Του Αντώνη Μποσκοΐτη
Έπεσε ξανά στα χέρια μου μετά από πολλά χρόνια το βιβλίο του Χάρη Σακελλαρίου ''Το θέατρο της Αντίστασης'' (εκδόσεις ΘΕΜΑ, 1989). Πρόκειται για ένα σημαντικό ντοκουμέντο που περιέχει αφενός σωσμένα έργα του λεγόμενου ''θεάτρου του Βουνού'' και αφετέρου δίνει πολλές πληροφορίες για το ιστορικό πλαίσιο της εποχής.
Ξεκινώντας από τις δημοσιεύσεις του Βασίλη Ρώτα στο περιοδικό ''Ελεύθερα Γράμματα'' το 1945, ο Σακελλαρίου παραθέτει όλη τη ''βιβλιογραφία'' για το θέατρο της Αντίστασης μέχρι και τη δεκαετία του 1980, τότε δηλαδή που η Μεταπολίτευση ακόμη καλά κρατούσε και μύριζε η τσίκνα από τα κομματικά φεστιβάλ. Γραφικότητες, θα έλεγε κανείς πριν μία δεκαετία, όχι φυσικά αναφορικά με τη χρήσιμη εργασία του συγγραφέα – ερευνητή, αλλά υπό το πλαίσιο μιας επίπλαστης νεοελληνικής ευμάρειας.
Η αλήθεια είναι πως πολλά από τα ''αντιστασιακά'' θεατρικά έργα γράφονταν στο πόδι. Οι επίδοξοι συγγραφείς τα άφηναν στη μέση ή έγραφαν μόνο την κεντρική τους ιδέα, φανερώνοντας όχι τόσο την ελλειπή θεατρική τους κατάρτιση, όσο τον πατριωτικό τους παλμό. Λογικό, εφόσον συχνά τα σφράγιζαν με το ίδιο τους το αίμα, κάνοντας το λόγο τους πράξη κανονικής θυσίας.
Ένα ήταν το μήνυμα – αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σακελλαρίου στο βιβλίο – ''το διώξιμο του καταχτητή και η δημιουργία μιας Ελλάδας λεύτερης από κάθε είδους δουλεία''. Γι' αυτό και σε πολλά απ' τα έργα η λύση – κάθαρση δινόταν κάπως πρόχειρα, διδακτικά και στρατευμένα.
Στο περίφημο ''Η μάνα του αντάρτη'', λόγου χάριν, που είχε γράψει ο Σακελλαρίου αυτοπροσώπως, όντας αντάρτης σε ηλικία 20 – 21 ετών, βάζει την κόρη της ηρωίδας να κεντάει και να σιγοτραγουδά ''Βροντάει ο Όλυμπος, αστράφτει η Γκιώνα''. Παρουσιάζει έτσι και την απήχηση που είχε το τραγούδι της Αντίστασης, στο περιθώριο των ''επίσημων'' ηχογραφήσεων της Σοφίας Βέμπο, μέσα σε μια λογική αναμόχλευσης και ''παντρέματος'' όλων των τεχνών.
Ο Αλέκος Ξένος ήταν ο αντάρτης συνθέτης που διέπρεψε με τραγούδια σαν ''Του μικρού χωριού'' σε στίχους Ναυσικάς Φλέγγα ή τον ''Ύμνο της ΠΕΕΑ'' σε στίχους του Γεράσιμου Σταύρου. Η σύζυγος του, Άννα Ξένου, υπήρξε δραστήρια ηθοποιός του ''θεάτρου του Βουνού''.
Ζωγράφοι που πρόσφεραν επίσης την τέχνη τους στην υπηρεσία του Αγώνα ήταν ο Ιάσωνας Μολφέσης και ο μεγάλος Μίνως Αργυράκης, αμφότεροι ΕΠΟΝίτες.
Δεν θα πρέπει όμως να αγνοείται και η συμμετοχή στο αντάρτικο Ιταλών και Γερμανών, που τόλμησαν να παρακάμψουν τα αντίστοιχα φασιστικά και ναζιστικά ιδεώδη, και να ενταχθούν στον ΕΛΑΣ, όπως συνέβη με τον Ιταλό πιανίστα Βιττόριο Μαροκίνι και τον Γερμανό σκιτσογράφο ''Μανώλη'' Γκέχαρτ – ο τελευταίος μάλιστα φιλοτεχνούσε τα συνθήματα του Αγώνα, εκτελούσε δηλαδή χρέη γραφίστα της εποχής!
Το βιβλίο ''Το θέατρο της Αντίστασης'' κλείνει με άγνωστα ποιήματα του Κώστα Βάρναλη, του Μενέλαου Λουντέμη, μέχρι και του Jean Richerin σε απόδοση του Ζαχαρία Παπαντωνίου. Παρατίθεται, τέλος, σπάνιο φωτογραφικό υλικό από ΕΠΟΝίτικους θιάσους εν ώρα δράσης και εικόνες συγκλονιστικές ενός καταταλαιπωρημένου κοινού που διατηρούσε ατόφια την ελπίδα.
Έχουμε 2013. Το θυμήθηκα, λοιπόν, αυτό το μοναδικό βιβλίο του Χάρη Σακελλαρίου, αφού το αυγό του φιδιού έχει σκάσει, η Αριστερά δαιμονοποιηθεί και ο πολιτισμός απαξιωθεί. Μάλλον σε ένα τέτοιο πλαίσιο ''σύγχρονης πολιτιστικής αντίστασης'' οφείλουμε να βλέπουμε και να κρίνουμε το ρεπερτόριο πολλών θεατρικών και αυτοδιαχειριζόμενων ομάδων. Δεν είναι μικρό πράγμα!