Ο Μ. Καραγάτσης, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Γενιάς του '30, έγραψε, εκτός από πεζογραφήματα κριτικές για το θέατρο και θεατρικά έργα.
Το 1956 ανέλαβε τη στήλη της κριτικής θεάτρου της εφημερίδας "Βραδυνή" και την κράτησε ως το θάνατό του, το 1960.
"Ο Καραγάτσης εμφανίζεται με περισσή τόλμη και αρκετή ευθυκρισία.
Αντιμετωπίζει το θεατρικό γεγονός όχι με την αντισηψία του αυστηρού διανοούενου αλλά με το πάθος του φημιουργού, είτε ορθοτομεί, είτε όχι. Η κριτική του κατά έναν τρόπο συνιστά άτυπη συνέχιση της καθημερινής πεζογραφικής του εργασίας, έχει στοιχεία από τη ρώμη της, από την έντασή της, ακόμη και από τη βιαιότητα ή την ανατρεπτικότητά της.
Ο Καραγάτσης στις κριτικές του βρίσκεται σε ίση απόσταση από τον έπαινο και από τον ψόγο. Η ήδη κερδισμένη τότε ευρεία αποδοχή του πεζογράφου επιτρέπει και ενθαρρύνει τον κριτικό σε ανενδοίαστες αποδοκιμασίες όπως και σε πλουσιοπάροχα εγκώμια, χωρίς εκείνος να μετράει το προσωπικό του κόστος μέσα σε μια μικρή και στενόκαρδη Αθήνα.
Όπως και στη γραφή του έτσι και σε ό,τι θεάται και κρίνει, ο Καραγάτσης νοιάζεται λιγότερο για το περιεχόμενο και λιγότερο για τη μορφή. Ο στόχος της εμπλοκής του σε αυτή την υπόθεση είναι πρωτίστως κοινωνικός, άρα πρωτίστως παιδευτικός."
(του Γιάννη Βαρβέρη *)
Το 1946 το Θέατρο Τέχνης παρουσίασε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, το "Γυάλινο κόσμο" του Τένεσι Ουίλιαμς, σκηνοθετημένο από τον Κάρολο Κουν, με τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, με τους Κάρολο Κουν, Έλλη Λαμπέτη, Λυκούργο Καλλέργη στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ο Μ. Καραγάτσης έγραψε:
"Ο κ. Κουν έπαιξε σαν ηθοποιός τον πρώτο ανδρικό ρόλο. Ο κ. Καλλέργης απέδωσε πολύ καλά το ρόλο του νεαρού, θετικού και πεζολόγου Αμερικανού. Όσο για τη δ. Λαμπέτη, πρέπει να ομολογήσουμε ότι εγέμισε τη σκηνή με το δημιουργικό παίξιμό της. Μολονότι αποφεύγω τις προφητείες, έχω την εντύπωση πως αυτή η κοπελίτσα θα πάει μακριά και ψηλά."
"Με κυρίαρχο το αίτημα της ελληνικότητας, η θεώρηση του Καραγάτση για την αναβίωση της τραγωδίας διερευνά τις δυαντότητες για μια σύγχρονη παρουσίαση, με σεβασμό στην ποιητικότητα και στο μεταφυσικό στοιχείο του είδους.
Ο Καραγάτσης, που παρακολουθεί συστηματικά τη θεατρική κίνηση της Αθήνας, συγχαίρει και στηλιτεύει, αποδοκιμάζει ή ενθαρρύνει ηθοποιούς, σκηνοθέτες, σκηνογράφους, μουσικοσυνθέτες.
