της Αγγελικής Καρυστινού
Ο πολιτισμός μιας χώρας είναι το βασικό της προπύργιο. Στην Ελλάδα όμως η τέχνη μέχρι σήμερα είναι υπόθεση, μεράκι και αγώνας αποκλειστικά των καλλιτεχνών πράγμα που οφείλει να αλλάξει, αν θέλουμε να μιλάμε για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση.
Καταρχάς χρειάζεται η χάραξη μιας κρατικής πολιτιστικής πολιτικής , που εν ολίγοις σημαίνει μια στοχοθέτηση: πού πάμε, γιατί κάνουμε ό,τι κάνουμε και τι θέλουμε να πετύχουμε. Δεν έχει πλέον νόημα μόνο να παράγεται έργο, αλλά πρέπει να τεθούν οι άξονες και ο σκοπός της εκάστοτε παραγωγής.
Με αυτό τον τρόπο θα επιτευχθεί και ένα δεύτερο βήμα πολύ σημαντικό: η διακίνηση των πολιτιστικών μας αγαθών και εκτός συνόρων, πράγμα που πέρα από την πνευματική του αξία, μπορεί να είναι και μια κερδοφόρα κίνηση, καθώς ο πολιτισμός είναι βασικό αγαθό των δυτικών κοινωνιών.
Τρίτον, η στήριξη των κρατικών οργανισμών. Δεν μπορούν επιχειρήσεις ουσιαστικά του κράτους να επιχορηγούνται με ψίχουλα την ώρα που καλούνται να παράγουν έργο, γιατί αυτό λειτουργεί σε βάρος των εργαζομένων που έχουν καταλήξει να δουλεύουν σε κάποιες περιπτώσεις εώς και δωρεάν. Γιατί η αλήθεια είναι με τις μέχρι σήμερα ισχύουσες συνθήκες πως το κράτος μοιάζει να λέει ότι οι καλλιτέχνες δεν είναι επαγγελματίες, αλλά απλώς άνθρωποι που κάνουν το χόμπι τους με κρατικά μέσα. Παράλληλα, το κράτος οφείλει να αντιμετωπίσει τους ανθρώπους της τέχνης ως επαγγελματίες, όπου κι αν αυτοί εργάζονται( ιδιωτικές επιπχειρήσεις, τηλεοράσει κλτ) και φροντίσει να διασφαλίσει την επ’ αμοιβή εργασία τους και τα εργασιακά τους δικαιώματα (ένσημα, συμβόλαια κτλ).
Τέταρτον, ένα κράτος που θέλει να παράγει πολιτισμό πρέπει να μελετάει το παρελθόν και την ιστορία του, αλλά ταυτοχρόνως να ενισχύει και να υποστηρίζει την έρευνα. Μόνο μέσα από την ερευνητική δουλειά, μπορούν τα πράγματα να προχωρήσουν. Ειδάλλως μιλάμε απλώς μια επανάληψη των ήδη κεκτημένων, πράγμα εξαιρετικά επικίνδυνο για την τέχνη που πάντα αλλάζει, αναπροσαρμόζεται, ανακαλύπτει, επανεφεύρει τον εαυτό της και επηρεάζεται από τον παλμό της κοινωνίας.
Πέμπτον, τέχνη χωρίς κοινό στο οποίο να απευθύνεται είναι εντελώς άχρηστη. Μια ελιτίστική πολυτέλεια που κανέναν δε αφορά. Γι’ αυτό ένα κράτος που θέλει να παράγει σύγχρονο πολιτισμό οφείλει να εκπαιδεύσει και τους πολίτες να γίνουν χρήσιμο κοινό, αλλά και τους δημιουργούς για να εξασκήσουν την τέχνη τους. «Το καλό κοινό κάνει τις καλές παραστάσεις», λένε πολλοί και δεν έχουν άδικο. Αυτό φυσικά προϋποθέτει και την αποκέντρωση του πολιτιστικής παράγωγης από την πρωτεύουσα, γιατί κοινό και δυνάμει καλλιτέχνες υπάρχουν σε κάθε γωνιά της χώρας....