Η Μαρίνα της "Μεγάλης Χίμαιρας" του Καραγάτση είναι παράξενο κορίτσι. Την ίδια στιγμή που στήνει έναν κόσμο από την αρχή, με πολύ φως και καμία, υποτίθεται, σύνδεση με ό,τι έχει περάσει, την ίδια ακριβώς στιγμή την καταπίνει η ερημιά, η ανυπαρξία μιας ουσιαστικής αντίδρασης. Η Αλεξάνδρα Αϊδίνη, που υποδύεται τη Μαρίνα στο θέατρο Πορεία, είναι η πιο κατάλληλη για να μιλήσει γι' αυτήν. Γι' αυτή τη γυναίκα που έλκεται και απωθείται από το ίδιο πράγμα. Από έναν καθαρό και ανοιχτό ορίζοντα.
Η Μαρίνα. Την ιδια στιγμή που είναι δυνατή, μιλάει για την "Αντιγόνη" με πάθος, την ίδια στιγμή, που δείχνει την αθώα της αγάπη για την ελληνική γραμματεία, (είναι μεγάλη ικανοποίηση για μένα να μπαίνω στον ψυχισμό ενός τέτοιου ανθρώπου) μάχεται να καλύψει και ένα μαγάλο της κενό. Η Μαρίνα έχει μάθει τα πάντα σε ταχύτητα φωτός, όπως λέει και ο Γιάννης, ο άνδρας της, αλλά δεν έχει μάθει -δεν μπορεί να το μάθει (;)- να επιβιώνει σε ένα οποιοδήποτε περιβάλλον.
Έχει μια αδυναμία να χειριστεί όλη αυτή την πνευματικότητα σε έναν τόπο, όπως η Σύρος, που έχει γίνει πια ο τόπος της. Η Σύρος με τους απλούς ανθρώπους, τον ήλιο και τα καθημερινά, απτά προβλήματα. Ο κόσμος της Μαρίνας δε βρίσκει ανταπόκριση. Είναι κλειστός, κάτι σαν άβατο. Ο Μηνάς, ο αδερφός του Γιάννη, είναι πιο κοντά στην ιδιοσυγκρασία της, η επαφή μαζί του είναι πιο αποτελεσματική, αλλά και πάλι η τροπή που παίρνει αυτή η επαφή είναι εμμονική και μονοδιάστατη.
Το κορίτσι αυτό έχει όλη την καλή θέληση να αποδράσει. Θέλει να αποδράσει. Νόμισε ότι ο έρωτας με τον Γιάννη, ο γάμος τους και η εγκατάστασή της στη μακρινή, -σε σχέση με την Γαλλία (τη χώρα της)-, Σύρο θα μπορούσε να καταχωνιάσει την παλιά της ζωή, το περίεργο παρελθόν της. Είναι παιδικό αυτό που κάνει. Δεν φεύγεις από κάπου, όταν έχεις απλά διανύσει τεράστιες χιλιομετρικές αποστάσεις. Φεύγεις όταν ορίσει τη λήξη το πιο ρεαλιστικό κομμάτι του εαυτού σου. Αλλιώς θα σου χτυπάει την πόρτα ό,τι έχεις αφήσει να εκκρεμεί, ό,τι έχεις αφήσει να είναι ανοιχτό με μία αόρατη, άνω τελεία.
* "Η Μεγάλη Χίμαιρα" είναι (συνεχώς) σολντ άουτ. Αν είσαι τύπος προνοητικός, έχεις ελπίδες για ένα εισιτήριο.
Χρύσα Φ.