To 1605, o Thomas Middleton έγραψε ένα έργο που καυτηρίαζε τη διαφθορά της εποχής του και την έκλυση των ηθών.
Το 1977, ο Barrie Keeffe έγραψε ένα σύγχρονο έργο, βασισμένο στους αρχετυπικούς χαρακτήρες του παλιού, με σκοπό να βρει τις αντιστοιχίες με τη διαφθορά που επικρατεί στη σημερινή εποχή και να τη στηλιτεύσει.
Το 2013, ο Τάσος Ιορδανίδης και η Αλίκη Αλλαμανή, με τη νεοσύστατη εταιρεία TEATRO, επέλεξαν αυτό το έργο για την επαναλειτουργία της θερινής σκηνής του θεάτρου Λαμπέτη.
Η δροσερή και ευχάριστη ταράτσα του Λαμπέτη, λοιπόν, ύστερα από οκτώ ολόκληρα χρόνια, ανήκει και πάλι στους θεατές της. Με ένα έργο, όμως, διαφορετικό από τις τυπικές αστικές κωμωδίες που είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε εκεί.
Το «A mad world, my masters» είναι μεν ένα κωμικό έργο, αλλά με σκληρή σάτιρα και βιτριολικό χιούμορ. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν ο Μπάρι Κιφ το παρουσίασε, για πρώτη φορά, το 1977 οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ήταν πολύ έντονες. Ούτε ότι έκτοτε έχει καθιερωθεί ως μια κλασική αξία της σύγχρονης βρετανικής κωμωδίας.
Η φτωχή οικογένεια Σπράιτλι προσπαθεί να επιβιώσει με κομπίνες. Κουμάντο κάνει η φοβερή γιαγιά (Άννα Παναγιωτοπούλου) που οργανώνει κοκορομαχίες. Ο εγγονός της, ο Μπίλ (Ορέστης Τζιόβας) είναι πυγμάχος που «στήνει» αγώνες. Η εγγονή της (Τερέζα Γριμάνη) έχει πέσει στα ηρεμιστικά. Ο Μπεν Ο’ Φλάερτι (Τάσος Ιορδανίδης) είναι ένας σεξολόγος που υπογράφει πλαστά πιστοποιητικά και βοηθάει τους Σπράιτλι, στις κομπίνες τους.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ο Οράτιος Κλότον (Βλαδίμηρος Κυριακίδης) ένας σεξομανής πολιτικός που ονειρεύεται να γίνει υπουργός. Η καλοκάγαθη κόρη του Τζάνετ (Σοφία Φαραζή) βοηθάει όσους έχουν ανάγκη, όπως ο Τσάρλι Ρόμπερτσον (Σταύρος Σβήγκος) ένας ναρκομανής τρομπετίστας που έχει κι ένα δίδυμο αδελφό που είναι πρόεδρος του εργατικού σωματείου και όλοι τους μπερδεύουν.
Ο Τζέιμς Φοξ (Γιάννης Σαρακατσάνης) είναι ένας σκανδαλοθήρας δημοσιογράφος που προσπαθεί να βγάλει τα άπλυτα του Κλότον στα φόρα και να πουλήσει φύλλα, στην εφημερίδα του.
Ο Ρόλαντ Σέγιερς (Μιχάλης Τιτόπουλος) είναι ένας φουκαράς αστυνομικός που κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει ένα στεγαστικό δάνειο.
Όλοι οι ήρωες έχουν διαβρωθεί ηθικά και δε διστάζουν μπροστά σε τίποτα, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους. Ακόμη κι εκείνοι που ξεκινούν αθώοι, στη συνέχεια.. μεταλλάσσονται σε εγωιστές και ανήθικους! Δημιουργούνται συμμαχίες, στήνονται μηχανορραφίες, γίνονται εξαπατήσεις, ο αμοραλισμός θριαμβεύει, αλλά τίποτα δεν πηγαίνει όπως αρχικά σχεδιαστεί…
Tο πολύ ενδιαφέρον και κωμικό κείμενο του Barrie Keeffe μεταφέρεται στα ελληνικά, από τον εμπειρότατο και ικανότατο Ερρίκο Μπελιέ. Το αποτέλεσμα είναι μια θεατρική μετάφραση με ρέοντα λόγο, που κυλά σα γάργαρο νερό, στο στόμα των ηθοποιών.
