι θέμα παιδείας. Για να μπορέσουμε να δεχθούμε κάτι, είτε ακίνδυνο είτε πολύ επικίνδυνο πρέπει να έχουμε την ωριμότητα να το χρησιμοποιήσουμε κι όχι να μας χρησιμοποιήσει. Το διαδίκτυο κρύβει κινδύνους, πρέπει κάνεις να είναι εξαιρετικά προσεκτικός. Όσο πιο μικρός είναι τόσο πιο πολύ κινδυνεύει, βλέπω πολλά παιδιά να χάνουν το χρόνο τους στο διαδίκτυο. Μαζί με πολλά άλλα πράγματα που μας κλέβουν, μας κλέβουν τώρα και το χρόνο που ίσως είναι το πιο σημαντικό πράγμα στο σύντομο πέρασμα μας από τη ζωή. Βεβαίως τα οφέλη του διαδικτύου είναι τεράστια αλλά και οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Ευτυχώς που σιγά-σιγά αρχίζουν να γίνονται γνωστοί ακόμα κα σε μικρές ηλικίες αυτοί οι κίνδυνοι.

-Ανάλογα και πως το χρησιμοποιεί ο καθένας βέβαια το διαδίκτυο. Μπορεί δηλαδή ένα νέο παιδί να το χρησιμοποιεί μόνο για να ανεβάζει φωτογραφίες του στο facebook για να τις σχολιάσουν οι φίλοι του κι άλλος να το χρησιμοποιεί για δουλειά..
Γ.Β.: Εκείνο που δεν μπορώ να καταλάβω είναι όλη αυτή η σαχλαμάρα που γίνεται με τα facebook, με τις φωτογραφίες που ανεβάζουν, όλο αυτό το ψωνιστήρι που γίνεται κι όλα αυτά που γίνονται μέσα σ´ αυτό. Εδώ δεν προλαβαίνουμε να ασχοληθούμε σοβαρά με τους ήδη υπάρχοντες φίλους πως μπορείς να ασχοληθείς με άλλους χίλιους? Το θεωρώ πολύ ψεύτικο αυτό το πράγμα και εξαιρετικά επικίνδυνο για το συναίσθημα μας. Αρχίζουμε και αντιμετωπίζουμε όλους τους απέναντι με μία απάθεια, με τον ίδιο τρόπο. Καταντάει και είναι ένα κλίκο απέναντι, οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους γίνονται πολύ επιφανειακές, ο χρόνος που χάνουν τα παιδιά σ´ αυτό το πράγμα είναι τεράστιος και γενικά εκεί μπορεί να μπει ο κάθε πικραμένος της ζωής, ο κάθε “άρρωστος” να βρει καταφύγιο. Εδώ αυτό δείχνει την ανάγκη των ανθρώπων για επαφή, καλό είναι να το συνειδητοποιήσουν και να την ψάξουν εκεί που πρέπει, σε πιο υγιεινούς χώρους και με πιο αληθινούς τρόπους, γιατί όλο αυτό είναι λίγο ψεύτικο.

-Είστε ένας άνθρωπος που δεν έχει απασχολήσει τα μέσα με την προσωπική σας ζωή, ήταν επιλογή σας αυτό;
Γ.Β.: Η αλήθεια είναι ότι όταν επιλέξει κανείς να κάνει οικογένεια πρέπει να σοβαρευτεί, κι όταν έχει τραύματα από την δική του οικογένεια, δύο πράγματα μπορούν να συμβούν, ή να επαναλάβει τα λάθη που τον πλήγωσαν ή να τα αποφύγει. Ο δικός μου χαρακτήρας με οδήγησε στο να τα αποφύγω.

-Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της ελληνικής τηλεόρασης;
Γ.Β.: Το μέλλον της τηλεόρασης είναι συνυφασμένο με το μέλλον της πατρίδας μας, η τηλεόραση είναι η εικόνα της πατρίδας μας. Εάν η ζωή μας εξακολουθήσει να είναι μίζερη, μίζερη θα είναι και η τηλεόραση. Δεν μπορεί να συμβεί το αντίθετο, να ζούμε έναν μεσαίωνα στη χώρα και μία αναγέννηση στην τηλεόραση. Ίσως η τηλεόραση είναι ένα εμπορικό μέσον και πρέπει να επιβιώσει, χωρίς κρατική βοήθεια. Ίσως η κρίση μας οδηγήσει σε πιο ουσιαστικές επιλογές και σε επιλογές ψυχής και πιο καλλιτεχνικές, αυτό θα είναι ένα απ´ τα θετικά της κρίσης. Εάν μας οδηγήσει ακόμα περισσότερο στον αφρό θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

-Ποια είναι τα σχέδια σας για τον χειμώνα;
Γ.Β.: Το χειμώνα ανεβάζω ένα σύγχρονο κλασικό έργο (αυτές οι δύο λέξεις είναι λίγο αντίρροπες αλλά έτσι το αισθάνομαι) είναι του John Presley το “Ο επιθεωρητής έρχεται”. Είναι ένα έργο του οποίου η θεματική με απασχολεί και μένα σ´ όλη μου τη ζωή. Μιλάει για την ατομική ευθύνη του καθενός από μας όπου μπορεί να προκαλέσει στον απέναντι καλό ή κακό. Πρέπει να έχουμε απόλυτη συνείδηση των πράξεων μας και πρέπει άμεσα να συνδέουμε την κάθε μας κίνηση με το σύνολο. Ένας απ´ τους λόγους που οδηγήσαμε την πατρίδας μας εκεί που την οδηγήσαμε ήταν γιατί ο καθένας φρόντιζε μόνο για το προσωπικό του καλό και δεν σταμάταγε ακόμα κι αν ένιωθε ότι το προσωπικό του καλό κάνει κακό στον απέναντι. Δεν καταλάβαινε ότι αυτό το κακό, το οποίο προς το παρόν δεν τον αφορά, στο μέλλον θα γυρίσει καταπάνω του. Αυτή είναι η θεαματική του έργου, μαζί με το αιώνιο θέμα που απασχολεί τον Presley (για όσους τον ξέρουν) που έχει να κάνει με το χρόνο. Ο Presley πιστεύει ότι ο χρόνος είναι μία σπείρα, πιστεύει ότι ξανά περνάμε από τα ίδια σημεία πάλι, κατά ένα περίεργο φυσικό ή μεταφυσικό τρόπο, τα περισσότερα έργα του στηρίζονται εκεί στο χρόνο. Το χαρακτηριστικό σ´ αυτό το έργο (επειδή έχω αρχίσει και το δουλεύω σκηνοθετικά) θα σου πω κάτι καταπληκτικό! Πρέπει να μπορέσω να δώσω την εντύπωση στον κόσμο ότι αυτό το έργο διαρκεί μόνο 1 δευτερόλεπτο! Όλη η υπόθεση του έργου είναι μία σκέψη που περνάει από το μυαλό των ηρώων για μια στιγμή! Αυτή τη σκέψη βλέπουμε να υλοποιείται πάνω στη σκηνή.