Ο Δημήτρης ή Τάκης Χορν , όπως τον φώναζαν οι φίλοι του, υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ηθοποιούς. Η σκηνική του γοητεία, το εστέτ χιούμορ και η φινέτσα του προσέδιδαν στους ρόλους του μια ιδαίτερη μαγεία που καθήλωνε το κοινό. Δεν υπήρξε ποτέ ο "ανθρωπος της διπαλνής πόρτας" κι όμως ήταν εξαιρετικά δημοφικής. Σε μια εποχή που κυριαρχούσε ένα συγκεκριμένο υποκριτκό ύφος, ο Χορν δημιούργησε ένα κώδικα λιτό και άμεσο, γεγονός που επηρέασε πολλούς ηθοποιούς. Λέγεται πως κάποτε μετά από το τέλος μίας παράστασης στην οποία πρωταγωνιστούσε, ζήτησε συγγνώμη για την "άθλια" ερμηνεία του από τους θεατές, οι οποίοι παρ' όλα αυτά τον καταχειροκρότησαν.
Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1921 σε ξενοδοχείο της οδού Σταδίου στο κέντρο της Αθήνας. Πατέρας του ήταν ο γνωστός στρατιωτικός και θεατρικός συγγραφέας Παντελής Χορν. Νονά του η μεγάλη ηθοποιός Κυβέλη Ανδριανού. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1940. Έκανε το ντεμπούτο του το 1940στην οπερέτα του Στράους "Η Νυχτερίδα". Αμέσως μετά εμφανίστηκε στο "Θέατρο Ρεξ" της Μαρίκας Κοτοπούλη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ανάμεσα σ΄ αυτά "Δωδεκάτη νύκτα", "Ριχάρδος Β'", "Ριχάρδος Γ'", "Άμλετ", "Τίμων ο Αθηναίος" (Σαίξπηρ), "Ημερολόγιο ενός τρελού" (Γκόγκολ), "Ιβάνωφ" (Τσέχωφ), "Ερρίκος Δ'" (Πιραντέλο).
Το 1943 - 1944 συμμετείχε στο θίασο Κατερίνας. Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο με τη Μαίρη Αρώνη και αργότερα με τη Βάσω Μανωλίδου. Το 1945 συνεργάστηκε με το θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου. Από το 1946 έως το 1950 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο. Το 1951 πήγε στην Αμερική και Αγγλία, όπου και παρέμεινε εγια δύο χρόνια, παρακολουθώντας την εξέλιξη του θεάτρου. Επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1953 γνωρίζει την Έλλη Λαμπέτη. Ο δεσμός τους επισπεύδει το διαζύγιο της Λαμπέτη με τον Μάριο Πλωρίτη. Αμέσως συγκροτούν δικό τους θίασο, μαζί με τον Γιώργο Παππά, ανεβάζοντας έργα, όπως: «Ο βροχοποιός», «Νυφικό Κρεβάτι» και «Το παιχνίδι της Μοναξιάς», κάνοντας μάλσιτα τουρνέ στην Αίγυπτο, Αλεξάνδρεια κτλ Οι δρόμοι τους χώρισαν το 1959 και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ στο θεατρικό σανίδι. Ο Χορν έλεγε ότι η Λαμπέτη δεν ήταν ο έρωτας της ζωής του, όμως όσοι τους γνώριζαν τον διέψευδαν. Πάντως σίγουρα αποτέλεσαν ένα θρυλικό καλλιτεχνικό ζευγάρι που άφησε εποχή.
Μεγάλη ήταν η συμβολή του Δημήτρη Χορν και στον κινηματογράφο. Αν και πρωταγωνίστησε μόνο σε 10 ταινίες, έδωσε ανεπανάληπτες ερμηνείες, όπως στην «Κάλπικη λίρα» (1954), στο «Μια ζωή την έχουμε» (1955) και «Το κορίτσι με τα μαύρα» (1956).
Έντονη ήταν και η ραδιοφωνική παρουσία του. Εκτός από τις μαγνητοφωνήσεις δεκάδων θεατρικών έργων, είχε «περάσει» στον κόσμο με ιδιαίτερο κέφι και φινέτσα ένα «αεράκι» εβδομαδιαίων πεντάλεπτων εκπομπών, που έγραφε ο Κώστας Πρετεντέρης. Με μια σουρεαλιστική ειρωνεία στη φωνή του, διάβαζε φανταστικά γράμματα ακροατών στην εκπομπή «Ο Ταχυδρόμος έφτασε»..
Το 1967, χρόνια μετά το τέλος της σχέσης του με την Λαμπέτη παντρεύτηκε την Άννα Γουλανδρή (χήρα Παπάγου), η οποία είχε ήδη δύο παιδιά. Έζησαν μαζί μέχρι το θάνατο της το 1988.
Μιλούσε Αγγλικά και Γαλλικά. Διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της ΕΡΤ την περίοδο 1974 - 1975. Υπήρξε στενότατος φίλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το 1980 ίδρυσαν μαζί με τη σύζυγο του, Άννα Γουλανδρή, το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού.
Τιμήθηκε από την ελληνική πολιτεία με τον Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'.
Ο Δημήτρης Χορν τα τελευταία τέσσερα χρόνια (απ' το 1994), έπασχε από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Τελικά, πέθανε στις 16 Ιανουαρίου 1998, ύστερα από πολύμηνη μάχη, με τηνεπάρατη νόσο. Κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Μετά το θάνατό του, καθιερώθηκε στη μνήμη του βραβείο (Βραβείο Χορν), το οποίο απονέμεται σε νέους ηθοποιούς του θεάτρου.