Το Εθνικό Θέατρο στο πλαίσιο του προγραμματισμού για το καλοκαίρι του 2015, ανακοινώνει ότι μια από τις παραγωγές του θα είναι: «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη, σε μετάφραση Μίνωα Βολανάκη, σκηνοθεσία Γιάννη Μπέζου και μουσική Κωστή Μαραβέγια.
Η υπόθεση του έργου είναι μάλλον αποκύημα της φαντασίας του Αριστοφάνη, ωστόσο τοποθετείται χρονικά σε μια εποχή που θεωρείται πιθανό ότι πράγματι οι γυναίκες της Αθήνας αντιδρούσαν εμπράκτως στην αντρική εξουσία. Ενδεχομένως γραμμένη το 391 ή το 392 π.Χ., λιγότερο από μία δεκαετία πριν ο Αριστοφάνης αποβιώσει, ασχολείται με την πολιτική ή μάλλον με μία πλευρά της, αυτή της πειθούς. Είναι όμως η εποχή κατά την οποία ο Αριστοφάνης περνά από την αρχαία στη μέση κωμωδία, μια μετάβαση που ξεκίνησε σχεδόν αμέσως μετά τη «Λυσιστράτη» (411 π.Χ.), όταν φαίνεται πως εγκατέλειψε για λίγο το θέμα της πολιτικής. Χρειάστηκαν 19 περίπου χρόνια για να ασχοληθεί ξανά με το θέμα, όμως οι «Εκκλησιάζουσες», όπως αργότερα και ο «Πλούτος» (388 π.Χ.), αν και έχουν και πάλι ως κύριο θέμα την πολιτική, είναι λιγότερο δηκτικά σε σχέση με τις πάλαι ποτέ αιχμηρές κωμωδίες του.
Οι «Εκκλησιάζουσες» παραμένουν, ωστόσο, μία ακόμα πολιτική κωμωδία-σάτιρα, από τις χαρακτηριστικές του Αριστοφάνη, στην οποία για άλλη μια φορά - μετά τη "Λυσιστράτη" - τάσσεται υπέρ των γυναικών. Η πρωταγωνίστρια του έργου, η δυναμική και κατεργάρα Πραξαγόρα, είναι εκείνη που θα αναλάβει τα ηνία της γυναικείας επανάστασης, όχι με σκοπό την επαναφορά σε πρότερες καταστάσεις, όπως συμβαίνει με την Λυσιστράτη, αλλά με μοναδικό στόχο την αλλαγή ολόκληρης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.
Η πανούργα, λοιπόν, Πραξαγόρα μεταμφιέζεται σε άνδρα, μαζί με όλες τις γυναίκες της Αθήνας και η γυναικεία πομπή φτάνει ως την Εκκλησία του δήμου - στην οποία οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα ψήφου - και ψηφίζουν νόμο, σύμφωνα με τον οποίο η εξουσία περνά στα χέρια των γυναικών. Κάτι που φέρνει κυριολεκτικά τα πάνω κάτω, καθώς οι γυναίκες είναι έτοιμες να επιβάλλουν εκτός από την περιουσιακή και την ερωτική κοινοκτημοσύνη.