Λάβε κόρη μου των μάρκων, πιάσε εκατομμυρίων,
διά να δεις ότι των Τζέρμαν είναι πράγματι κυρίων.
Σφάζουν, καίγουν πολεμώντες και σφοδρώς λεηλατούσι
πλην γνωρίζουν να πλερώνουν και τον λόγον των κρατούσι.
Όστις πήγεν από σφαίραν δέκα μάρκα να λαμβάνει,
ανά δέκα των ομήρων και σφαγέντες παρτιζάνοι,
δεκαπέντε να λαμβάνουν και να κάνουνε των τύχων
όστις έγλυφον με ζήλον συνθημάτων εις των τοίχων.
Κι όσοι λόγω αντιποίνων τους εθάψαν εις την γην
είκοσι στους συγγενείς του γράφει εις την διαταγήν.
Δι’ εκείνοι οι οποίους εβοήθησαν τον Γλέζον
πέντε μάρκα να λαμβάνουν κι όσοι έκρυπτον Εγγλέζων,
κι όσοι έκρυπτον Εβραίων, συλληφθέντες δυστυχώς,
ένα μάρκον δικαιούνται. Δεν μας φθάνουν ατυχώς.
Οι ακούγοντες Λονδίνον και σταλείς εις φυλακήν
6 μάρκα θα τους δίδω, λόγω σύμπτωσιν κακήν.
Δι’ αυτήν την εργασίαν μου πληρώνουν τον μιστό μου
φθάνουν και διά Καλαβρύτων και διά κάτοικοι Διστόμου.
Ας αρχίσουν πλησιάζων πρώτων των παλικαρίων,
όσοι έκειντο εις Μέρλιν και εις τόπον Χαϊδαρίων,
και μετά τυφεκισθέντες ας προσέλθουν και γδαρείς
ώστε άπαντων να γίνουν ευδαιμόνων και χαρείς.
Ο Χρύσανθος (Μέντης) Μποσταντζόγλου, γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Μποστ ήταν σκιτσογράφος και γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος. Γεννήθηκε το 1918 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1995.