Στην πρώτη της σκηνοθετική δουλειά, η Θάλεια Ματίκα, με πολύ μεγάλο κέφι, αναδεικνύει την αιχμηρότητα και το μαύρο χιούμορ του κειμένου, χρησιμοποιεί ευφάνταστα ευρήματα σε κάθε σκηνή και συντονίζει επιδέξια τους ηθοποιούς, δημιουργώντας κωμικές εκρήξεις.
Η Άννα Παναγιωτοπούλου εντυπωσιάζει ως αθυρόστομη και αδίστακτη γιαγιά Σπράιτλι. Είναι μια ηθοποιός που ξέρει καλά το μέτρο της κωμωδίας και, με τη σκηνική της παρουσία, υπαγορεύει τον κωμικό ρυθμό ολόκληρης της παράστασης.
Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, επιστρατεύοντας την μεγάλη πείρα και την αξιοθαύμαστη τεχνική του, ερμηνεύει πολυδιάστατα έναν ιδιαίτερα απαιτητικό ρόλο και βγάζει πολύ γέλιο.
Ο Τάσος Ιορδανίδης, παρότι θιασάρχης, επιλέγει για τον εαυτό του τον λιγότερο αβανταδόρικο ρόλο του έργου. Με την ερμηνεία του, όμως, τον "φωτίζει" και τον κάνει απολαυστικό. Ειδικά, στις σκηνές με τον Κυριακίδη και τον Τζιόβα «απογειώνεται» κωμικά.
Η Σοφία Φαραζή διαγράφει πολύ άνετα και εντυπωσιακά την εξέλιξη της Τζάνετ, από αθώα και καλοκάγαθη παρθένα, σε αχόρταγη μητρομανή και μ’ αυτήν την ερμηνεία της, εδραιώνεται ως καρατερίστα, στην ελληνική θεατρική σκηνή.
Ο Ορέστης Τζιόβας εκπλήσσει με την κυριαρχία του στα εκφραστικά του μέσα. Ερμηνεύει τον κουτοπόνηρο πυγμάχο με μια «ελεγχόμενη» υπερβολή, που εναλλάσσεται με τους χαμηλούς τόνους. Μ’ αυτόν τον τρόπο, αποφεύγει την μπουφόνικη ερμηνεία και αποδίδει και την άλλη διάσταση του χαρακτήρα του.
Ο Γιάννης Σαρακατσάνης, πάντα ρηξικέλευθος, ανακαλύπτει νέους δρόμους πλασαρίσματος του κωμικού, αποφεύγει τις ευκολίες και πετυχαίνει μια «φρέσκια» ερμηνεία που δε θυμίζει καθόλου το παρελθόν των Abovo.
Ο Σταύρος Σβήγκος, «κεντάει» στο ρόλο του ναρκομανή τρομπετίστα και του δίδυμου αδελφού του. Το παίξιμό του είναι καλοζυγισμένο και κωμικό, αλλά χωρίς να εκβιάζει το γέλιο. Το αποτέλεσμα είναι να κάνει την πλατεία να «σπαρταράει».
Η Τερέζα Γριμάνη επωμίζεται έναν πολύ δύσκολο ρόλο, με πολλές διακυμάνσεις, μεταμφιέσεις και ψυχολογικές μεταπτώσεις και τον φέρνει σε πέρας παλικαρίσια.
Ο Μιχάλης Τιτόπουλος είναι η έκπληξη της παράστασης. Ένας εξαιρετικός νέος κωμικός ηθοποιός "βάζει στο τσεπάκι του" το ρόλο του αστυνομικού και στέλνει κύματα γέλιου στους θεατές, ειδικά στις σκηνές που είναι ντυμένος γυναίκα!
Τα σκηνικά του Γκάι Στεφάνου και τα κοστούμια της Μάρλι Αλειφέρη είναι καλόγουστα και εξυπηρετούν άψογα την παράσταση και το ρυθμό της, όπως και οι πολύ λειτουργικοί φωτισμοί του Μπάμπη Αρώνη.
Συμπερασματικά, λοιπόν, πρόκειται για μια πολύ ευχάριστη καλοκαιρινή βραδιά, με ένα έργο που σατιρίζει τα κακώς κείμενα και, ταυτόχρονα, σκορπίζει το γέλιο.
Κυρίως, όμως, δίνει στο θεατή την ευκαιρία να απολαύσει εννέα υπέροχους ηθοποιούς που «κλέβουν» την παράσταση, ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί!