Ζαν Ζενέ (γαλλικά: Jean Genet, 19 Δεκεμβρίου 1910 - 1986), Γάλλος θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης. Ο περιθωριακός ομοφυλόφιλος και ιδιότροπος εκπρόσωπος του θεάτρου του παραλόγου, μέσα από τα έργα του απεικονίζει την ίδια του τη ζωή. Λωποδύτης, κατάδικος και εκδιδόμενος ομοφυλόφιλος, ο Ζενέ περιπλανήθηκε στην Ευρώπη, έγινε το αγαπημένο παιδί της γαλλικής διανόησης, αφοσιώθηκε σε έναν ακροβάτη, και αργότερα μεταμορφώθηκε από απολιτίκ σε ακτιβιστή, υποστηρίζοντας τους Μαύρους Πάνθηρες και ακολουθώντας Παλαιστίνιους στρατιώτες σε στρατόπεδα του Λιβάνου και της Ιορδανίας.
Πρώτα χρόνια
Νόθος γιος μιας πόρνης και ενός εργάτη ο μικρός Ζαν εγκαταλείφθηκε επτά μήνες μετά τη γέννησή του, το 1910. Παρ' όλο που μεγάλωσε σε στοργικό περιβάλλον, με δύο χωρικούς για γονείς, δεν άργησε να παρουσιάσει τάσεις περιθωριοποίησης. Απόπειρες φυγής από το σπίτι και μικροκλοπές αντικειμένων του χάρισαν τον τίτλο του κλέφτη στα 12 χρόνια του. Ήταν όμως άριστος μαθητής, γι' αυτό τον στέλνουν σε μια τεχνική σχολή έξω απ' το Παρίσι να μάθει το επάγγελμα του τυπογράφου. Το σκάει αμέσως για να κυνηγήσει το όνειρό του, το σινεμά, στην Αμερική. "Αποφάσισα να απαρνηθώ έναν κόσμο που με είχε απαρνηθεί" έγραψε για την τροπή που πήρε η ζωή του. Κλεισμένος σε αναμορφωτήριο από τα 15 του ως τα 18 του ο έφηβος Ζαν γνώρισε για τα καλά τη σκληρή δουλειά, την άσχημη όψη των ανθρώπων και μυήθηκε στον ομοφυλόφιλο έρωτα. Θέλησε να ξεφύγει και το προσπάθησε μέσω του στρατού, έφυγε όμως και από εκεί. Λιποτάκτης πια αλλάζει το επώνυμό του και περιπλανιέται στην Ευρώπη με τα πόδια, κλέβοντας ό,τι βρίσκει. Αλλά σε κάθε σταθμό του έχει προβλήματα με τις Αρχές. Φτάνοντας στη Γερμανία του Χίτλερ θα πεί "Αισθάνθηκα σαν να βρέθηκα σε ένα οργανωμένο στρατόπεδο με λωποδύτες. Είναι ένα έθνος κλεφτών".
Η "γέννηση" του συγγραφέα
Περνάει στη φυλακή τα επόμενα επτά χρόνια. "Βλέπω στους κλέφτες, στους προδότες, στους δολοφόνους, στους απόκληρους και στους μάγκες μια βαθιά ομορφιά, μια υπόγεια ομορφιά". Δημοσιεύει το πρώτο του κείμενο σε ηλικία 32 ετών, την "Παναγία των λουλουδιών", το πιο "εμπρηστικό" ίσως μυθιστόρημα του 20ού αιώνα. Το γράφει στο κελί του, σε ό,τι χαρτί βρίσκει. Οι φύλακες θα του το αρπάξουν, εκείνος θα το ξαναγράψει απ' την αρχή. Αποκτά την αναγνώριση της παρισινής κοινωνίας μετά τη γνωριμία του με τον Ζαν Κοκτώ, ο οποίος θα φροντίσει ώστε να εκδοθούν τα έργα του και θα τον βοηθήσει πολλές φορές να βγει από τη φυλακή. Ξαφνικά το παρουσιαστικό του Ζενέ αλλάζει. Βολτάρει στη Μονμάρτρη και στα παρισινά μπιστρό, ντυμένος μπουρζουά διανοούμενος, με χειροποίητα κοστούμια και μεταξωτές γραβάτες. Συναντά τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ, τον άνθρωπο που τον ανέδειξε και τον επηρέασε πιο πολύ απ' όλους. Ο Σαρτρ πρωτοστατεί σε μια κίνηση των διανοουμένων της εποχής, ώστε να μην εκτελεστεί η θανατική ποινή του Ζενέ το 1949, ενώ η βιογραφία του "Άγιος Ζενέ: Κωμωδός ή μάρτυρας", που βλέπει το φως της δημοσιότητας το 1952, όχι μόνο αποκαθιστά τη φήμη ενός πρώην θανατοποινίτη, αλλά τον αναδεικνύει ως κορυφαίο λογοτέχνη και βαθιά σκεπτόμενο άνθρωπο.
