Κώστας Τσιάνος. Μάστορας του θεάτρου από τους πιο επιδέξιους. Σωστότερα Αρχιμάστορας. Δεξιοτέχνης. Λάτρης του σανιδιού. Απ’ τους σημαντικότερους, αν όχι ο σημαντικότερος που κατέχουν το λαϊκό θέατρο στην χώρα μας-δανείζομαι την ατάκα από τον Σταμάτη Κραουνάκη που μαζί είδαμε τη Φαύστα του Θεσσαλικού του στο θέατρο της Ρεματιάς. Ο τρόπος που σκύβει με συνέπεια και αγάπη σε κάθε έργο-το όποιο έργο-είναι μέχρι και συγκινητικός. Ψάχνει, ερευνά, αναζητεί, δουλεύει, ιδρώνει, αγωνιά, βάζει μυρωδικά, φωτίζει στοιχεία, αναδεικνύει χάρες,βάζει πινελιές ξεχωριστές.
Το ίδιο έκανε και στην «Φαύστα», το έργο του Μποστ με την οποία επέλεξε να γιορτάσει τα γόνιμα 30χρονα του Θεσσαλικού Θεάτρου του που μας πλούτισε θεατρικά με παραστάσεις που έγραψαν ιστορία-πρώτη και καλύτερη φυσικά η σπουδαία Ηλέκτρα του με την Λυδία Κονιόρδου. Δούλεψε με μεράκι για το ανέβασμα του έργου που σατιρίζει τον καθωσπεπισμό, την ημιμάθεια,τον νεοπλουτισμό,την ξενομανία και την ελληνική πολιτική ζωή. Χωρίς να έχει μεγάλα μέσα και ακριβή παραγωγή-είναι «έγκλημα» που η πολιτεία δεν στηρίζει έναν Θεσμό όπως το Θεσσαλικό!- κατάφερε να στήσει μια ευφρόσυνη παράσταση, με αρετές και «μυρωδικά», με δύναμη. Δίδαξε με καίριο τρόπο τους ικανούς ηθοποιούς του-Νικολέττα Βλαβιανού, Πάνο Σταθακόπουλο, Σταύρο Νικολαϊδη, Μαίρη Σαουσοπούλου, Βασίλη Γιαβρί, Χάρη Φλέουρα και Ηλία Μπαρμπέρη- και πέτυχε από αυτούς δυνατές αποδόσεις, έδωσε... φιλί ζωής στο έργο με «ενέσεις» έξυπνες και πέτυχε να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού με μια ευπρόσωπη δουλειά. Μάστορας πρώτης γραμμής καθώς είναι ξέρει τον τρόπο να στήνει τις καλύτερες δουλειές τις οποίες οργανώνει μήνες πριν, ευφάνταστα...Το ίδιο κάνει τώρα με την «Γειτονιά των αγγέλων». Δεν τον αφορά να ανεβάσει απλά το έργο στο Εθνικό μας θέατρο. Θέλει να...κεντήσει σ’αυτό με δικές του «βελονιές», με νέα στοιχεία,με καινούργια... μυρωδικά. Δουλεύει ήδη το κείμενο, επιλέγει μια σειρά από τραγούδια, έχει στο νου του σκηνικές λύσεις που θα απογειώσουν το αποτέλεσμα, κλείνει εξαίρετους ηθοποιούς, ακούει φίλους του από τον χώρο που εκτιμά.
Μείναμε λίγο μετά απ’ την παράσταση της «Φαύστας» και μιλήσαμε για την «Γειτονιά»-αφιέρωμα στο Νίκο Κούρκουλο που λάτρευε, για την συγκινητική υποδοχή που του επιφύλαξαν στο Εθνικό -«είχα να πάω εκεί από τότε που έφυγε ο Νίκος,δεν μπορούσα ούτε να πλησιάσω...-, την λαχτάρα του να φτιάξει μια παράσταση γεμάτη με τραγούδια του Μίκη-πέρα απ’ τα ήδη υπάρχοντα στο έργο-, για την πικρία του που το Θεσσαλικό δεν έχει την αρωγή που του οφείλεται από την πολιτεία, για την αγωνία του για αυτό...Φεύγοντας τον θυμήθηκα-μικρός ήμουν-να διδάσκει τη Λυδία στην Ηλέκτρα και να ...πυρπολείται. Να φλέγεται. Όπως φλέγεται πάντα- κι είναι αυτή η φλόγα που τον κάνει τόσο δυνατό!