Όταν κάποιος μου είπε πριν πολλά χρόνια ότι μυθολογία σημαίνει παραμύθι, άρα ψέματα όλα, ούτε θεοί, ούτε ήρωες, ούτε Χρυσόμαλλο δέρας, ούτε Αχιλλέας με σγουρά μαλλιά, πλουμιστά μέχρι τους ώμους, ούτε Απόλλωνας, ούτε τίποτα, έβαλα τα κλάματα. Δεν ξέρω γιατί. Γιατί να το είχα πάρει τόσο βαριά άραγε; Ίσως γιατί ήθελα ανοιχτά όλα τα μέτωπα της μαγείας. Ήθελα να έχω μια πιθανότητα στο εκατομμύριο να πετάξω και εγώ με ψεύτικα φτερά, αλλά μακριά από τον ήλιο. Εγώ δεν είμαι χαζή σαν τον Ίκαρο. Σταματώ γιατί είμαι πολυλογού και θα ξεφύγω. Αν το φέρει η κουβέντα, θα ξαναεπιστρέψω. Ξέρω ότι σου αρέσουν τέτοιες ιστορίες.
Όποιος έχει παιδάκια, όποιος γενικά αγαπάει τα παιδάκια και θέλει να τα δει να περνάνε καλά με όμορφες αφορμές ας πάει μέχρι το Badminton. Ο Θησέας, η Αριάδνη, ο Μινώταυρος, ο Αιγαίας, η Αθηνά, η Πασιφάη, κόσμος πολύς είναι εκεί και σας περιμένει. Για τους μαθητές της τρίτης δημοτικού που πρωτογνωρίζουν τη μυθολογία είναι μια καλή ευκαιρία για να δουν τις σελίδες του βιβλίου τους να ζωντανεύουν. Εννοείται ότι δεν περνούν μόνο τα παιδιά καλά, κέφι κάνει και ο συνοδός. Κέφι. Ας μην τον πιάσει όμως πολυλογία και μανία να τα εξηγήσει όλα στις 2 ώρες που διαρκεί η παράσταση. Είναι ανυπόφορος ο ψίθυρος που ακούγεται από τους μεγάλους. Τα παιδιά αθόρυβοι και ώριμοι παρατηρητές να κάνουν κάθε τόσο «ΣΣΣΣσσσσςςς» στις ανήσυχες μαμάδες και τους αναλυτικούς μπαμπάδες με το κομπολόι και το ανοιχτό κινητό στο χέρι. «Παιδική παράσταση» ακούει ο ενήλικας και νομίζει ότι πρόκειται για κάτι απλουστευμένο, για κάτι που δεν απαιτεί αυστηρότητα και που οι ηθοποιοί απλώς πανηγυρίζουν. Ίσως γι’ αυτό από μικρή δε μου άρεσε να με πηγαίνουν σε παιδικές παραστάσεις. Δεν άντεχα τον μεγαλίστικο σούσουρο της πλατείας.Ο Θησέας επιτέλους στη γη του «τώρα», τα παιδιά τον αγγίζουν καθώς τρέχει ανάμεσα τους. Είναι ο Θησέας (Γιάννης Στάνκογλου) με την ωραία φωνή και το δυνατό σώμα. Που οι πτυχώσεις του μανδύα του ανεμίζουν καθώς τρέχει. «Φοράει φούστα ο Θησέας, μαμά;» «Μανδύας λέγεται, καλό μου». Μινωίτες που μιλούν το κρητικό ιδίωμα- το βρήκα αστείο πολύ-, Αθηναίοι που χορεύουν σαν να είναι φτιαγμένοι από λάστιχο. Πού και πού ένας ατσίδας ξυλοπόδαρος διασχίζει την σκηνή. «ΩΩΩωωωωω!!!!!» «Είναι αληθινός; Γιατί δεν πέφτει;;». Τα σκηνικά τα χάζεψα μέχρι και εγώ. Οι «πτήσεις» των ηθοποιών ανατρίχιασαν μέχρι και εμένα. Η τσιρίδα της Πασιφάης όμως, αν είναι δυνατό, να χαμηλώσει. Με πόνεσαν μέχρι και τα πτερύγια των αυτιών μου. Το μπροστινό μου τετράχρονο αγόρι κουκουλώθηκε με το μπουφάν του. Είναι μια παράσταση-γιορτή. Κάποιες φορές όμως, ναι, ένιωσα ότι παρακολουθώ σχολική γιορτή. Φταίει ο προβλέψιμος χαρακτήρας και οι υπερβολές. Τις ξεχνώ αμέσως αυτές τις φορές όμως γιατί η ιστορία έτσι και αλλιώς δεν μπορεί παρά να οδηγήσει την γιορτή στην κορφή της ανηφόρας. Μου έλειψε μια πιο αναλυτική παρουσίαση, μια περισσότερο λεπτομερής παρουσίαση του παραμυθιού.
Ας κόβονταν λιγάκι οι χοροί. Λιγάκι. Όπως και να ‘χει θα ξαναπώ μια αγαπημένη μου φράση: Αποσυνδέστε την τηλεόραση και γεμίστε τα θέατρα. Μόνο κερδισμένοι θα βγείτε. Και αν σας ρωτήσουν τα παιδιά μετά για τον Θησέα, την Αριάδνη και τα αρχαία παραμύθια πείτε τους ότι όσοι τα διαβάζουν γίνονται σοφοί. Και έπειτα: Όσοι βλέπουν θέατρο πάνσοφοι.