Υποστηρίζει με σθένος τις σκηνικές αναζητήσεις της εποχής: Ενισχύει την εκδοχή ενός Αριστοφάνη με λαϊκότροπες αναλογίες στις πρωτοποριακές σκηνοθεσίαες του Σολομού και επιδοκιμάζει τους πειραματισμούς του Κουν στο Θέατρο Τέχνης. Αναγνωρίζει τις ανανεωτικές προτάσεις του Ροντήρη και του Μινωτή στο επίπεδο της εκφοράς του λόγου. Υπερασπίζεται με ενθουσιασμό τη σκηνογραφική και ενδυματολογική όψη των Τσαρούχη, βακαλό, Βασιλείου, Μόραλη και την εμπνευσμένη μουσική του Χατζιδάκι.
Τέλος, προβλέπει με εκπληκτική ακρίβεια από τις πρώτες ήδη εμφανίσεις τους, τη λαμπρή σταδιοδρομία του Αλέξη Σολομού, της Έλλης Λαμπέτη ακι πολλών άλλων."
(από το οπισθόφυλλο του βιβλίου "Κριτική θεάτρου 1954-1960" *)
"Τα κριτήρια της αξιολόγησης ενός θεατρικού έργου, για τον Καραγάτση, είναι η πρωτυπία του θέματος και η θέση του συγγραφέα, ο τρόπος τεκμηρίωσης αυτής της θέσης, δηλαδή η πειστικότητα που βασίζεται στην αληθοφάνεια και την αυτοτέλεια των ηρώων, και, τέλος, τα τεχνικά λογοτεχνικά μέσα που υπηρετούν τα προηγούμενα.
Στα κλασικά έργα δεν διστάζει να εκτεθεί προκαλώντας και να σταθεί κριτικά ως προς την αξία τους, πράγμα που ενοχλεί.
Ξεχωριστή θέση κατέχει στη συνείδηση του Καραγάτση ο Τένεσσι Ουίλλιαμς.
Οι αντιρρήσεις του για τον Μπρεχτ στηρίζονται στην τεχνική επεξεργασία των θεμάτων αλλά και στην ιδεολογική του στράτευση, η οποία δεν του επιτρέπει, κατά τον Καραγάτση, να είναι πραγματικά πνευματικά ελεύθερος.
Στον Τσέχωφ ενοχλείται κυρίως από την ήττα και τη μελαγχολία των ηρώων.
Εκτιμά το σκηνικό ευρετικό δαιμόνιο του Πιραντέλο.
Εκστασιάζεται με την ποιητική γραφή του Λόρκα στο "Ματωμένο γάμο":
εισαγωγή - επιμέλεια: Ιωσήφ Βιβιλάκης,
πρόλογος: Κ. Γεωργουσόπουλος
"Σκηνικός χειρισμός απλούστατος, αλλά μεγαλοφυώς απλούστατος. Λόγος υψηλός, αγνώς ποιητικός, αλλά ξεκαθαρισμένος από κάθε μεγαλόπνοο τάχα βερμπαλισμό. Έργο πρωτόγονο, που αναπλάθει το δράμα ανθρώπων πρωτόγονων. Αλλά μ' εκείνη τη συγκλονιστική αξιοπρέπεια που χαρακτήριζε κάποιους άλλους ανθρώπους, που ήσαν πολύ πιο άνθρωποι απ' όσο είμαστε εμείς. Ανθρώπους που νιώθουν μέσα στον πρωτογονισμό τους, τις μεγάλες ηθικές αξίες της ζωής. Που χάνονται καθημερινώς, διωγμένες από την εκφυλιστική επίδραση του στενόκαρδου ματεριαλισμού. "
(του Ιωσήφ Βιβιλάκη, *
καθηγητή του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών)
Τα θεατρικά έργα του Μ. Καραγάτση:
"Μπαρ Ελδοράδο": παρουσιάζεται το 1946, από τις 3 Απρίλη ως τις 5 Μάη, από το θίασο Αλίκης - Μουσούρη με τους Κώστα Μουσούρη, Νανά Σκιαδά, Κυβέλη Μυράτ, Σπύρο Μουσούρη και Στέλιο Βόκοβιτς.
