Το ρεσιτάλ ενός ευφάνταστου δανδή.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, είναι απατεώνας! Πείστηκα. Είναι πανούργος, κομψευόμενος, ψεύτης, ασυνείδητος, αλλά γοητευτικός. Είναι ο τέλειος Χλεστακόφ! Όπως ακριβώς θα τον φανταζόταν ο Γκόγκολ.
Είναι ο τυχοδιώκτης, που ξέρει να λέει ιστορίες, να φλερτάρει, να εξαπατά, είναι ο έκλυτος, ο κακομαθημένος άντρας, που με μεθυστική μαεστρία σε κλέβει και σε κοροϊδεύει μπροστά στα μάτια σου, σου ζητά να τον δανείσεις και να του έχεις και υποχρέωση που δέχθηκε να δανειστεί.
Απαστράπτων στο λαμπερό κοστούμι του Μετζικώφ, είναι ο τύπος που όλοι θα θέλαμε στην παρέα. Ευρηματικός, μπον βιβέρ, συνομιλητής με οίστρο και χιούμορ, χαριτωμένα κακομαθημένος, επιτήδειος στο να αποκαλύπτει την ανοησία και την ελαστική ηθική της εξουσίας..
Κολυμπάει αριστοτεχνικά, - με τις σοφές οδηγίες του Σπ. Ευαγγελάτου- στο πέλαγο διαφθοράς, απληστίας, συναλλαγής, δεσποτισμού και διαπλοκής, της ρωσικής επαρχίας του 1836, τόσο ίδιας με τη σύγχρονη Ελλάδα. Κι είναι αυτός, που αναδεικνύει το γέλιο ως ''ένα μέσον διακωμώδησης όσων υποβαθμίζουν την πραγματική ομορφιά του ανθρώπου''.
Τον αγάπησα, γιατί δεν είναι επαγγελματίας απατεώνας, απλώς το διεφθαρμένο καθεστώς γύρω του, δεν τον αντέχει τίμιο.
Κωνσταντίνε, υποκλίνομαι.