Το Φεστιβάλ Αθηνών και το Θέατρο του Νέου Κόσμου παρουσιάζουν στις 17-18 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου τον Αίαντα του Σοφοκλή σε μετάφραση Δ. Ν. Μαρωνίτη και σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου.
Ο σκηνοθέτης γράφει για την παράσταση:
Στον Αίαντα του Σοφοκλή συγκρούονται δύο κόσμοι: ο ηρωικός, με εκφραστή τον Αίαντα, και η νέα τάξη πραγμάτων, όπου κυριαρχεί η πολιτική, με εκφραστή τον Οδυσσέα. Ο Αίας, στην κρίση των όπλων του Αχιλλέα, χάνει τα όπλα που δικαιωματικά του ανήκουν, αφού αυτός είναι ο καλύτερος πολεμιστής ανάμεσα στους Αχαιούς μετά το θάνατο του Αχιλλέα. Χάνει αυτό το έπαθλο της αριστείας από συμπαιγνία των αντιπάλων του, που μεροληπτούν υπέρ του Οδυσσέα. Ο Αίας θίγεται βαθιά από τη μεγάλη αδικία. Τυφλωμένος από την οργή, επιχειρεί να επιτεθεί στις σκηνές των αντιπάλων του, όμως η Αθηνά θολώνει το μυαλό του και η φονική του μανία ξεσπάει στα κοπάδια, τη λεία των Αχαιών. Όταν συνέρχεται και συνειδητοποιεί τι έκανε, η αξιοπρέπειά του έχει πληγεί τόσο ώστε ο ήρωας επιλέγει να αυτοκτονήσει.
Το έργο αρχίζει με ένα εκπληκτικό θεατρικό εύρημα του Σοφοκλή: Ο Οδυσσέας συνομιλεί με την Αθηνά χωρίς να τη βλέπει. Ούτε όμως ο Αίας τη βλέπει όταν εμφανίζεται στη σκηνή, όπου επιπλέον η Αθηνά κάνει και τον Οδυσσέα αόρατο για τον Αίαντα, ενώ ο Οδυσσέας βλέπει τον Αίαντα, και το κοινό τους βλέπει και τους τρεις! Ο Οδυσσέας λοιπόν συνομιλεί με την Αθηνά, που είναι υπαρκτή θεά ή δαίμονας του μυαλού του, και μαζί απεργάζονται την καταστροφή της δημόσιας εικόνας του Αίαντα, που με την εντιμότητα και το ήθος του εκπροσωπεί έναν κόσμο που πρέπει να τελειώσει, τώρα που και ο Τρωικός πόλεμος πλησιάζει στο τέλος του. Ο Αίας δεν είναι απλώς μια πολεμική μηχανή. Πέρα ακόμα και από σύμβολο ενός αξιακού συστήματος, αυτού που ονομάζουμε “ηρωικός κόσμος”, είναι ένας αντάρτης που, προσδιορίζοντας μόνος του το «φυσικό του», ξεκαθαρίζει ότι «δεν είναι οφειλέτης στους θεούς για τίποτα». Κι αν λίγο αργότερα λέει ότι «πρέπει να υποχωρούμε στους θεούς», αυτό δεν είναι παρά στρατήγημα αναγκαίο για τη δραματική λειτουργία, αφού με τον λόγο της πλαστής μεταμέλειάς του μπορεί να ξεφύγει από τη φύλαξη των οικείων του. Ένας «ωραία μονάχος» λοιπόν, όπως τον αποκαλεί ο Παντελής Μπουκάλας στο ομώνυμο ποίημά του «Αίας», που ακούγεται στην παράσταση.
Από την άλλη ο Οδυσσέας δεν είναι απλώς ένας πανούργος που μηχανορραφεί, αλλά ένας δαιμόνιος πολιτικός νους που ξέρει να διαχειρίζεται δύσκολες καταστάσεις και να βγαίνει κερδισμένος. Μπορεί επίσης να δείχνει συμπόνια για τον άψυχο πια αντίπαλό του, αναγνωρίζοντας ίσως και τη δική του μοίρα στη μοίρα του νεκρού. Όταν οι αρχηγοί σύμμαχοί του Μενέλαος και Αγαμέμνονας προσπαθούν να εμποδίσουν την ταφή του Αίαντα, ο Οδυσσέας, πάνω από το σώμα του νεκρού ήρωα, είναι εκείνος που με τη σωτήρια παρέμβασή του αποτρέπει την εμφύλια σύρραξη και καρπώνεται το κλέος, στο τέλος του έργου. Ο κόσμος πια θα είναι αλλιώς.
Το ήθος, οι ευαισθησίες και η ακεραιότητα του Αίαντα δεν φωτίζονται μόνο από τα παλικάρια του, τους Σαλαμίνιους ναύτες του χορού, κι από τον αδελφό του τον Τεύκρο, αλλά κυρίως από την Τέκμησσα, τη γυναίκα που κέρδισε με το δόρυ του, σκοτώνοντας τους γονείς της – κι εδώ είναι το μεγαλείο του Σοφοκλή. Αυτή η ξένη, η αιχμάλωτη, τον αγάπησε, μοιράστηκε το κρεβάτι μαζί του, και γνωρίζοντάς τον καλύτερα απ’ τον καθέναν ένιωσε πρώτη σε ποιο σιωπηλό μονοπάτι βαδίζει ο Αίας. Και μετά το τέλος του ακούμε από τα χείλη της έναν από τους καλύτερους δημόσιους λόγους για τον ήρωα και τις αξίες του. Μια από τις τελευταίες της φράσεις είναι: “Ό,τι λαχτάρησε το απόχτησε, τον θάνατο που θέλησε”. Ύστερα από αυτό, μέχρι το τέλος του έργου, επιλέγει τη σιωπή.
Η παράσταση προσπάθησε να κινηθεί ανάμεσα στην αφήγηση και την υπόκριση. Με την παρουσία ενός ραψωδού, που βγαίνει μέσα από το χορό, και με τη βοήθεια της μουσικής, θελήσαμε να φτιάξουμε μια παράσταση που να είναι ένα τραγούδι για τον Αίαντα, Για τον κάθε Αίαντα ως τις μέρες μας. Κι επειδή με ενδιαφέρει, ακόμα και ώς υπόθεση εργασίας, να βρίσκω αναλογίες μέσα στο χρόνο, ακόμα και μέχρι την εποχή μας, η σκέψη μου στάθηκε στην Επανάσταση του ’21. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ένας ήρωας, από τις μεγαλύτερες μορφές του Αγώνα, ένιωσε στο πετσί του τον παραμερισμό του από τους πολιτικούς. Η νέα τάξη πραγμάτων δεν τον χρειαζόταν τον χτεσινό ήρωα, έπρεπε να τον ακυρώσει. Αμαυρώνοντας το όνομά του και παίρνοντας τη ζωή του με τον πιο βίαιο τρόπο. Αυτές οι αναλογίες, που βασίζονται σε κάποια κοινά στοιχεία, δεν χρειάζεται να δηλώνονται φωναχτά, ωστόσο επηρέασαν τη σκηνοθετική ματιά, τη μουσική και την αισθητική της παράστασης.
Πάνε χρόνια που ο φίλος Μίμης Μαρωνίτης μου έδωσε τη μετάφραση του Αίαντα. Ήρθε η ώρα να γίνει παράσταση. Τον ευχαριστώ κι απ’ αυτή τη θέση που μου την εμπιστεύτηκε.
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