Το «Με τα δόντια» του Θ. Ουάιλντερ εγκαινίασε το Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε σκηνοθεσία τότε του Κάρολου Κουν. Χτες ο Γιάννης Μόσχος σε μια εντελώς σύγχρονη σκηνοθεσία –διασκευή το ανέβασε και πάλι στην ίδια σκηνή, τιμώντας τα εξηντάχρονα του ιστορικού θεάτρου. "Με τα δόντια" στο Θέατρο Τέχνης. Το «Με τα δόντια» είναι ένα έργο ανατρεπτικό για την εποχή του, καθώς ο Ουάιλντερ αντιβαίνοντας τους «κανόνες» μιας κλασικής αστικής δραματουργίας γράφει ένα κείμενο σχεδόν στα όρια της επιστημονικής φαντασίας τότε, που αποδείχτηκε εξόχως προφητικό.
Πράξη Πρώτη: Η αγία οικογένεια του κυρίου Ανθρώπου, με κοστούμια που θυμίζουν τους πρωτόγονους λαούς, μπολιασμένα με το trend της δικής εποχής, εμφανίζονται στη σκηνή. Είναι Αύγουστος, αλλά τα σκυλιά ξυλιάζουν στα πεζοδρόμια. Ο αγώνας για την επιβίωση ξεκινάει και ο άνθρωπος γίνεται αδηφάγο θηρίο. Το μόνο που μετράει είναι να μείνεις ζωντανός.Το διαφορετικό αποτελεί απειλή και κίνδυνο. Ακραίες καταστάσεις και μια υποδόρια κανιβαλιστική διάθεση μας μεταφέρουν σε μια συνθήκη έκτακτης ανάγκης, όπου ο άνθρωπος πρέπει να παλέψει με νύχια και με δόντια.
Πράξη δεύτερη: Η οικογένεια Ανθρώπου τα κατάφερε και επέζησε πέντε χιλιάδες χρόνια. Εποχή ευμάρειας και ειρήνης πλέον. Ο κόσμος μοιάζει ιδανικός και το σκηνικό μια παραλία, σαν αυτές τις παραλίες που έχουμε ζήσει τα παιδικά μας χρόνια, με μαμάδες να φωνάζουν στα παιδιά τους και δυνατές μουσικές από λουόμενους που νομίζουν ότι η Αιγιαλεία ζώνη τους ανήκει. Όλοι θέλουν να « περάσουν και λίγο καλά». Ο Γιάννης Μόσχος καταγράφει την ελληνική πραγματικότητα και τις δικές μας "καλές" εποχές, με εύστοχους παραλληλισμούς. Παράλληλα οι αξίες κλυδωνίζονται, γιατί απλώς δεν είναι αναγκαίες.
Πράξη Τρίτη: Εμπόλεμη κατάσταση. Η οικογένεια του Ανθρώπου πέρασε δεινά κι όμως δεν έμαθε τίποτα από τα λάθη της. Θα τα επαναλάβει όλα ξανά και ξανά με αυτοκαταστροφική εμμονή, ώσπου τελικά σε στην τελευταία εικόνα θα αποκτηνωθεί.
Η παράσταση του Γιάννη Μόσχου καταγράφει με σουρεαλιστικό χιούμορ και ποπ αισθητική την ανθρώπινη Ιστορία, αλλά και ταυτόχρονα μεταφέρει με κριτική διάθεση την εικόνα μιας Ελλάδας που αναλώθηκε στα τσιφτετέλια και τελικά καταρρακώθηκε.
Α.Κ