Δεν θα τον ξεχνούσαμε την ημέρα της γιορτής του. Μόνο που δεν μπορούμε να του ευχηθούμε, μπορούμε όμως να του υποσχεθούμε ότι θα παραμείνει λαμπερός και βαθιά συγκινητικός μέσα στις καρδιές μας. Μια λεπτοκαμωμένη αεικίνητη φιγούρα που ξεχείλιζε ταλέντο στη σκηνή και αξιοπρέπεια, ήθος, σεμνότητα στη ζωή. Τόσο χαρισματικός και τόσο αθόρυβος.
Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του ελληνικού θεάτρου και του κινηματογράφου. Η προσπάθειά του να φοιτήσει στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, δίνοντας εξετάσεις με ένα ποίημα του Καβάφη, στέφθηκε με αποτυχία διότι θεωρήθηκε ότι δεν διέθετε τον απαραίτητο, για την εποχή, στόμφο και το ανάλογο παράστημα.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος δεν απογοητεύτηκε, διέθετε πείσμα και υπομονή, έτσι, γράφτηκε στην ιδιωτική σχολή του διεθνούς φήμης διευθυντή του Θεάτρου «Σάρα Μπερνάρ», Γιαννούλη Σαραντίδη, που είχε έρθει στην Αθήνα πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για να σκηνοθετήσει μερικά έργα της Μαρίκας Κοτοπούλη και να επιστρέψει πάλι στο Παρίσι. Δυστυχώς, το ξέσπασμα του πολέμου δεν του επέτρεψε να φύγει κι έτσι ίδρυσε τη δραματική σχολή «Γιαννούλη Σαραντίδη», όπου ο Ηλιόπουλος είχε την ευκαιρία να μαθητεύσει δίπλα στους Γιώργο Βακαλό, Θράσο Καστανάκη, Γιώργο Θεοτοκά, Γιάννη Σιδέρη και Αντώνη Γιαννίδη.
Θα κάνει το ξεκίνημά του στο θεατρικό σανίδι το 1944, με το θίασο της κυρίας Κατερίνας, στο έργο «Κυρία, σας αγαπώ». Αργότερα θα παίξει στους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν κ.ά. αποκομίζοντας πάντα θετικά σχόλια για τις ερμηνείες του. Χαρακτηριστικά, ο σπουδαίος ηθοποιός της εποχής Βασίλης Λογοθετίδης είχε πει για το νεαρό, τότε, Ηλιόπουλο: «Τι σπουδαίος! Τι φανταστικός κλόουν! Αυτό θα πει θέατρο!».
Η πρώτη από τις πολλές κινηματογραφικές συμμετοχές του Ηλιόπουλου θα γίνει το 1948 με την ταινία «Εκατό χιλιάδες λίρες». Το κινηματογραφικό κοινό πολύ γρήγορα τον αγκάλιασε και η αναγνωρισιμότητά του τού επέτρεψε να ηγηθεί από το 1953 και θεατρικού θιάσου στο Θέατρο Κοτοπούλη-Ρεξ, όπου παρουσίασε την κωμωδία «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», με πρωταγωνίστρια την Άννα Συνοδινού.
Το 1963, δημιουργεί τη δική του θεατρική στέγη, στο Θέατρο Γκλόρια, σαν επιχειρηματίας και θιασάρχης. Ανεβάζει κωμωδίες ελλήνων και ξένων συγγραφέων, που γίνονται μεγάλες θεατρικές επιτυχίες και μεταφέρονται και στον κινηματογράφο, όπως τα «Ξύπνα Βασίλη», «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Εξοχικό κέντρο ο Έρως», «Ζητείται ψεύτης», «Έκτο πάτωμα» κ.ά.
Παράλληλα με τις θιασαρχικές του δραστηριότητες, ο Ντίνος Ηλιόπουλος έπαιξε με το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο, έργα του κλασσικού ρεπερτορίου. Επίσης συνεργάστηκε με τον Αλέξη Σολομό στο «Προσκήνιο». Το 1972, συμπρωταγωνίστησε με την Έλλη Λαμπέτη, στο μιούζικαλ «Γλυκιά Ίρμα».
Το 1974 έκανε μια περιοδεία σε εξήντα πόλεις των ΗΠΑ και του Καναδά, με τα έργα: «Ζητείται ψεύτης» και «Θεσμοφοριάζουσες». Η περιοδεία κρατάει ενάμιση χρόνο, πρωτοφανές διάστημα για ελληνικό θίασο.
Επίσης, ο Ηλιόπουλος έγραψε το μουσικό έργο «Κοντσέρτο για τρομπόνι» (διασκευή από τους «Μέναιχμους» του Πλαύτου) και «Γιάννης Τζόνι και Ιβάν» (διασκευή από το έργο του Γκολντόνι «Υπηρέτης δυο αφεντάδων»), καθώς και τα σατυρικά δοκίμια: «Προσδεθείτε» και «Ο Ντίνος στη χώρα των θαυμάτων». Επίσης, τη βιογραφία του με τίτλο «Ένας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος».
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος ήταν ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του θεάτρου και γενικότερα της τέχνης. Υπήρξε ένας από τους ευγενέστερους ανθρώπους που πέρασαν ποτέ από τον καλλιτεχνικό χώρο. Έλαμπε και ξεχώριζε από τη φινέτσα και την αυθόρμητη απλότητα της ερμηνείας του. Συνεργάστηκε με όλους τους ηθοποιούς της ελληνικής σκηνής, μεγάλους και μικρούς, τους αγάπησε και τον αγάπησαν, τους σεβάστηκε και το σεβάστηκαν.
Για την προσφορά στο θέατρο τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α'. Επίσης του απενεμήθη το 1999 το Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών από το Δήμο Αθηναίων, αλλά και τιμητική πλακέτα το 2000, από το Δήμο Πειραιά.
Πηγή: greekfavoritemovies