Για την «επιστήμη» είναι οι κωμικοί. Για τους ανθρώπους είναι
τα «απλά μικρά τους ονόματα». Η απλή τυχαία συνάντηση στο δρόμο. Μια αγκαλιά στα παρασκήνια. Πώς παράγεται το κύμα εκείνο του γέλιου που κάνει όλους τους αντιμέτωπους να συμμετέχουν σαν να γνωρίζουν από πριν τον ρυθμό; Γιατί είναι αποτελεσματικό αυτό το κύμα; Δε γελώ εύκολα. Τα ξεκαρδίσματά μου όμως τα θυμάμαι πολύ καλά. Και δεν υπαγορεύονται ούτε από κινησιολογικές ευκολίες, ούτε από καρτουνογκριμάτσες. Για όλα υπεύθυνη είναι η μαγεία του αυθορμητισμού και της αθωότητας. Δεν είναι συχνές οι εμφανίσεις τέτοιων σωμάτων με δυνατότητες εκσυγχρονισμένης κούκλας όπως του Ντίνου Ηλιόπουλου. Όπως συχνή δεν είναι και η σοβαρότητα να διαχειριστείς ένα τέτοιο ταλέντο. Μ’ αρέσουν αυτές οι φιγούρες. Που δε μεγαλώνουν με τον τρόπο που μεγαλώνει ο επαγγελματίας ενήλικας. Η αγάπη αρχίζει το ίδιο λεπτό που θα γίνει ορατό το σημείο της ταύτισης.
Ήταν ο Ντίνος. Με τα γυαλάκια του και τη διαπεραστική διαθεσιμότητα. Ένας ηθοποιός που κρατούσε στο μανίκι του φυλαγμένη όλη εκείνη την μαυρόασπρη επιδεξιότητα του ’60. «Ο κλόουν που δραπέτευσε από το φεγγάρι.» έχει πει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, ανέλπιστα απλά και εύστοχα.
Ήταν 4 Ιουνίου 2001, όταν ξαναγύρισε στο φεγγάρι.
* «Μια ζωή γεμάτη αυταπάτες,
μια ζωή χαμόγελο ζεστό,
κι όσο διαρκούσε η ταινία,
τόσο και με πήγαινε μακριά,
Θεέ μου, ας μην τελειώσει η αλητεία!
Θεέ μου, ας μην τελειώσει η ανθρωπιά!»
Τα χρυσόψαρα τα ονομάζω «Γρηγόρηδες». Δε χρειάστηκε ποτέ να εξηγήσω «γιατί».
Χρύσα Φωτοπούλου
*Γ. Ξανθούλης