Ο μεγάλος έρωτας
Ο Ζενέ, από την ψυχανάλυση του Σαρτρ, δε θα ξαναγράψει για επτά χρόνια. Έχει μάθει όμως να ξαναγεννιέται από τις στάχτες του, πάντα ως κάτι άλλο, κάτι καινούριο. Αυτή τη φορά θα είναι ο θεατρικός συγγραφέας που θα αποσπάσει το χειροκρότημα του κοινού με τις "εμπρηστικές" του παραστάσεις που δε σέβονται την παραδοσιακή πλοκή, ούτε τους νόμους της ψυχολογίας. Ακολούθησαν κινηματογραφικές παραγωγές, βιβλία για τον Ρέμπραντ και τον Αλμπέρτο Τζιακομέτι και περιπλανήσεις ανά την Ευρώπη. Ξαφνικά η ζωή του θα αλλάξει και πάλι, πλάι στον Αμπντάλα Μπεντάγκα, τον 20χρονο ακροβάτη, τον πρώτο μουσουλμάνο εραστή του, στον οποίο θα αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι. Πληρώνει τους καλύτερους εκπαιδευτές, αναλαμβάνει ο ίδιος τη σκηνοθεσία του σόου του επάνω στο τεντωμένο σκοινί, τον πείθει να μην καταταγεί στο στρατό και ξεκινούν οι δυο τους περιοδείες. Η ιστορία τους όμως δεν είχε αίσιο τέλος. Έπειτα από έναν σοβαρό τραυματισμό του Μπεντάγκα, ο Ζενέ τον παρατάει. Εκείνος αυτοκτονεί και ο Ζενέ πέφτει σε βαριά κατάθλιψη. Καταστρέφει τα χειρόγραφά του και ανακοινώνει στους φίλους του ότι δεν θα ξαναγράψει ποτέ. Θα αποπειραθεί να αυτοκτονήσει το 1967.
Η πολιτικοποίηση του συγγραφέα
Δεν είχε εκτονώσει όμως όλο του το θυμό, όλη του την ενέργεια και γι' αυτό το λόγο δεν μπορούσε να πεθάνει ακόμη. Επινόησε μια νέα ζωή. Επέλεξε να πολιτικοποιηθεί. Με σύνθημά του για άλλη μια φορά τη βία, μάχεται στο πλευρό της επαναστατικής οργάνωσης Μαύροι Πάνθηρες κατά των φυλετικών διακρίσεων και του πολέμου στο Βιετνάμ και υπέρ των δικαιωμάτων των μεταναστών. Σειρά έπειτα έχουν οι Παλαιστίνιοι. Ο Ζενέ αποφασίζει να ζήσει με τους φενταγίν στην Ιορδανία το 1971, μετά την εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ των βασιλικών ιορδανικών δυνάμεων και των παλαιστινιακών οργανώσεων που είχαν καταφύγει στη χώρα. Το υλικό αυτής της επίσκεψης αποτελεί την πρώτη ύλη για το βιβλίο του "Αιχμάλωτος του έρωτα". Μόνο που ο Ζενέ δεν γύρισε πίσω να στρωθεί στο γράψιμο. Πέρασαν άλλα δέκα χρόνια ώσπου, το Σεπτέμβριο του 1982, επέστρεψε και πάλι στους Παλαιστίνιους, αυτή τη φορά στη Βηρυττό. Στο μεταξύ οι Ισραηλινοί μόλις είχαν εισβάλει στην πόλη. Ο Ζενέ ήταν ένας από τους πρώτους παρατηρητές που επισκέφτηκαν τον καταυλισμό των Παλαιστινίων στη Σατίλα, λίγες ώρες μετά την εισβολή των Χριστιανών Λιβανέζων Φαλαγγιτών.
Ο θάνατος
Ο Ζαν Ζενέ πέθανε ένα ήσυχο ανοιξιάτικο πρωινό του 1986. Μόνος σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στο Παρίσι, νικημένος από τον καρκίνο. "Σ' έναν σιωπηλό και ασήμαντο δρόμο, που ξαφνικά πήρε λάμψη, αποτελώντας την τελευταία στάση της ζωής του Ζενέ στην πόλη, την οποία μεταμόρφωσε και εξύβρισε χωρίς σταματημό" σημειώνει στο ξεκίνημα της βιογραφίας του ο Στίβεν Μπάρμπερ.
Εκπρόσωποι του θεάτρου του παραλόγου, το οποίο βασίζεται σε μη ρεαλιστικούς χαρακτήρες και καταστάσεις, σύμφωνα με το θεμελιωτή του όρου, τον κριτικό Μάρτιν Έσλιν, είναι οι Σάμουελ Μπέκετ, Ευγένιος Ιονέσκο, Ζαν Ζενέ και Αρτούρ Αντάμοφ.