"Κάρμεν": "Γράφτηκε το 1948, ανέβηκε την ίδια χρονιά για λίγες μόνο παραστάσεις στο θέατρο Κοτοπούλη σε σκηνοθεσία Τάκη Μουζενίδη με τη Νανά Σκιαδά στον ομώνυμο ρόλο της φλογερής πρωταγωνίστριας, αλλά κατέβηκε με αρνητικές κριτικές για να μείνει έκτοτε καταχωνιασμένο και αδημοσίευτο.
Το χαρακτηριστικό στοιχείο του έργου είναι το φαινόμενο του θεάτρου μέσα στο θέατρο. Είναι πλούσιο σε σκηνές και σε πρόσωπα. Εκτυλίσσεται σε δυο δράσεις. Στην πρώτη, το αυτοκρατορικό ζεύγος της Γαλλίας παρακολουθεί την ανάγνωση της νουβέλας του Μεριμέ από τον ίδιο το συγγραφέα και σε δεύτερο πλάνο - στην κύρια δράση εξιστορούνται επί σκηνής όλα τα περιστατικά της νουβέλας. κάθε τόσο ο Μεριμέ, που διαβάζει το υπό έκδοση διήγημά του, σχολιάζει με το αυτοκρατορικό ζεύγος τη συμπεριφορά της Κάρμεν."
Το αυτοτελές θεατρικό κείμενο εντόπισε ο καθηγητής Γιώργος Φρέρης.
"Παρ' όλο που ο μύθος της Κάρμεν είναι γνωστός για τη μεταφορά του στην όπερα και στον κινηματογράφο, δεν υπάρχει μια επεξεργασία του ίδιου θέματος στη λογοτεχνία παρά μόνο από τον Καραγάτση." εξηγεί ο καθηγητής και επισημαίνει πως "Σε σχέση με το αρχέτυπο, η Κάρμεν - η χιτάνα, του Καραγάτση, δείχνει ότι πέρα από τη λογική υπάρχουν στοιχεία τα οποία καθορίζουν τη μοίρα του ανθρώπου, αυτό που ονομάζει ριζικό. Αν ο Μεριμέ προσφέρει μια εν μέρει λογική εξήγηση στη συμπεριφορά της ηρωίδας του, ο Καραγάτσης δίνει μεγάλη σημασία στο ένστικτο, δηλαδή στη λίμπιντο, διότι στο διάστημα αυτό μεσολάβησε ο Φρόιντ. ταυτόχρονα προσθέτει στοιχεία της θρησκείας. Στην ουσία ο Μεριμέ είναι ο Καραγάτσης που σχολιάζει την ηρωίδα του."
(της Γιώτας Μυρτσιώτη *)
(Αδημοσίευτα θεατρικά έργα του Μ. Καραγάτση, που εντόπισε ο Κριστιάν Φιλιππούσης:)
"Η βασιλομήτωρ": ηρωίδα του έργου είναι η αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Θεοφανώ. το έργο μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο, διασκευασμένο από την Ιουλία ιατρίδη και σηνοθετημένο από το Μήτσο Λυγίζο.
"Βασίλισσα Αμαλία": μονόπρακτο που παίχτηκε στο σπίτι του στην περίοδο της γερμανικής κατοχής, με το Γιάννη Τσαρούχη στον ομώνυμο ρόλο.
"Ο χαμένος δελφίνος"
"Βασιλική", "Τα χταποδάκια": διασκευές διηγημάτων του.
Το νεοκλασσικό του '30, στην πλατεία Αμερικής, μετατράπηκε σε χώρο τέχνης.
Στο σπίτι που ο Μ. Καραγάτσης έμεινε από το 1930 ως το 1940 και στο οποίο γύρισε κάποιες σκηνές για την ταινία του "Καταδρομή", ο ηθοποιός Βασίλης Βλάχος δημιούργησε έναν πολυχώρο τεχνης, την Αλεξάνδρεια, ένα νεοκλασσικό του '30, στην πλατεία Αμερικής.