Απόσπασμα από τη γενική δοκιμή της παράστασης "Πλούτος" του Αριστοφάνη, στην Επίδαυρο με το Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν (2001) σε σκηνοθεσία Μίμη Κουγιουμτζή.
Στο ρόλο της Πενίας η Σοφία Φιλιππίδου.
Ο Πλούτος είναι η τελευταία σωζόμενη κωμωδία του Αριστοφάνη. Γράφτηκε το 388 π.Χ., σηματοδοτώντας το πέρασμα από την Αρχαία στη Νεότερη Αττική Κωμωδία. Στην κωμωδία αυτή ο Αριστοφάνης διακωμωδεί τη κακή διανομή του Πλούτου, που, επειδή είναι τυφλός, πηγαίνει στους κακούς. Αλλά ένας χρηστός πολίτης, ο Χρεμύλος, μαζί με τον τετραπέρατο δούλο του Καρίωνα, περιθάλπουν τον τυφλό, τιμωρημένο από το Δία, θεό Πλούτο, που μικρός τυφλώθηκε για να αποφεύγει τους δίκαιους, τους σοφούς και τους έντιμους. Ο Θεός Πλούτος λοιπόν ξαναβρίσκει το φως του, μετά την γιατρειά που του προσφέρουν ο Χρέμυλος με τον δούλο του. Εκείνος δίνει τα πλούτη του στους αγαθούς και τους κακούς τους κάνει φτωχούς. Στην κωμωδία αυτή ο ποιητής δε διακωμωδεί ορισμένα πρόσωπα, αλλά και καταστάσεις και άτομα, όπως στις "Εκκλησιάζουσες". Γι' αυτό με τις δύο αυτές κωμωδίες ο Αριστοφάνης περνά από την αρχαία στη μέση κωμωδία.
Έτσι, με την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων, στήνεται ένα γαϊτανάκι, το οποίο αποτυπώνει στη σκηνή ένα μωσαϊκό της κοινωνίας της εποχής του Αριστοφάνη, που στη δίψα της για πλούτο μοιάζει τόσο με τη δική μας. Η βασική αντίθεση, στην οποία στηρίζεται το έργο, προβάλλεται από τον αγώνα λόγου ανάμεσα στον Χρεμύλο και την Πενία, με την τελευταία να ενσαρκώνει την ανάγκη που οδηγεί τον άνθρωπο στην καθημερινή δουλειά για την επιβίωση σαρκάζοντας τη φτώχεια των ημερών του Αριστοφάνη.