Αν υπήρχε θα ήταν 87.
Γιαγιά με λευκά μαλλιά, με βάδισμα μελωδικό, μπαλαρινίστικο και μάτια που στο άνοιγμά τους κατεβάζουν βροχή. Για τα δύο πρώτα δεν είμαι σίγουρη. Για το τελευταίο κόβω και τα χέρια μου. Τίποτα και κανένας δεν εμποδίζει τα μάτια να παραμένουν ίδια. Ακόμη και οι ρυτίδες που βαραίνουν τα πάνω βλέφαρα, ακόμη και αυτές είναι ανίκανες να δράσουν. Αυτά ανοίγουν με τον διαχρονικό τρόπο που επέλεξαν στο πρώτο λεπτό της ζωής.
Ελισάβετ Λούκου, Έλλη Λαμπέτη γεννημένη τον Απρίλη του 1926. Μια μπαλαρίνα με αρχή, μέση και τέλος. Από τη γέννησή της. Και ηθοποιός. Και με αυθεντικές ερωτικές επιστολές. Δικές της. Έφηβη ερωτευμένη. Αισθαντική ποιήτρια. Συναντά τον Ωραίο Θνητό και φεύγει μαζί του. Χωρίς μόνιμη κατοικία. Μαζί του.
Και ας περιμένει το θέατρο. Εδώ μιλάμε για οξυγόνο και ζωή. Δύο σώματα πάνω στο χώμα. Πάνω στη θάλασσα. Παντού.
Μ’ αρέσει από όλα πιο πολύ ο χαρακτηρισμός «Λαμπετάκι» που της είχε χαρίσει ο Σπύρος Μελάς. Σαν να εννοούμε όλοι «κοριτσάκι». Κοριτσάκι από επιλογή της φύσης. Γυναίκα από επιλογή δική της. Ακροβατούσε ανάμεσα στο κορίτσι με τα γυαλιστερά μαλλιά και την γυναίκα με την επιστημονική γοητεία.
Ζωγράφιζε ολόιδια την Γκάρμπο και ήταν μόνο 13 χρόνων. Το ηλιοβασίλεμα στα Βίλια σ’ ένα κομμάτι χαρτί. Είναι πολύ μικρή. Χορεύει. Δεν της έχει δείξει κανείς πώς να χορεύει , αλλά αυτή χορεύει σαν να πετάει λίγα μέτρα πάνω από τη γη. Η Αθήνα μια σκελετωμένη πόλη και στην οδό Ασκληπιού υπάρχει ένα φως. Η αγαπημένη μαθήτρια της Κοτοπούλη. Γίνεται δεκτή στη σχολή τυχαία. Ύστερα όλα έγιναν όπως έπρεπε. Η Κοτοπούλη προφητεύει, η Λαμπέτη «δανείζει» ονειροφαντασία σε όποιον την έχει ανάγκη.
Ερωτεύεται. Φεύγει. Τρέχει. Ένα πλάσμα που δεν το στρίμωξε καμιά εποχή και κανένας σκεβρωμένος κανόνας. Με τη φωτιά να τις καίει τις πατούσες, ζει την αργοκίνητη, τεράστια στιγμή χωρίς να έχει ακολουθήσει τα χορταριασμένα μονοπάτια της δειλίας και του τακτοποιημένου εγωισμού.
Δεν μπορείς να αποφύγεις τις «ανθηρές λεξούλες», όταν μιλάς γι’ αυτή τη γυναίκα.
Και είναι υπέροχο να βλέπεις να την κατατάσσουμε εμείς που γεννηθήκαμε μετά το θάνατό της στα «ποιητικά πλάσματα» έχοντας μόνο δει τις ελάχιστες ασπρόμαυρες ταινίες. Μόνο. Τις γραμμές του «κοριτσιού με τα μαύρα.» Το «Σ’ αγαπώ» της κάλπικης λίρας, το γέλιο-λοξιγκάκι στο «Κυριακάτικο ξύπνημα». Είναι τόσος όγκος της αλήθειας που δε γίνεται η κάθε εποχή να μην είναι αντικειμενική και γενναιόδωρη μαζί της.
Είμαι εμμονική με τη δεκαετία του ’50. Τότε που όλη η ροματζάδα κρυβόταν στα αέρινα φορέματα και τα μακριά μαλλιά. Πού και πού τις Κυριακές φτιάχνω τα μαλλιά μου «στεφανάκι». Μετά τα «Κυριακάτικα ξυπνήματα». Και κάποτε χάρισα και μια θεϊκή της ατάκα . «Γιατί είμαι αδύναμη, κακομαθημένη και σ’ αγαπώ»..Πρώτη μου φορά που δεν ήμουν αδέξια. Πρώτη φορά που η αγκαλιά που χώθηκα ύστερα ήταν τόσο ζεστή..
H Έλλη Λαμπέτη γεννήθηκε στα Βίλια Αττικής στις 13 Απρίλη 1926.
Χρύσα Φωτοπούλου