Θέλω από το πρωί να χαρίσω σε κάποιον το δίστιχο του Σαββόπουλου "Πέρασαν οι μέρες που μας πλήγωσαν.
Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών". Ε, λοιπόν, θα το χαρίσω στον Μάριο Μακρόπουλο, γιατί στον επίλογο του κειμένου του χρησιμοποίησε το ρήμα "επιμένω".
Θυμάμαι από πάντα ότι ήθελα να γίνω ηθοποιός. Παιδικά όνειρα, άγνοια κινδύνου, άρνηση στα πρέπει και τα μη των μεγάλων -δεν ήξεραν αυτοί, μόνο εγώ ήξερα!
Ξεκίνησα χορό για να έχω ένα επιπλέον εφόδιο στις εισαγωγικές. Μπήκα και στην ομάδα του Δήμου μου για να αποκτήσω μια πρώτη επαφή. Έχω τις ωραιότερες μνήμες από εκεί. Σε μια αίθουσα, σε μια πλατεία, κάπου στον Βύρωνα. Κατάφερα και μπήκα στη σχολή. Στο Νέο Ελληνικό Θέατρο του Γ. Αρμενη. Δούλευα πωλητής για να πληρώνω τα δίδακτρα. Είχα αρχίσει να οσμίζομαι το όνειρο..
Λίγα χρόνια έχουν περάσει από τότε. Γεμάτα όμως, δημιουργικά, συγκινητικά, δίπλα σε σημαντικούς ανθρώπους. Εμπειρίες και προβληματισμοί! Δηλαδή: αγαπώ το θέατρο και τη θετική του σε μένα επίδραση. Όταν όμως δουλεύω και δεν πληρώνομαι, σε ποιον και γιατί να γίνομαι υπόλογος, αν η ανάγκη να ζήσω αξιοπρεπώς και χωρίς να εξαρτώμαι, με οδηγεί να δουλέψω εκτός χώρου; Κι αν δουλεύω, γιατί η Χ παράσταση στο Χ θέατρο με τον Χ σκηνοθετη είναι "λάθος", ενώ τα αντίστοιχα Ψ σωστά; Γιατί για να δουλέψω πρέπει να ανήκω σε φατρίες; Και άντε να ανήκω, πώς μπαίνεις σε αυτές; Ποιος είναι αυτός που θα με κρίνει για τις επιλογές μου και τα βήματα μου, όταν δεν έχω επιλογές;
Αν είμαι περήφανος για κάτι, είναι που διατηρώ το δικαίωμά μου να σκέφτομαι. Και για κάνα δυο ανθρώπους που γνώρισα! Έμαθα όμως και πολλά μέσα σε αυτά τα λίγα χρόνια: να πατάω στα δικά μου πόδια, να τεντώνομαι, όσο με παίρνει στο σεντόνι, να αντέχω, να προσπαθώ, να επιμένω, να υπομένω, και πάνω απ' όλα να ελπίζω στο αέναο "κανείς καλός δε χάνεται"! Εύχομαι να' μαι ένας από αυτούς...
Χρύσα Φωτοπούλου