Στις 16 Μαΐου 1959, σε συνέντευξη της η Κατίνα Παξινού στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φωτογραφήθηκε με το Όσκαρ που της είχε απονεμηθεί πριν 15 χρόνια (β' γυναικείου ρόλου για την συμμετοχή της στο "Για ποιον χτυπά η καμπάνα") δηλώνοντας με θάρρος, "Το Όσκαρ δεν είναι δικό μου. Ανήκει στην Ελλάδα", ενώ περιέγραψε τα πρώτα βήματα της καριέρας της όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά - το πιο ενδιαφέρον κομμάτι - στο εξωτερικό, όπου βρέθηκε ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες. Η περιγραφή έγινε σε πρώτο πρόσωπο και είναι καθηλωτική.
"Γεννήθηκα στον Πειραιά πολλούς μ.Χ. αιώνες. Ο πατέρας μου ήταν αλευροβιομήχανος. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου είχαν πέντε κόρες και δύο αγόρια. Αναμνήσεις ζωηρές της παιδικής μου ηλικίας δεν έχω... Το μόνο που θυμάμαι είναι μια... κηδεία.
Το ντεμπούτο στο θέατρο το έκανα 27 ετών κοντά στην αείμνηστη Μαρίκα Κοτοπούλη με τη "Γυμνή Γυναίκα". Ήμουν τότε η πρώτη Ελληνίς, που προερχόμενη από αστική οικογένεια, γινόταν ηθοποιός! Επανάσταση για την εποχή μας. Η μητέρα μου μ' έδιωξε από το σπίτι και με... αποκλήρωσε. Αργότερα, σαν να κατάλαβε πως το δίκιο το είχα εγώ, με συγχώρεσε.
Το 1929 γνωρίζομαι με τον Α. Μινωτή και αρχίζει η συνεργασία μας, χωρίς καμιά διακοπή από τότε - εκτός ενός πρόσκαιρου και αναγκαστικού χωρισμού κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Στα 1939, το Εθνικό θέατρο, στο οποίο ανήκω από το 1930, επιχειρεί τουρνέ στην Αγγλία. Παρουσιάζουμε τους "Βρικόλακες" του Ίψεν στα εγγλέζικα. Κατά τη διάρκεια της τουρνέ, κηρύσσεται ο παγκόσμιος πόλεμος και μένω στην Αγγλία.
Κατόπιν, όμως, πολλών ενεργειών και απολαμβάνουσα της προστασίας υψηλών προσώπων, μπαρκάρω κρυφά ως... καμαριέρα σ' ένα εγγλέζικο αντιτορπιλικό, που πήγαινε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στο πέλαγο, όμως, κι ενώ ήμαστε ανοιχτά της Ισλανδίας, μία τορπίλη στέλνει εμάς στις βάρκες και το πλοίο στο βυθό. Ήταν η 7η Μαρτίου 1941.
Μείναμε ναυαγοί 30 ώρες, ώσπου μας περισυνέλεξε ένα άλλο αντιτορπιλικό. Έτσι, έξι ημέρες μετά τον απόπλου μου από την Αγγλία για την Αμερική, βρέθηκα και πάλι στην Αγγλία. Νέες προσπάθειες, νέα απόπειρα και τελικά φθάνει μια μέρα, που πατώ το πόδι στη χώρα του αγάλματος της Ελευθερίας. Στην Αμερική μου.
Το 1942 γυρίζω μαζί με τον Γκάρυ Κούπερ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν το "Για ποιον χτυπά η καμπάνα". Το 1943 παίρνω το Όσκαρ για το ρόλο της τσιγγάνας Πιλάρ, που ενσάρκωσα στο έργο αυτό. Εν συνεχεία, μου δίδεται η ευκαιρία να συνεργασθώ κατά καιρούς και σε διάφορα φιλμ με τους Σαρλ Μπουαγιέ, Λορίν Μπακόλ, Όρσον Ουέλς, Τάιρον Πάουερ και άλλους διάσημους συναδέλφους μου.
Κι αν κάποτε, όπως σκέφτομαι, γράψω τα απομνημονεύματα μου, μια εξέχουσα θέση θα καταλάβουν όλοι όσοι γνώρισα εκεί κάτω, στη χώρα που μου άνοιξε την αγκαλιά της και με βοήθησε στη δύσκολη πορεία, που ακολουθεί κάθε θεατρίνος...".
Το εντυπωσιακό είναι ότι η συγκεκριμένη εφημερίδα, το ΕΜΠΡΟΣ, κάποια χρόνια νωρίτερα είχε αμφισβητήσει τη δραστηριότητα της Παξινού στις Ηνωμένες Πολιτείες κατηγορώντας τη για... "αντεθνική δράση".
Ήταν το καλοκαίρι του 1945, όταν τα πολιτικά πάθη στο εσωτερικό της χώρας τύφλωναν τους περισσότερους, οι οποίοι δεν έκριναν τους ανθρώπους για το έργο, αλλά για τις ιδέες τους. Δεν θα είχε νόημα, ίσως, να αναφερθούμε στις θλιβερές εκείνες επιθέσεις, όμως αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της ανοησίας που επιφέρει ο πολιτικός φανατισμός, ο οποίος άλλωστε ώθησε τη χώρα και σ' έναν αιματηρότατο εμφύλιο πόλεμο εκείνη την περίοδο. Σε δημοσίευμα της 13ης Ιουλίου 1945, η εφημερίδα έκανε λόγω για διάφορους "παράγοντες του κομμουνισμού (που) έχουν σταλεί εκεί και... οργιάζουν κυριολεκτικά εις βάρος της Ελλάδος" και οι οποίοι "επιτήδειοι πράκτορες της αντεθνικής προπαγάνδας, έχουν κατορθώσει να τυλίξουν πολλούς αφελείς ομογενείς, οι οποίοι ενισχύοντες τα κομμουνιστικά συνθήματα πιστεύουν ότι εξυπηρετούν την υπόθεσιν της Ελλάδος".
Πηγή: ola-ta-kala.blogspot.gr