Θεατρικά πεντάλεπτα για να κρατηθεί υποτίθεται το ταλαίπωρο κοινό
σε ευθυτενή στάση στην καρέκλα και για να μην σημειωθεί σύσσωμη φυγή- σαν να λέμε το βάζω στα πόδια σηκώνοντας πίσω μου αχό βαρύ και κουρνιαχτό. Σε απλή γλώσσα: Οι επιλογές της μουσικής αρμάδας στην Ακτή Πειραιώς ( Ζουγανέλης, Μπουλάς και λοιπές προβλέψιμες δυνάμεις) γύρω από τα θεατρικά «σκετσάκια» ήταν ανέμπνευστες , βαρετές, πρόχειρες και σαν από το «πέρσι». Ατάκα και χασμουρητό από τη μεριά τους, ατάκα και ημιγελάκι ευγένειας από τη μεριά του κόσμου. Κάποιοι, γιατί πρέπει να υπάρχουν και αυτοί οι «κάποιοι», κάποιοι λοιπόν γελούσαν σαν να ξέχασαν τη χρήσιμη ενηλικίωσή τους στο σπίτι. Ανατριχίλα. Εγώ, αν ήμουν στη θέση των μουσικών-ηθοποιών και αντιλαμβανόμουν ότι προκαλώ κύματα γελοίας πλαδαρότητας με το τίποτα θα με κυρίευε «λυποντροπή» (λέξη δανεική από τη Μαλβίνα). Α, μην ξεχάσω: Ο Χατζηγιάννης, ο μόνος μη ηθοποιός, είχε κάτι φωτίτσες αξιοπρόσεκτες στην πρόζα του στο σημείο που μιλούσε φαρσί τη μητρική του. Στιγμή περίεργη: Όταν τραγούδησαν οι τρεις (μην τους ξανααναφέρω, ξέρετε ποιοι τρεις) τους το μελοποιημένο ποίημα του Σουρή : «Δυστυχία σου Ελλάς».Δυστυχία μας, λοιπόν…
ΧΡΥΣΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