Διαβάσαμε και σας παρουσιάζουμε την κριτική της Στέλλας Χαραμή στο spirto.net για την παράσταση των "Τρωάδων" του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη.
Οι σκηνοθεσίες του Θέμη Μουμουλίδη έχουν σταθερά έναν κοινό άξονα: διακρίνονται από ένα συντηρητισμό, το φόβο να πάρουν ένα ρίσκο και να δουν το έργο που (κάθε φορά) διαπραγματεύονται με μια πιο τολμηρή ματιά. Οι «Τρωάδες» ωστόσο είναι η σκηνοθεσία του που χωρίς να αποκλίνουν από αυτή τη μανιέρα, την κάνουν να αποδίδει περισσότερο από τις προηγούμενές του απόπειρες. Εδώ η συμβατική παρουσίαση ρέπει θα λέγαμε προς το μέτρο και την ασφάλεια των λύσεων και εν προκειμένω υπηρετούν με επάρκεια το (πειραγμένο) κείμενο του Ευριπίδη. Στον επίπεδο χαρακτήρα της παράστασης συμβάλλουν -καθοριστικά δε- τα σκηνικά του Γιώργου Πάτσα που μπροστά στην πλήξη της αρχιτεκτονικής τους εικόνας θυσιάζουν ακόμα και το αγαθό της λειτουργικότητας. Εξίσου βαρετά και τα κοστούμια της Παναγιώτας Κόκκορου.
Παρά την απουσία εξάρσεων και νεύρου λοιπόν, η παράσταση καταλήγει σε ένα καθαρό αποτέλεσμα, ειδικά αν ο θεατής δεν έχει οικειότητα με την ευριπίδεια τραγωδία.
Σε 80 λεπτά παράστασης, η σκηνοθεσία διατρέχει τα σημαντικά θέματα του έργου χωρίς φανφάρες και μελοδραματισμούς: την πτώση μιας χώρας, την ανθρώπινη πτώση, τη βαρβαρότητα του πολέμου και τον τρόπο που διαβρώνει την ψυχή του θνητού, την αλαζονεία και την ύβρη και εν τέλει το μεγάλο καημό του ξεριζωμού από τη γενέθλια γη. «Κανένα μην πεις ευτυχισμένο πριν δεις το τέλος του» μοιρολογεί η Εκάβη, άλλοτε βασίλισσα της Τροίας.
Το δράμα της ίδιας και των γυναικών της Τροίας είναι ποτισμένο με τη συγκίνηση και την αλήθεια που κάνει τον θεατή να αναγνωρίσει στο πρόσωπό τους τη φρίκη της εμπόλεμης καταστροφής που σπαράσσει και αποδεκατίζει πολλές γωνιές του πλανήτη. Τα εύσημα γι' αυτή τη διαπίστωση οφείλονται κυρίως στο θίασο που έχει συνθέσει ο Θέμης Μουμουλίδης. Αν εξαιρεθεί η Ζέτα Δούκα – ταιριαστή μόνο ως προς το εμφανισιακό σκέλος για τον ρόλο της Ελένης – η οποία παραφωνεί ερμηνευτικά μέσα στην υπόλοιπη ομάδα και ο Αρης Λεμπεσόπουλος που υστερεί εφόσον δεν διαθέτει τη φωνή που απαιτεί το αρχαίο δράμα, οι «Τρωάδες» επενδύουν σε μια καλογυμνασμένη ομάδα. Το σώμα των γυναικών με προεξάρχουσα την Φιλαρέτη Κομνηνού ως Εκάβη, παρά την ηλικιακή απόσταση που τη χωρίζει από την ηρωίδα της, δεν αφήνει να χαθεί το κείμενο του έργου. Η Κομνηνού πετυχαίνει με την εμπειρία, το ένστικτο και το χάρισμά της στην τραγωδία να δώσει ολοκληρωμένο το ρόλο της βασίλισσας που «ανεβαίνει στην κορυφή των συμφορών» και διασύρεται ως σκλάβα του Οδυσσέα.
Η Ιωάννα Παππά είναι μια απόκοσμη Κασσάνδρα, (ό,τι πρέπει δηλαδή) με εργαλείο τη σωματικότητα, τις εκφράσεις αλλά και τον ιδιαίτερο τονισμό των λέξεων. Η Μαρία Πρωτόπαππα, που ομολογουμένως μας έχει συνηθίσει σε υπερβάσεις, εδώ παρουσιάζει την Ανδρομάχη της με επάρκεια και συναίσθημα. Ο Χορός των Τρωάδων (Παπαληγούρα, Μιχαλοπούλου, Παναγιωτοπούλου, Παλαιοθόδωρου, Κριμιζάκη, Μάρα, Κυριακίδη) τόσο ως μονάδες όσο και ως σύνολο εμφανίζονται γήινες αν και φαντάσματα του εαυτού τους, γνήσιοι φορείς του Τρωϊκού δράματος.
Από τους άνδρες ο Στέλιος Μάϊνας στιβαρός και μετρημένος στον μικρό ρόλο του Ταλθύβιου και ο Χρήστος Πλαΐνης ισορροπημένος στο ρόλο του Ελληνα στρατιώτη που προσωποποιεί το μίσος για τον κατακτητή.
Χ.Κ.
Πηγή: spirto.net