Τα μόνα που δεν γκρινιάζουν σ 'αυτόν τον πλανήτη είναι τα φύκια. Πώς μου 'ρθε; Σκεφτόμουν, τις προάλλες, που τα "ξέσκιζα" επειδή είχαν κάνει μια θάλασσα σκέτο χάλι. Μια πρασινίλα, σαν χαλάκι μπάνιου μου χαλούσε την αρμονία.
Γράφω για την απλωμένη, σε γιορτινή έκδοση, γκρίνια στη στήλη της Γκρίνιας. Πότε θα σταματήσει αυτό το βουητό από θυμωμένα γκάζια; Πότε θα σταματήσουν η αμφισβήτηση - η χωρίς νόημα, η απαξίωση, η άρνηση (η εκ των προτέρων), η καχυποψία, οι σπρωξιές, η -δε γελάω με τίποτα- φάτσα, το κακό γέλιο στην κατηφόρα του άλλου, το μισογεμάτο βλέμμα απέναντι στο καλό, ο φασισμός του -όλοι είμαστε ίδιοι-, η δυσπιστία, η αρρωστίλα που ξερνιέται πάνω σε οποιαδήποτε καθαρή πράξη. Πότε η έναρξη δε θα 'χει τίποτα από τις άλλες, τις παλιότερες ενάρξεις; Ποιος θα βομβαρδίσει την επανάληψη του κακού; Πότε θα δουν τα αποστειρωμένα αλητάκια μια συναυλία αλληλεγγύης ξάστερα και απλά ως μια συναυλία αλληλεγγύης;
Φάγωμα. Έχει πολύ φως ο τόπος για να μπορεί αυτό το φάγωμα να είναι ορατό.
Αλληλοφάγωμα. Αν ήταν κάποιο σουρεαλιστικό χέρι να το ζωγραφίσει αυτό το αλληλοφάγωμα, σίγουρα θα έφτιαχνε σώματα με άδειες πλάτες.
Κάνουν πολύ κακό τα..δόντια.
ΥΓ Στη φωτογραφία: Η θάλασσα, όταν έδιωξα τα φύκια.