Σπεύδω, προτού γεράσω, να συγκεντρώσω σ’ αυτό το βιβλίο τίτλους και θέματα
που σε διάφορες εκδόσεις δημοσίευσα, με μια μονάχα πρόθεση, να εκτεθώ (για την αμέλειά μου αυτή), αφού δεν φρόντισα να απορρίψω μερικά (αρκετά) και να διαγράψω άλλα (αρκετά), για να δείξω πως τάχα είμαι, κι εγώ, σκεπτόμενο πρόσωπο σοβαρό, αφού ξέρω αυτή την τέχνη – του αφαιρείν.
Ονομάζω αυτά τα ποιήματα, Τα Αρχαία Βρέφη προσωπικό μου κενοτάφιο. Κενοτάφιο τριάντα ενός χρόνων. Έτσι συσσωρευμένα προκλητικά, τυπογραφικά δηλαδή, σ’ αυτό το βιβλίο, μεγαλύτερο απ’ ό,τι είναι οι πλάτες μου, τα κηδεύω. Όπως πτωχεύσας έμπορος τις καρτέλες πελατών του – ακόμα και των επισφαλών πελατών του – τα βάζω στη σειρά και στην θέση περίπου την οριστική. Όπως βρέφη νόθα, που δηλαδή δυνατά και τυχαία συνελήφθηκαν, και σε μάντρες βρεφοκομείων ή δίπλα σε ντενεκέδες σκουπιδιών τυλιγμένα μέσα σ’ εφημερίδες νύχτες διαβάτες περνώντας τα βρήκανε. Σαν αιγυπτιακές γάτες ή πουλιά επαρχιακών τάφων έρχονται να κλείσουν τοπία φύσεως και ψυχής, περάσματα εφήβων, ναυτών, στρατιωτών και εποχών. Βάζω φωτογραφίες παρμένες από εφημερίδες και περιοδικά κι άλλες απ’ το πορτοφόλι μου.
Εδώ θα βρείτε το πεθαμένο μοντέλο Πέραμα – Σαλαμίνα, αυτό που λέει ο Γιάννης Λέννον με τον Παύλο Μακ-Κάρντεϋ – εκεί πίσω από τους γαλάζιους ουρανούς των προαστίων. Εκεί πίσω από τους συνοικιακούς ουρανούς. Εδώ θα βρείτε δέκα πέντε κομμάτια να μιλάνε για ναύτες και άλλα τόσα, ίσως, για στρατιώτες ή πυγμάχους, δεχθείτε τα όπως τα σχέδια κάποιου ζωγράφου για το ίδιο πράγμα, όπως τις παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα ενός μουσικού ή όπως, κυρίως, τις καρέκλες που κάνει κάποιος καρεκλάς, ένας τσαγκάρης τα ζεύγη υποδημάτων του.
Σας πληροφορώ, από την αρχή, πως οι τύποι μου στο βιβλίο αυτό ανήκουν στην Β΄ Εκλογική Περιφέρεια και σε μια μυθολογία τυχαία μα φανερά γενναία, με μίγμα αίματος στις φλέβες, με τον πανσεξουαλισμό τους, χωρίς ανησυχίες πνεύματος και τον θάνατο που τους σκοτώνει πάντοτε, κάθε μέρα. Ποζάρουν σε δρόμους και σινεμά, σε μηχανουργεία και ξενοδοχεία Δ΄ τάξεως, σε διαδρόμους και λεωφορεία βοηθώντας με να περάσω βιαστικά, ποιητικά ανορθόδοξα δηλαδή, πράγματα από αυτή τους την περιπλάνηση και καταστροφή. Το ίδιο και οι γυναίκες μου, δεν ξέρουν να μετρούν μέχρι το δέκα. Βάφονται μπροστά σε καθρέφτες γιατί δεν θέλουν να μιλήσουν. Σκέφτομαι πως η τελευταία γυναίκα που μίλησε σε ελληνικό βιβλίο ήταν νοσοκόμα ή κυρία του Ερυθρού Σταυρού. Η οδός Μαντάμ Κιουρί που σε πήγαινε κάποτε το τραμ στο Πέραμα.
Αργότερα – ποιος το ξέρει; - μπορεί αυτά τα βρέφη να μεγαλώσουν και να γίνουν ωραίοι άντρες, ωραίες γυναίκες, δυνατά παιδιά δίπλα σε τοίχους, έξω από γήπεδα, καθώς θα λούζονται σε παραλιακά ντουζ με περιφρόνηση την εκάστοτε αστική αρλούμπα να συντρίβουν.
(1979)
Γιώργος Χρονάς
(Τα ποιήματα της παράστασης ανήκουν στις συλλογές: Βιβλίο 1, Οι λάμπες, Τα μαύρα τακούνια, Ο αναιδής θρίαμβος, Κίτρινη όχθη Α΄, Κίτρινη όχθη Β΄, 1973-2001, Εκδόσεις Οδός Πανός )
----------------------------------------------------
Μαύρα Τακούνια, του Γιώργου Χρονά
Σκηνοθεσία Βαλεντίνη Λουρμπά
Παίζουν: Ειρήνη Γεωργίου, Γιάννης Κωσταράς, Ελένη Μπέη και Όλγα Στέφου
Θέατρο ΕΚΑΤΗ, Εκάτης 11, Κυψέλη, τηλ. 2106401931
Δευτέρα, 9.00 μ.μ. και Τρίτη, 8.00 μ.μ.