O Δημήτρης Λεωνίδας Γεωργιάδης ζει εδώ και τέσσερα χρόνια στη Μόσχα, όπου σπουδάζει υποκριτική σε μια από τις καλύτερες θεατρικές σχολές στον κόσμο, το GITIS. Αφού αποφοίτησε απο το Θέατρο τέχνης, αποφάσισε να διευρύνει τους ορίζοντές του κι έτσι βρέθηκε στη μακρινή Ρωσία.Τώρα πια στο τελευταίο έτος της σχολής παίζει στο θέατρο σε μια performance με τίτλο «Μέρα Μαγιακόφσκι», βασισμένη σε σενάριο του Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, αλλά και σε ντοκιμαντέρ, σε ταινίες, ενώ συμμετέχει σε διάφορα σημαντικά φεστιβάλ. Κι εκεί από την παγωμένη ρώσικη πρωτεύουσα στέλνει ένα γράμμα στην Ελλάδα, σαν να μιλάει σε μια φίλη...
Αγαπημένη, μακρινή μου φίλη,
Πέρασαν τέσσερα χρόνια από τότε που στις ανηφόρες σου συναντούσα το όνειρό μου ως ερωτευμένος ποδηλάτης. Από τότε που τα παχιά σίγμα και λάμδα επεδίωκαν να χωρέσουν στις νέες λέξεις μου, ενώ εγώ προσπαθούσα να νιώσω ξένος κοντά σου, δίνοντάς σου το ρόλο μιας αγάπης περασμένης. Τα χειμωνιάτικα πρωινά μου εδώ είναι σκοτεινά, βαριά, αλλά πιο ζεστά μιας και το σπίτι μου θερμαίνεται όλη μέρα, όπως και όλα τα υπόλοιπα σε τούτη την πόλη.
Τρόλεϊ ή μετρό; Το πρώτο δίλλημα.
Λίγες είναι αυτές οι «μικρές καθημερινές χαρές» που μπορούν να συγκριθούν με τον ήχο λυγερόκορμης έφηβης, που κάνει το 15 σαν σε πλησιάζει μετά από είκοσι λεπτά αναμονής στους -10 κάτω από το χιόνι. Αλλά και το μετρό έχει τη μαγεία του: ακόμα και σήμερα κάτι με πιάνει και φαντάζομαι ότι ξεκινάω πρωί πρωί από την «Μάρινα Ρόσα» με προορισμό το «Πανεπιστήμιο». Μετά ανεβαίνω περπατώντας την Ιπποκράτους, λέω ένα «γεια» στη δραματική του Τέχνης, όπου πέρασα χρόνια πολύτιμα, και κάνω αριστερά στην Καλλιδρομίου, όπου με περιμένει Εκείνη.
Φθάνω στο Gitis όχι αργότερα από τις 11:00 με τον καφέ στο χέρι - «οι Έλληνες δεν μπορείτε χωρίς καφέ!»- και μπαίνω στην πρόβα. Η πρεμιέρα του Ιβάνοφ έγινε, αλλά σκηνοθέτης και ηθοποιοί αποφασίσαμε να την ονομάσουμε «ανοιχτή πρόβα» για να συνεχίσουμε τη δουλειά με την ίδια λαχτάρα. Το θέατρο ξεκινά όταν η ομάδα υποκρίνεται συλλογικά, αλλάζει ονόματα, ηλικίες, σχέσεις και όταν, φτάνοντας στα όριά της, θυμάται ότι έχει «δεύτερη αναπνοή» και συνεχίζει.
Διαβάζω νέα σου στις ειδήσεις καθημερινά. Πόσο θέλω να σου μιλήσω γι’ αυτή τη «δεύτερη αναπνοή»... Τότε ίσως να μάθεις, αγαπημένη μου, ν’ αντέχεις στα δύσκολα και να μην απελπίζεσαι, ακόμα κι αν αυτά κρατούν περισσότερο απ’ όσο περίμενες. Θα με κατηγορήσεις ότι είναι εύκολο να δίνεις συμβουλές από απόσταση κι εγώ θα σου πω ότι μακριά σου έμαθα να σ’ αγαπώ. Σ’ αγάπησα όταν συνάντησα αμέτρητους ανθρώπους που θέλουν να μάθουν τη γλώσσα σου από καθαρό θαυμασμό και σήμερα αυτούς τους ανθρώπους μπορώ και τους λέω «μαθητές μου», όταν άκουσα έναν άγνωστο να μου απαγγέλλει Καβάφη, όταν κατάλαβα ότι οι λέξεις «Γκρέτσια» και «Κόρφου» μπορούν να γεννήσουν πλατιά χαμόγελα και να ζεστάνουν σώματα τη στιγμή που όλα γύρω είναι παγωμένα και νεκρά.
Συνάντησα τον Σεργκέι σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο 300 χιλιόμετρα έξω από τη Μόσχα, μέσα στο δάσος. Τα παράθυρα στο σπίτι του Σεργκέι αντί για τζάμια είναι ντυμένα με νάυλον. Ο Σεργκέι είναι φτωχός και ζει στην απόλυτη μοναξιά. Είναι ποιητής. Ο Σεργκέι μου διάβασε Αριστοτέλη.
Μετά την πρόβα, παράσταση στις 19:00. Όλα τα θέατρα εδώ ξεκινούν τέτοια ώρα. Οι θεατές μπαίνουν δωρεάν σε όλες μας τις παραστάσεις με κίνητρο να δουν τα μελλοντικά «αστέρια» του ρώσικου θεάτρου. Στην πραγματικότητα βέβαια πολλοί από εμάς θα διασκορπιστούν σε άλλα επαγγέλματα, μέχρι και μοναχοί θα γίνουν κάποιοι για να βρει γαλήνη η ψυχή τους.
Η δική μου γαλήνη; Βρίσκεται σε σένα, σ’ Εκείνη, στο ποδήλατό μου, στο αγαπημένο μου μπαρ, στο αγαπημένο μου βιβλιοπωλείο με τους τίτλους στη γλώσσα μου και στους ελάχιστους φίλους μου. Δε σου κρύβω ότι με πιάνει καμιά φορά ο φόβος ότι αν έρθω πίσω σε σένα, θα χάσω την «ευκαιρία» μου στη Μόσχα. Τότε είναι που γίνομαι μίζερος και καμιά μιζέρια σου, για την οποία αγαπάμε να σε κατηγορούμε, δεν μπορεί να νικήσει εκείνη που γεμίζει την ψυχή μου. Μέχρι να καταλάβω ότι πιο πολύ με φοβίζει πως θα περάσουν τα χρόνια και πως αν ο Θεός μου δώσει παιδιά, θα ξυπνούν το πρωί λέγοντάς μου «ντόμπροε ούτρο» και ο πρώτος τους έρωτας θα είναι «λιουμπόφ» και όχι «αγάπη».