Tο κείμενο αυτό είναι κοινότοπο και αποδεικνύει για μια φορά ακόμη πώς είμαι η τελευταία λέξη του πιο "εκτός τόπου και χρόνου" έπους. Είναι κοινότοπες όλες οι αναφορές που θα κάνω, όλες οι επισημάνσεις. Είναι βαρετά τα συμπεράσματά μου, αμήχανη η αντιδιαστολή μου, κουραστική η γκρίνια μου. Αλλά εγώ θα γράψω, σαν να μιλάω άρρυθμα και μηχανικά στην κολλητή μου, στο τηλέφωνο. Ξημερώματα. Τότε που λέμε τα πάντα σαν να μην έχουν ξαναειπωθεί.
22:43:Ένα βήμα και μισό από το καμαρίνι. Περιμένει κόσμος να πει στην/στον "Μπράβο, ρε παιδί μου". Να σφίξει χέρι, να σιωπήσει, να πει κάτι καλό, κάτι αναμενομένο. Στον κόσμο περιμένει και αυτός/αυτή. Και δεν ψιθυρίζουν. Μιλούν σχεδόν δυνατά. Με άσκημο τρόπο για την παράσταση που είδαν. Με πιάνει κάτι, ντρέπομαι. Κι αν τους ακούσουν από το καμαρίνι; Πριν προλάβει να προφερθεί το ερωτηματικό μου, τσουπ αυτός/ αυτή - ηθοποιός: "Είστε υπέροχος-η, μα τι να πω, δεν έχω λόγια. Μπράβο σας..χμ ξέρετε είμαι θαυμαστής σας και συνάδελφός σας" (το λάμδα έντονο - τσίτα ευγένεια). Πόσο συμπόνεσα τον/την δέκτη της λυπητερής φιλοφρόνησης. Οι απ' την ουρά έφυγαν με την πεποίθηση ότι μπόρεσαν και είπαν με όμορφο τρόπο το ψέμα. Χάχανα ικανοποίησης. Εγώ δεν είπα τίποτα. Ήθελα απλά να φύγω.
Ό,τι έγραψα ουδεμία σχέση έχει με τη φαντασία.
Γεια σας.