Το σκηνικό στον Χώρο Δ της Πειραιώς 260 μάς έβαζε σ’ έναν χώρο υποβλητικό, ψυχρό, χωρίς κανένα προσωπικό ύφος. Το μαύρο και το γκρίζο κυριαρχούσαν παντού. Στην αρχή δεν ήταν κατανοητό αν ήταν σπίτι ή χώρος εργασίας. Το μόνο βέβαιο ήταν η μεγάλη οικονομική άνεση των ιδιοκτητών του. Ηταν το σπίτι μιας πλούσιας οικογένειας, που καταπιανόταν με επιχειρήσεις. Η παρουσία της οικιακής βοηθού υποδήλωνε περαιτέρω την οικονομική τάξη. Από τις πλαϊνές πόρτες βγαίνουν μερικοί καλοντυμένοι και ευχάριτες άνθρωποι, που προσπαθούν να ευχαριστήσουν με κάθε τρόπο (με το καλό κρασί και τις μελωδίες στο πιάνο) τον επιφανή επισκέπτη. Ο Τόμας Οστερμάγιερ επέλεξε για τη φετινή του παρουσία στο Φεστιβάλ Αθηνών ένα έργο που γράφτηκε το 1941 από τη Λίλιαν Χέλμαν: τις «Μικρές Αλεπούδες». Νεόπλουτοι και αδίστακτοι άνθρωποι, άλλοι που η μεγαλοαστική τους καταγωγή είναι φανερή αλλά συμπιέζεται από το άξεστο αν και λουστραρισμένο περιβάλλον όπου υποχρεούνται να ζουν, τρία αδέλφια που δολοπλοκούν ο ένας εναντίον του άλλου και οι γόνοι τους, μεγαλωμένα πλάσματα για να γίνουν άβουλα. Θα μπορούσε να είναι μια πολύ ωραία σαπουνόπερα σαν έργο, αν δεν το είχε πιάσει στα χέρια του ο Τόμας Οστερμάγιερ. Για να μας παρουσιάσει, για 2 ώρες κι ένα τέταρτο, το βασανιστικό ψυχογράφημα μερικών κενών ανθρώπων, κάποιους άλλους απελπισμένους και κάποιους που χάνουν τη ζωή τους αλλά όχι τη λογική τους. Δεν ήξερες τι πραγματικά να πρωτοθαυμάσεις στην ερμηνεία αυτών των σπουδαίων ηθοποιών και στην οξυδερκή διεισδυτικότητα του Γερμανού σκηνοθέτη, που δεν αποκάλυψε και δεν σκιαγράφησε απλώς τους ανθρώπους μιας οικονομικής τάξης, αλλά ψυχισμούς. Που θα μπορούσαμε να συναντήσουμε παντού...
ΟΛΓΑ ΣΕΛΛΑ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