Ο Λυκούργος Καλλέργης θυμάται τον Αιμίλιο Βεάκη
Είχα τότε την τύχη να παρακολουθήσω τον Βεάκη στο Εθνικό Θέατρο, σαν νέος ηθοποιός, στο Βασιλιά Ληρ, τη μέρα που και ο Γάλλος ηθοποιός Χάρι Μπορ, καθηλωμένος στο επίσημο θεωρείο, παρακολουθούσε έκπληκτος την παράσταση. Είχε μείνει άναυδος μπροστά σ’ αυτή την τιτάνια δημιουργία.
Μα περισσότερο άναυδος έμεινε, όταν άκουσε στα παρασκήνια που πήγε να χαιρετήσει τον ίδιο τον Βεάκη –και ήμουν εκεί- να του λέει ότι κάθε μέρα παίζει το βασιλιά Ληρ, σε δύο παραστάσεις. Όσοι είδανε τον Βεάκη στο ρόλο αυτό δεν θα ξεχάσουν ποτέ τη συγκλονιστική ερμηνεία του στο βασιλιά Λιρ, που υπήρξε μια παγκόσμια και αξεπέραστη μέχρι σήμερα δημιουργία.
Μα ήρθαν οι μέρες της Κατοχής, της Αντίστασης, των Δεκεμβριανών, του Εμφύλιου και ο Βεάκης, μαζί με όλους τους προοδευτικούς καλλιτέχνες, βρέθηκε από το 1942 έξω από το Εθνικό Θέατρο. Βρέθηκε κι αυτός άνεργος και κατατρεγμένος. Μετά το Δεκέμβρη άρχισε ο συστηματικός παραμερισμός του καλλιτέχνη και η προσχεδιασμένη συντριβή του από τους πολιτικούς αντιπάλους, Γερμανούς και Έλληνες.
Το 1950 τον ξαναπαίρνουν στο Εθνικό. Του δίνουν να παίζει κάποια ρολάκια, σαν από ελεημοσύνη για να παίρνει το μισθό. Η πίκρα του είχε ξεχειλίσει. Η ευαισθησία του είχε πληγωθεί βαθιά κείνες τις μαύρες μέρες. Δεν μπορούσε ν’ αντέξει. Το μυαλό και η τρυφερή καρδιά του βασανίζονταν. Αποζητούσε το θάνατο. Σαν το βασιλιά Λιρ ένιωθε κι αυτός πως είχε προδοθεί. Κάθε μέρα έλεγε και ξανάλεγε στους συναδέλφους του πίσω από την αυλαία του Εθνικού, όταν τέλειωνε το ρολάκι του (και σ’ αυτά τα τελευταία ρολάκια έκανε δημιουργίες αξέχαστες): «Αχ, φίλοι μου, όπως βλέπετε, δεν πέθανα ούτε σήμερα. Σπουδαίο πράγμα ο ηθοποιός να πεθαίνει στη σκηνή σαν έρθει η ώρα του».
Και πραγματικά δεν άργησε να έρθει εκείνη η ώρα. Κάποια μέρα του Ιούνη του 1951 έσβησε, αθόρυβα, ταπεινά, τίμια.
(ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ «ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΑΡΑΧΟΥ 20ΟΥ ΑΙΩΝΑ»
Εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ)