Η Χρύσα Καψούλη παρουσιάζει τον "Ευαγγελισμό της Κασσάνδρας" του Δημήτρη Δημητριάδη στο Κ.Ε.Τ: μια spoken word performance, όπως την ονομάζει, που ανατρέπει το μύθο της Κασσάνδρας, ταξιδεύοντας το πρόσωπό της στο σήμερα. Γράφει για τη σχέση της με την αρχαία μάντισσα που στο κέιμενο του Δημητριάδη λέει πάντα ένα μεγάλο "ναι", είναι μια κατάφαση απέναντι στη ζωή, σε ένα κείμενο που σίγουρα θα ενέκρινε και ο συγγράφεας της "Κασσάνδρας"...
Κάθε φορά που μου ζητάνε να μιλήσω δημόσια, τρέμω. Δεν έχω μάθει να μιλάω εγώ, για μένα. Πιθανόν να έχω το «κουσούρι» των ηθοποιών: κρυβόμαστε πίσω από τους ρόλους. Μέσω αυτών μάθαμε να μιλάμε μόνο. Ή φανερωνόμαστε, μέσω αυτών, εν τέλει;
Αν με ρωτήσει κάτι κάποιος, ασφαλώς και θα απαντήσω. Αλλά σαν να μην είμαι εγώ, νιώθω τότε πως απαντάω. Αρκούμαι σε ένα ναι. Ή ένα όχι. Όχι, λέω συχνά. Ναι, όχι τόσο συχνά.
Αυτή τη φορά αποφάσισα να μιλήσω. Συνειδητά. Να πω, ναι. Και να μιλήσω για την σχέση μου με την Κασσάνδρα. Εξάλλου η Κασσάνδρα εκπροσωπεί το Ναι. Την κατάφαση. Αυτή είναι η Κασσάνδρα του Δημητριάδη. Ένα Ναι. Σε πρώτο πρόσωπο. Και είναι η πρώτη φορά που κι εγώ μιλάω, εκτός σκηνής, σε πρώτο πρόσωπο.
Η σχέση μου με την Κασσάνδρα ξεκίνησε απο ζήλια. Μια μέρα ζήλεψα. Όχι πως άλλοτε δε ζήλευα. Απλώς αυτή τη φορά αποδέχτηκα πως ζηλεύω. Δύσκολο να αποδέχεσαι. Το δυσκολότερο είναι η αποδοχή, θα έλεγε και ο Δημητριάδης. Αποδοχή του άλλου, αλλά και του εαυτού μας. Αποδέχτηκα έτσι και τον βαθύ ανταγωνισμό που ένιωθα. Που με τρόμαξε αρχικά. Αν σας ξαφνιάζει και εσάς που μιλάω για ανταγωνισμό, θα σας εξηγήσω αυτό που κι εγώ εκ των υστέρων κατάλαβα: στην ουσία για Έρωτα πάλευα. Και από Έρωτα.
Και τίποτε πιο βαθιά ανταγωνιστικό από τον Έρωτα. Πιο βαθιά εκδικητικό και διεκδικητικό.
Είχα πάντα μέσα μου ένα αίσθημα σαν άνθρωπος που με έσπρωχνε να διεκδικήσω.
Και να διεκδικείς σημαίνει να αντιστρέφεις τα όχι του κόσμου σε ναι. Απο αυτή την άποψη η Κασσάνδρα είμαι εγώ. Έρχεται να επιβάλει την αυτοκρατορία του ναι σε ένα κόσμο γεμάτο όχι. Με μια κατάφαση στη ζωή, στο σώμα, στην επιθυμία, στον Έρωτα.
Στην ουσία, σήμερα, αυτός είναι για μένα ο λόγος που θεωρώ την Κασσάνδρα ένα πολιτικό κείμενο, με την ευρύτερη έννοια του τι είναι πολιτικό . Ο Έρωτας είναι πολιτική πράξη . Πιο πολιτική πράξη από τον έρωτα δεν υπάρχει. Και αυτός είναι και ο λόγος ίσως, όπως λέει και ένας φίλος μου, που τον Έρωτα δεν τον κάνουμε δημόσια. Γιατί τρέμουμε την εκκωφαντική επανάσταση που θα επιφέρει άμα τη εμφανίσει του.
Σκέφτομαι τελευταία πως ο μόνος τρόπος να κάνω πολιτική είναι να κάνω θέατρο. Άλλο τρόπο δεν έχω. Και ίσως τώρα που ωρίμασα και καλλιτεχνικά και σαν άνθρωπος, όσα λέει η Κασσάνδρα με κεφράζουν. Ίσως, να είναι το δικό μου πολιτικό μανιφέστο. Ίσως …
Να βλέπετε: έχω αρχίσει να μιλάω σαν τον Δημήτρη Δημητριάδη. Δεν ξέρω αν συμφωνεί με αυτά που λέω, αλλά σίγουρα συμφωνεί με το ΠΩΣ τα λέω …