Ο Μενέλαος Καραντζάς σπούδασε θεατρολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σκηνοθεσία θεάτρου στο Πανεπιστήμιο του Έσσεξ. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ζει στο Λονδίνο όπου σκηνοθετεί παραστάσεις αγγλικών και ελληνικών θεατρικών έργων και δουλεύει ως βοηθός σκηνοθέτης σε θέατρο και όπερα, σύμβουλος δραματουργίας για νέους θεατρικούς συγγραφείς, και δάσκαλος δράματος ή εμψυχωτής θεατρικών και επιστημονικών δραστηριοτήτων σε σχολεία. Έχει κάνει διασκευές κλασικών έργων στα αγγλικά, μεταφράζει ελληνικά θεατρικά έργα στα αγγλικά και αντίστροφα, είναι συνεργάτης του The Greek Play Project το οποίο προωθεί στη βρετανική θεατρική κοινότητα και για την καινούργια χρονιά ετοιμάζει δύο νέες παραστάσεις, μία στο Λονδίνο και μία στην Αθήνα.
Βολτάρω στο προχριστουγεννιάτικο Λονδίνο για τέταρτη χρονιά. Όλα γύρω μου στολισμένα, οι δρόμοι, τα καταστήματα και οι άνθρωποι, σαν να είναι κολλητικές ασθένειες η ευτυχία και η καλή διάθεση και να μπορούν να μεταδοθούν μέσα από τα χρώματα, τα φωτάκια και το γκλίτερ. Φυσικά, αν τα παραπάνω δεν μπορούν να φέρουν τη ζητούμενη ευδαιμονία, υπάρχουν κι άλλες δοκιμασμένες πρακτικές, τα ψώνια και το αλκοόλ: απίστευτος συνωστισμός στα μαγαζιά, το αδιαχώρητο στις παμπ και καθημερινές οι προσκλήσεις για πάρτι που οργανώνονται από πρόσωπα, εταιρείες και παρέες και βαφτίζονται χριστουγεννιάτικα ακόμη κι αν γίνονται στα μέσα Νοεμβρίου. Στην υγειά μας, λοιπόν, να είμαστε όλοι καλά, να περάσουμε πέντε, έξι ή εφτά βδομάδες μέσα σ’ αυτό το καταιγιστικό κλίμα προχριστουγεννιάτικης διασκέδασης και Μεθυσμένα, aka Ευτυχισμένα, Χριστούγεννα να ‘χουμε!
Και βέβαια, να πάμε και στο θέατρο, που παλεύει μέσα στην καταναλωτική λαίλαπα των ημερών να προσελκύσει το κοινό του και που διαφημίζεται ως διασκέδαση, εναλλακτική λύση για τα ψώνια, ιδανικό μέρος να περάσεις δυο-τρεις ώρες πριν ή μετά το φαγητό και το ποτό, αλλά και ως ένα ιδιαίτερο δώρο. Το 2011, την πρώτη χρονιά που ήμουν στο Λονδίνο κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, πήρα για δώρο ένα εισιτήριο για τη ματινέ του Noises Off (του γνωστού από τα πολλά ανεβάσματά του στην Ελλάδα έργου του Michael Frayn Το Σώσε) στις 24 Δεκεμβρίου. Τα θέατρα του Λονδίνου, που έχουν ως τυπική μέρα βδομαδιάτικης αργίας την Κυριακή αντί για τη Δευτέρα των ελληνικών θεάτρων, δε δουλεύουν την ημέρα των Χριστουγέννων (πολλά ούτε και τη δεύτερη μέρα) ενώ είναι γεμάτα την παραμονή (σε αντίθεση και πάλι με τα περισσότερα ελληνικά θέατρα που αργούν στις 24, αλλά ποντάρουν πολλά στο κοινό των 25 και 26 Δεκεμβρίου). Η εξαιρετικά ευχάριστη εμπειρία εκείνης της χρονιάς ήταν για μένα το έναυσμα για τη θεσμοθέτηση μιας παράδοσης που θέλει έκτοτε να πηγαίνω στο θέατρο το μεσημέρι της παραμονής των Χριστουγέννων ―πάντα σε μια μεγάλη παραγωγή ή ένα μιούζικαλ― σα να κλείνει πανηγυρικά η χρονιά και να μπαίνω στο κλίμα της γιορταστικής μέρας από το μεσημέρι της προηγούμενης.
