Στο «Ένα» υπάρχει ένας έρωτας μεγάλος. Πάθος, συγκίνηση, Σοπέν και ένα φινάλε με ανατροπή στο θεατρικό έργο της Ειρήνης Λουκάτου που ανεβαίνει στο Θέατρο σε σκηνοθεσία του Σπύρου Μιχαλόπουλου.
Το έργο της Ειρήνης Λουκάτου είναι ένα μονόπρακτο με δύο πρόσωπα, έναν άντρα και μία γυναίκα: Η γυναίκα γύρω στα 40, ήταν γνωστή σολίστ πιάνου, που ζει σ' αυτό το σπίτι 20 χρόνια. Ο άντρας, ο σύζυγός της, είναι βιρτουόζος βιολονίστας. Η γυναίκα έχει εγκαταλείψει το πιάνο δέκα χρόνια και εργάζεται ως καθηγήτρια μουσικής σε μουσικό σχολείο.
Οι δύο πρωταγωνιστές γίνονται «Ένα» και το αυτό, με την αγάπη να τους ενώνει ψυχικά αλλά και το πάθος τους για τη μουσική να τους συνδέει πνευματικά.
Το έργο θα συγκινήσει κυρίως τους φαν των ερωτικών δραμάτων. Χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις, αρκετά στοχαστικό και υπαινικτικό, έχει μια (κάπως προβλέψιμη) ανατροπή προς το φινάλε του έργου. Οι γλυκές μελωδίες των νυχτερινών του Σοπέν δένουν με το σκοτεινό και κάπως υποβλητικό σκηνικό της παράστασης. Σκηνοθετικά πάντως δεν υπάρχουν πολλές εικόνες, ούτε ιδιαίτερη δράση, ενώ η εστίαση δίνεται στην περιγραφή των συναισθημάτων των ηρώων και στα «γιατί» πίσω από τις επιλογές της πρωταγωνίστριας. Το κύριο ερώτημα που διατυπώνεται διαρκώς είναι το γιατί εγκατέλειψε το πιάνο.
Το έργο πάντως δεν είναι ιδιαιτέρως πρωτότυπο. Επίσης, απουσιάζουν πολλές εντάσεις και η δυνατή πλοκή, ώστε να σου κεντρίζει ιδιαίτερα το ενδιαφέρον.
Από τις ερμηνείες ξεχωρίζει η Λήδα Ματσάγγου. Η γνωστή ηθοποιός δίνει μια πολύ καλή ερμηνεία, για την αινιγματική και έντονα συναισθηματική ηρωίδα που ερμηνεύει. Ιδίως στα κομμάτια των μονολόγων η ερμηνεία της είναι ξεχωριστή. Ο Θύμιος Κούκιος έχει καλή χημεία με την πρωταγωνίστρια και είναι καλός ηθοποιός. Αλλά ο ρόλος του ήταν πιο περιορισμένος σε εκφραστικά σημεία, σε σχέση με τον ρόλο της Ματσάγγου κι έτσι δεν είχε το περιθώριο να ξεχωρίσει υποκριτικά.
Σε γενικές γραμμές, το «Ένα» είναι ευαίσθητο έργο, για μία μεγάλη αγάπη. Η καλή ερμηνεία της Λήδας Ματσάγγου και η μουσική του Σοπέν είναι τα δυνατά στοιχεία ενός έργου που προσπαθεί να συνδυάσει συναίσθημα και υπαινιγμό, αλλά χωρίς κάποιο συναρπαστικό αποτέλεσμα.
Γιώργος Σμυρνής