«Μπορείς να αγγίξεις την ευτυχία, φτάνει όλοι να συνεργαστούν λιγάκι». Δεν είναι μόνο η ουτοπική δόνηση στη φράση του Αρνον Γκρούντμπεργκ που σε πιάνει εξ απηνής – ακόμα δεν έχεις βολευτεί στα βελούδινα καθίσματα του «Ιλίσια». Το βιβλίο του εξάλλου, η «Τίρζα» (που πλέον διαθέτει και τη θεατρική εκδοχή του μεταφρασμένη στα ελληνικά από την Ινώ Βαν Ντάικ - Μπαλτά) βρίθει από υπαρξιακά φορτισμένα τσιτάτα τόσο που θα έκανε τον Πάολο Κοέλιο να κλάψει γοερά από ζήλια.
Είναι όμως που αυτή η φράση –ανάμεσα στις ελάχιστες σταγόνες οπτιμισμού που μας ποτίζει το έργο- περιγράφει ιδανικά και το μόχθο όλων όσοι συνεργάστηκαν για να αγγίξουν αυτή την ευτυχή θεατρική στιγμή. Γιατί η «Τίρζα» μετά από σχεδόν πέντε χρόνια περιπλάνησης σε γραφεία θεατρωνών και παραγωγών, χάρη στην επιμονή του Στέλιου Μάινα, δικαιώνεται πανηγυρικά επί σκηνής.
Το πολυβραβευμένο μυθιστόρημα του Γκρούντμπεργκ, αν και άγνωστο στη χώρα μας, προβάλλει εφιαλτικά γνώριμο και οικείο. Στο κέντρο του συναντάμε τον Γέργκεν Χοφμάιστερ, ένα καλοβαλμένο μεσοαστό του Άμστερνταμ, ο οποίος από τη στιγμή που μας συστήνεται υφίσταται διαδοχικά «χτυπήματα». Υπομένει την επιστροφή της άσωτης γυναίκας του που «επαναπατρίζεται» γιατί όπως παραδέχεται «δεν έχει πού αλλού να πάει», εξαναγκάζεται σε επαγγελματικό παροπλισμό με τον εύσχημο τρόπο της «απομάκρυνσης», βλέπει τις οικονομίες μιας ζωής να χάνονται σε μια νύχτα εξαιτίας ενός αποτυχημένου επενδυτικού προγράμματος κι αρχίζει να αποστασιοποιείται από τον ζωτικό ρόλο της ύπαρξής του, την πατρότητα, όταν η πολυαγαπημένη του κόρη ενηλικιώνεται και ετοιμάζεται να ανακαλύψει τον έρωτα σε μια περιπλάνηση στην Αφρική.
Είναι σχεδόν, αδύνατον να μη σε μαγνητίσει το χρονικό πτώσης αυτού του κατεξοχήν τραγικού ήρωα. Στο πρόσωπό του αντανακλάται το πέρασμα από τα ευδαιμονικά μοντέλα ζωής, στα δαιμονικά της τραύματα με τη δυναμική ενός αρχετύπου. Η ευημερία ως επίφαση ευτυχίας αποδεικνύεται ένας πύργος στην άμμο της αφρικανικής ερήμου κι είναι η ίδια έρημος που απλώνεται στην ψυχή και το μυαλό του. Βαθιά αλλοτριωμένος από την κίβδηλη κουλτούρα της Δύσης γίνεται ο απόλυτος αντι-ήρωας των zeros κι εκεί, στην κατάρρευσή του, τον συναντάς λυγισμένος από το δικό σου προσωπικό φορτίο.
Το σώμα του Χοφμάιστερ πέφτει με θόρυβο στη σκηνή, ξανά και ξανά, «σπρωγμένο» από τη σκηνοθεσία του Κώστα Φιλίππογλου, όχι εξυπηρετώντας κάποιο θεατρικό γλωσσικό ιδίωμα αλλά παρακολουθώντας με συνέπεια την ιδιοσυγκρασία του ήρωα. Το σωματικό θέατρο στο οποίο έχει τόσο καλά μυηθεί (και ως μέλος του διεθνούς φήμης Teatre de Complicite) γίνεται υλικό ζωτικής σημασίας για τους ηθοποιούς του που αποδίδουν εύγλωττα το πώς μαζί με την ψυχή ασθενεί και το σώμα τους. Ο λόγος –μια ενιαία αφήγηση όπου διασταυρώνεται το παρελθόν και το παρόν- δεν υπονομεύει τη σωματική έκφραση, ούτε και το αντίστροφο. Απεναντίας. Η συλλειτουργία τους εκτός από σημειολογικά και αλληγορικά χαρακτηριστικά αποκτά υποδόρια ποιητική ροή. Δώστε προσοχή στις χορογραφημένες ερωτικές σκηνές ή στους διαλόγους αλληλοσυντριβής μεταξύ του Χοφμάιστερ και της γυναίκας του. Η ενέργεια που εκπέμπουν τα σώματά τους ξεχειλίζει μέσα στο σχεδόν γυμνό σκηνικό. Ως μοναδικό αντικείμενο ένα σιδερένιο τραπέζι που παραπέμπει σε τραπέζι ανατομίας, όπως με χειρουργική ακρίβεια ανατέμνεται η ζωή της οικογένειας Χοφμάιστερ.
Σε αυτό το περιβάλλον προσφέρουν τα μάλα τα σκηνικά τοπία που προκύπτουν από τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα όσο και η εμπνευσμένη μουσική που συνθέτουν για την παράσταση οι Lost Bodies.
Αναμφίβολα, όμως, το πιο ενεργό κύτταρο της παράστασης είναι οι πρωταγωνιστές της. Η εμφάνιση του Στέλιου Μάινα θα μπορούσε κάλλιστα να συμπυκνωθεί στην έννοια του ρεσιτάλ ερμηνείας. Από τις υψηλές εντάσεις ως την καταβύθιση του Γέργκεν Χοφμάιστερ στην απάθεια, τη γελοιότητα, την αμηχανία, την υποβόσκουσα απελπισία, τηνσυντριβή, όλες οι καταστάσεις αποκτούν ένα τρομακτικό υπαρξιακό βάθος με αποκορύφωμα τη σκηνή του φινάλε όπου ο ηθοποιός γίνεται γνήσιος φορέας της κάθαρσης. Η Άννα Μάσχα στο ρόλο της μποέμ και κυνικής συζύγου του, δίνει την πιο δυναμική και απενοχοποιημένη ερμηνεία της τα τελευταία χρόνια. Στον ομώνυμο ρόλο της Τίρζα η Ιλιάνα Μαυρομάτη είναι πολύ εκφραστική –κυρίως στα σημεία όπου γίνεται φανερή η σχέση προσκόλλησης στον πατέρα- εκμεταλλευόμενη τη νεανική της φλόγα, ενώ ο Γιωργής Τσαμπουράκης παρά το ότι ερμηνεύει συμπληρωματικούς ρόλους, δεν του λείπει ούτε το μέτρο ούτε η ένταση. Από την ομάδα αφομοιώνονται πλήρως και οι νεότεροι Ίριδα Μάρα και Τάσος Δημητρόπουλος.
Κι αν αρκούν δύο λόγια, μη χάσετε αυτή την παράσταση.
Στέλλα Χαραμή