Λίγους μήνες πριν είχαμε μαγευτεί από τον τρόπο που «γινόταν» ο Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν και λίγους μήνες μετά νιώθουμε θεατρική μέθεξη με τον καινούργιο του υποκριτικό άθλο που πετυχαίνει ως Επιστάτης. Double score σε μια σεζόν για έναν σημαντικό κύριο του θεάτρου μας-ίσως τον πιο σημαντικό. Στο θέατρο Χορν γράφεται «ιστορία» έχω να σας καταθέσω και το γεγονός πρέπει να αποκτήσει την σημασία που του πρέπει και του αξίζει.Ένας εξαιρετικός ερμηνευτής καταφέρνει μέσα σε μια σεζόν έναν διπλό θρίαμβο. Συνάρπασε παίζοντας τον Ιψενικό Μπόρκμαν και χωρίς ανάσα πέρασε στον Πιντερικό Επιστάτη. Μεταμορφωμένος ναι, αλλά πέρα απ’την εξαιρετική αλλαγή του για τον κάθε ρόλο αυτό που συγκλονίζει είναι ο τρόπος που φτάνει στο μεδούλι του κάθε ρόλου: μπήκε βαθιά στον Μπόρκμαν και σε μερικές μονάχα εβδομάδες τον άφησε πίσω για να προσθέσει ένα νέο «ακριβό» κομμάτι στο συναρπαστικό «παζλ» ρόλων που φτιάχνει με συνέπεια και με σκληρή δουλειά τόσα χρόνια. Να ξεκινήσω από την εικόνα; Για το αριστουργηματικό έργο του Πίντερ έχει γίνει ο άστεγος μεσήλικάς του-λίγο πριν μπω στο Χορν έπεσα πάνω σε δύο τρείς τέτοιους που βρίσκονταν πεσμένοι στο δρόμο. Κομματιασμένοι,εξαθλιωμένοι,παρατημένοι. Έμοιαζε σαν να μπήκε έναν απ’αυτούς και να ανέβηκε στην σκηνή-πόσο προσεκτικός σε όλες τις λεπτομέρειες, ακόμα και στην τρύπια κάλτσα, το τριμμένο παντελόνι, την γαριασμένη σκελέα,τον «βρώμικο» σκούφο. Αλλαγμένα όλα-προσαρμοσμένα στο ρόλο: η κίνηση, η φωνή, το κύρτωμα, η αίσθηση του ανθρώπου που έχει ξεπαγιάσει πολλά βράδια μένοντας στον δρόμο…Και έπειτα η υποκριτική δεινότητα. «Γίνεται» αυτός που μισεί τους ξένους-κυρίως τους μαύρους-, που δεν εμπιστεύεται κανέναν και τίποτα, που φοβάται και που κρατάει σε απόσταση τα δύο αδέλφια στων οποίων το σπίτι έχει εισβάλλει, νιώθοντας να απειλείται ακόμα και μέσα απ’ την προσφορά τους, υπονομεύοντας τη σχέση τους προς ίδιον όφελος…Έξοχος στον φόβο του,υπέροχος στις κωμικές νύξεις,θαυμάσιος στις εξάρσεις-εκρήξεις του, μοναδικός στον τρόπο που απ’την απόγνωση…δραπετεύσει και γλυκαίνει βλέποντας καρτούν στο γυαλί, εξαιρετικός στον τρόπο που «φρικάρει» απ’ τις τρομακτικές ειδήσεις που παίζονται σε δελτία που προβάλλονται και που δείχνουν πόσο σημερινό είναι το έργο-ανάμεσά τους και σκηνές με αλήθειες άστεγων-αλλά και συνταρακτικός στη δραματική κορύφωση του έργου. Εξαιρετικός ο ίδιος,εξαιρετική και η παράσταση που σκηνοθέτησε ο ίδιος με μαεστρία και ζηλευτή λεπτοδουλειά. Καλοκουρδισμένη παράσταση αξιώσεων, φωτίζει όλες τις πτυχές του έργου,όλα του τα διάφορα και διαφορετικά επίπεδα,όλα του τα πολλαπλά επίπεδα. Το δράμα αυτό που αφορά στην αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας των ανθρώπων ευτυχεί στο ανέβασμά του στο Χορν.Και αυτό οφείλεται και στους άλλους δύο ηθοποιούς που έχει στο πλευρό του ο Κιμούλης:τον Νίκο Γεωργάκη και τον Γιώργο Χρανιώτη.Ο πρώτος που’ναι αναμφισβήτητα ισχυρή μονάδα του θεάτρου μας,φτιάχνει μια απ’τις πληρέστερες δουλειές με την αρωγή του Κιμούλη και «ντύνεται»τον πολύπαθο Άστον, που ζει σε συναισθηματική απομόνωση, μαστορεύοντας τις διάφορες μηχανές του και κάνοντας όνειρα ότι θα φτιάξει στην αυλή ένα υπόστεγο.Στον μονόλογό του για το ηλεκτροσόκ που υπέστη ήταν έξοχος. Δεν έχω ξαναδεί ποτέ τόσο καίριο τον Γιώργο Χρανιώτη, όσο στον ρόλο του Μικ που μοιάζει πολυάσχολος αλλά ζει σε ένα δικό του εφιαλτικό κόσμο-δυνατές οι εξάρσεις του και ζηλευτοί οι χαμηλοί τόνοι του. Σημαντική συμβολή στο άρτιο αποτέλεσμα είχαν η Μαίρη Τσαγκάρη-στο λειτουργικό σκηνικό και τα κοστούμια-,η Κατερίνα Μαραγκουδάκη-μα τι …μαγικά κάνει πάντα με τους φωτισμούς της!-, ο Χάρης Χαραλαμπάκης-επιμελήθηκε το μοναδικό μακιγιάζ του Κιμούλη!-.Ξέρω ότι θα θεωρήσετε ότι επαναλαμβάνομαι γράφοντάς σας Τρέξτε να δείτε τον Γιώργο Κιμούλη,αλλά θα το ξαναπώ: Τρέξτε γιατί κάνει Ακριβό Θέατρο για το οποίο καμαρώνουμε-και οφείλουμε να καμαρώνουμε!