Ζω στο Λονδίνο από το 2011. Μετά από πολλές επισκέψεις ως τουρίστας, ήρθα για σπουδές το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς και εγκαταστάθηκα. Η αγάπη μου για το θέατρο, παρόλο που εξωτερικεύτηκε αρκετά αργά στη ζωή μου, ήταν αρκετή να με ωθήσει να αλλάξω την επαγγελματική μου πορεία και βήμα βήμα να με οδηγήσει στην πρακτική του θεάτρου. Μετά τις σπουδές θεατρολογίας και τις περιστασιακές δουλειές στον ευρύτερο χώρο του θεάτρου, συνειδητοποίησα ότι ήθελα να μπω για τα καλά μέσα στο μαγικό κόσμο της θεατρικής πράξης και ένιωσα την έντονη επιθυμία να δημιουργήσω χρησιμοποιώντας τα υλικά αυτής της θαυμαστής τέχνης από τη θέση του σκηνοθέτη. Ίσως λόγω του δέους που μου προκαλούσε η επαφή μου με την καλλιτεχνική έκφραση, ή ίσως και λόγω της προηγούμενης επαγγελματικής μου ενασχόλησης που απαιτούσε να γνωρίζω κάτι καλά πριν το εφαρμόσω, δε θα τολμούσα να διεκδικήσω για τον εαυτό μου τον τίτλο του σκηνοθέτη, αν προηγουμένως δεν είχα την κατάλληλη θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση. Παρόλο που οι δρόμοι που οδηγούν στη σκηνοθεσία είναι πολλοί και ποικίλοι, θεώρησα ότι για δικό μου καλό (και ίσως για καλό των μελλοντικών θεατών των παραστάσεών μου) θα έπρεπε να διδαχτώ πρώτα τα βασικά μυστικά αυτής της τέχνης σε θρανίο κι έτσι αποφάσισα να σπουδάσω Σκηνοθεσία Θεάτρου, κι επειδή στην Ελλάδα οι λύσεις που προσφέρονταν για τη συστηματική σπουδή αυτού του αντικειμένου ήταν περιορισμένες, επέλεξα το Λονδίνο και τη Δραματική Σχολή East 15 που θα μου έδινε τα θεωρητικά και πρακτικά εφόδια που ζητούσα κάτω από την ομπρέλα ενός μεταπτυχιακού τίτλου.
Τα δύο χρόνια των εντατικών σπουδών πέρασαν αστραπή με διαλέξεις και μαθήματα, με πρακτικά πρότζεκτ και ασκήσεις, με θεατρικές δουλειές έξω από τη σχολή και με παρακολούθηση παραστάσεων, πολλών παραστάσεων. Η πιο ευτυχισμένη και αποδοτική περίοδος ήταν η μαθητεία για ένα μήνα στη σχολή GITIS της Μόσχας όπου μου αποκαλύφθηκε το μεγαλείο της γένεσης μιας παράστασης, αλλά και της διδασκαλίας της σκηνοθεσίας και της υποκριτικής. Μετά την αποφοίτηση, ξεκίνησε ο αγώνας για εξασφάλιση της επιβίωσης (συνήθως με εξωθεατρικές απασχολήσεις και με εξειδίκευση στο σχήμα αίτηση-απόρριψη), αλλά και η αγωνία για το αποτέλεσμα κάθε φορά που οι συνθήκες το επέτρεπαν και σκηνοθετούσα κάποια παράσταση. Κι από κοντά η μόνιμη ανησυχία για το ποιο θα είναι το επόμενο βήμα, ποιο θα είναι το επόμενο έργο, ποια θα είναι η επόμενη ματιά, ποιο θα είναι το επόμενο λάθος; Και με την Ελλάδα τι γίνεται, ποιο νέο έργο να μεταφράσω, πού να το προτείνω, πώς θα πείσω ότι ελληνικά θεατρικά έργα γράφονται και μετά τις τραγωδίες;
Ευτυχώς, το θέατρο στο Λονδίνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια δεν παύει να με εκπλήσσει άλλοτε ευχάριστα κι άλλοτε δυσάρεστα. Συμπεριλαμβάνοντας από τις υπερπαραγωγές του West End μέχρι και τις μικρότερες φριντζ απόπειρες, φτάνουν περίπου τη χιλιάδα οι παραστάσεις που ανεβαίνουν κάθε χρόνο ―και μάλιστα σε μεγάλο ποσοστό αφορούν καινούργια και πρωτοπαιζόμενα έργα από νέους συγγραφείς― κι απ’ αυτές ξεχωρίζουν αρκετές για διάφορους λόγους. Κι όμως, ανάμεσά τους είναι σπάνιες οι πρωτότυπες, ερευνητικές ή πειραματικές οπτικές καθώς το βρετανικό θέατρο νοσεί βαριά από το σύνδρομο της κυριολεξίας. Αλλά κι από την έλλειψη πόρων. Μολαταύτα, οι συχνά ανυπέρβλητες δυσκολίες στην ανεύρεση χρημάτων για παραγωγές δεν κάμπτουν τη θέληση εκείνων που θέλουν να δημιουργούν ευκαιρίες και να τις αξιοποιούν. Γι’ αυτό το λόγο τα δύο πιο αγαπημένα μου στέκια στην πόλη, το φουαγιέ του National Theatre και το μπαρ του Young Vic είναι πάντοτε γεμάτα από ανθρώπους του θεάτρου που περιγράφουν φωναχτά τα όνειρά τους ή τα σχεδιάζουν στο χαρτί σκυμμένοι πάνω από τραπέζια.
Έπιασε βροχή και κοντοστέκομαι για να προφυλαχτώ κάτω απ’ τη μαρκίζα ενός θεάτρου. Τα λαμπιόνια που αναβοσβήνουν δίνουν τυχαία(;) τη σωστή απάντηση στην αναζήτησή μου, η απόφαση είναι άμεση και τα εισιτήρια αγοράζονται επί τόπου: Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου, στις 2.30, Shakespeare in Love! Ανεβασμένη διάθεση, γλυκιά προσμονή και ευτυχία!
Και Καλά Χριστούγεννα!!!