Έχοντας ξαναδιαβάσει προσφάτως τους «Δαιμονισμένους» του Ντοστογιέφσκι είδα την ομώνυμη παράσταση του «Σύγχρονου Θεάτρου Αθήνας» με καινούργιο ενδιαφέρον. Οι «Δαιμονισμένοι» είναι έργο της συγγραφικής ωριμότητας του Ρώσου δημιουργού και μέρος της πολιτικής εφηβείας κάθε νεαρού που ονειρεύεται ν' αλλάξει τον κόσμο με φωτιά και τσεκούρι.
Σύγκρουση αχρείων και αθώων
Μακριά από τον αστικό περίγυρο της Μόσχας και της Πετρούπολης, που ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως φόντο για τα μείζονα έργα του, η δράση μεταφέρεται σε μια ασήμαντη επαρχιακή πόλη της αχανούς ρωσικής ενδοχώρας. Επιλογή διόλου τυχαία, αφού οι ανατρεπτικοί ήρωες του Ντοστογιέφσκι χρησιμοποιούν αυτή την πολίχνη ως σκηνικό για μία γενική πρόβα των καταστροφικών τους ιδεών.
Περισσότερο μηδενιστές παρά τρομοκράτες, οι νεαροί δεν διαθέτουν ούτε πολιτική ιδεολογία ούτε το ανάλογο πρόγραμμα. Δεν διαθέτουν καν οργάνωση με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά μόνο μια ασαφή επιθυμία να φέρουν τα πάνω κάτω. Κι αυτό είναι το βασικό μειονέκτημα του μυθιστορήματος γιατί ο Ντοστογιέφσκι, αντί να μαχηθεί την επαναστατική οπτική ενός Νετσάγιεφ, αντικρούει μιαν αφελή και χυδαία του καρικατούρα: τον Πιοτρ Στεπάνοβιτς Βερκχοβένσκι. Αυτός και η παρέα του δυναμιτίζουν την πληκτική ατμόσφαιρα της πόλης και, με μια σειρά προμελετημένες αχρειότητες, φέρνουν μεγάλη ταραχή στο κοσμικό σαλόνι μιας άμοιρης στρατηγίνας, της θείας του Σταυρόγκιν, κεντρικής δραματικής φιγούρας του έργου. Με όχημα αυτόν τον ήρωα, ο Ντοσογιέφσκι θα προβεί σε μια όντως αφοπλιστική κριτική τόσο στον ξεπνοημένο φιλελευθερισμό που εκπροσωπεί ο Στεπάν Τροφίμοβιτς, όσο και στην ασύμμετρη απειλή της ομάδας των ψευδοαναρχιζόντων νεαρών. Και το έργο θα κινδύνευε να μετατραπεί σε φαρσοκωμωδία αν ο Ντοστογιέφσκι δεν διέθετε την εκπληκτική δύναμη να μεταμορφώνει τα παραπολιτικά προσχήματα των ηρώων του σε καύσιμα υλικά ενός άγριου κανιβαλικού παιγνίου με δραματική απόληξη για τους πρωταγωνιστές του. Έτσι το ετοιμόρροπο (εντός πολλών εισαγωγικών) πολιτικό παράπηγμα των «Δαιμονισμένων» στεγάζει επαρκέστατα τον βρασμό των ιδιωτικών παθών και γίνεται τελικά παρανάλωμα από τη σύγκρουση και την ανάφλεξη αχρείων και αθώων.
Δαμάζοντας το θυμικό των ηρώων
Ο Σταύρος Τσακίρης στην παραστασιακή του πρόταση επέλεξε μια «πεζή» απόδοση του μυθιστορήματος (Δήμητρα Πετροπούλου) βασισμένη σε ανάλογη θεατρική διασκευή του Αλμπέρ Καμύ, αλλά με σημαντικές αποκλίσεις απ' αυτήν. Πήρε απόσταση από τις θυελλώδεις εντάσεις που χαρακτηρίζουν τα πιο παραληρηματικά πρόσωπα του Ρώσου συγγραφέα και κράτησε τους ηθοποιούς μακριά από τη δίνη της παραφοράς. Απέφυγε τους νευρωτικούς σπασμούς και τοποθέτησε τις υστερικές ακρότητες κάτω από ένα μακρινό κάτοπτρο. Διάλεξε με δυο λόγια αντί του πυρετού την υποθερμία κι αντί του ανεξέλεγκτου θερισμού βίαιων εντυπώσεων την προσεκτική συγκομιδή του αποστάγματος που προκύπτει από τις πράξεις των ηρώων. Μ' αυτή την τεχνική, της αναμνηστικής αφήγησης όπως θα την χαρακτήριζα, ουδετεροποιεί τον χώρο της δράσης και, μαζεύοντας τις φλογισμένες άκρες από το ανταριασμένο θυμικό των ηρώων του, αφήνει χώρο στον διακριτικό στοχασμό ή, για να το πω αλλιώς, στην περισυλλογή που διακρίνει τους φιλοσόφους και τους ναυαγούς. Κι αν είναι αλήθεια ότι το μέγεθος του ναυαγίου φαίνεται απ' τα συντρίμμια του, η σκηνοθετική του τακτική απέδωσε τα μέγιστα που θα μπορούσε να αποδώσει.
Σπουδαίο υποκριτικό επιτελείο
Στα πλεονεκτήματα της παράστασης συγκαταλέγεται ο λιτός σκηνικός διάκοσμος του Γιάννη Μετζικώφ, οι υπολογισμένες μουσικές νύξεις του Μίνωα Μάτσα και, πρωτίστως, το υποκριτικό επιτελείο που συγκέντρωσε ο σκηνοθέτης. Ο Αλέξανδρος Σταύρου, με το φόρτο της κουρασμένης ματαιοδοξίας του Σταυρόγκιν, έρμαιο μεταξύ των ανεξιλέωτων τύψεων του παρελθόντος και των ασήκωτων ενοχών του παρόντος. Η Δήμητρα Χατούπη, έκτακτη στον ρόλο της Βαβάρας Πετρόβνα με τον χτυπητό συνδυασμό ελεγχόμενης οργής και απολαυστικής ευπιστίας. Η Βίκυ Μαραγκάκη στον ρόλο της Λίζας δυναμικά εύθραυστη, καίρια υπαινικτική, μ' ένα σπασμένο περιδέραιο διαρκών αποσιωπήσεων του πάθους της για τον Σταυρόγκιν. Ο Κώστας Καστανάς, μελετημένα υποτονικός και παροιμιωδώς αφελής στον ρόλο του ξεθωριασμένου Στεπάν Τροφίμοβιτς. Η Κερασία Σαμαρά, που εκδραμάτισε το ρόλο της κουτσής κι αλαφροίσκιωτης Μαρίας με χειρονομική πληρότητα και σπαρακτική βαθύτητα. Το σύνολο, τέλος, των ηθοποιών που κινήθηκε οργανωμένα και πιστά στο πλαίσιο της όλης σκηνοθετικής σύλληψης.