Μοιραίο Φως
Η Μεγάλη Χίμαιρα του Μ. Καραγάτση στην αναθεωρημένη της μορφή του '54, είναι σίγουρα ένα από τα πιο γνωστά και αγαπητά μυθιστορήματα στην Ελλάδα τα τελευταία 60 χρόνια. Η μεταφορά του στην σκηνή με κέντριζε εμμονικά εδώ και κάμποσο καιρό. Γιατί άραγε, σκέφτομαι; Τώρα που βρίσκομαι ένα βήμα από την πραγματοποίηση του οράματος, νομίζω ότι ξέρω πια την απάντηση: αναζητώ την ουτοπία. Με τραβάει σαν μαγνήτης ο κατάμαυρος ρομαντισμός, καλά κρυμμένος κάτω από τον μανδύα του κυνισμού, ή ακόμα και της ωμότητας. Ο Καραγάτσης για μένα αυτό ήταν κι αυτό αντιλαμβάνομαι γονιδιακά. Η Μαρίνα δεν είναι παρά ένα φάντασμα, μια οπτασία, είναι αυτό που οι άντρες θέλουν να βλέπουν σε μια γυναίκα. Είναι κατ' επέκτασιν το άπιαστο της αγάπης, η ματαιότητα της ύπαρξης, η τραγική παρεξήγηση στην επαφή μας με το αλλότριο. Ο Καραγάτσης είναι ένας φαινομενικά ψυχρός ανατόμος, κατ' ουσίαν όμως βαθύτατα απελπισμένος. Η Χίμαιρα είναι το τελευταίο κομμάτι ενός γοητευτικού παζλ που συγκροτούν τα μυθιστορήματα «Γιούγκερμαν, Λιάπκιν και Χίμαιρα» με τον κοινό τίτλο «Εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο». Στα βιβλία αυτά ο Καραγάτσης μελετάει ενδελεχώς την δυνατότητα προσαρμογής των ξένων στην ελληνική πραγματικότητα. Το συμπέρασμα που βγαίνει είναι αρκετά σαφές όσο και σοκαριστικό: ούτε ο Φιλανδός, ούτε ο Ρώσος, ούτε η Γαλλίδα θα καταφέρουν να νιώσουν ποτέ Έλληνες. Φενάκη, ουτοπία, υπέρμετρη φιλοδοξία; Πετυχαίνουν, γίνονται σημαίνοντα πρόσωπα, ερωτεύονται τον τόπο, τους ανθρώπους, το πνεύμα αυτής της χώρας, όμως το σκληρό φως της, τους κατακαίει τελικά. Σαν μύγες μαγευόμαστε από το άγνωστο, από το εκτυφλωτικό φως, για να γίνουμε παρανάλωμα σε μια στιγμή. Αυτή την μοιραία στιγμή περιγράφει ο Καραγάτσης.
Δημήτρης Τάρλοου
Πληροφορίες για την παράσταση που θα ανέβει στο Φεστιβάλ Αθηνών θα βρείτε εδώ