Θα μου πεις τώρα το θυμήθηκες; Κοντεύει να τελειώσει και η δεύτερη χρονιά που το έργο του Διονύση Χαριτόπουλου παρουσιάζεται στη «Θεατρική Σκηνή» του Αντώνη Αντωνίου. Απολογούμαι γιατί θα έχανα αυτή τη παράσταση, αν και το θέατρο βρίσκεται λίγα μόλις τετράγωνα μακριά από το σπίτι μου.
Το «Αυγά μαύρα» είναι ένα έργο που μιλαει για τον εμφύλιο, όχι από την πλευρά των νικητών ούτε από τη μεριά των χαμένων, αλλά από τη μεριά των ανθρώπων. Μιλά για ένα παρελθόν τόσο κοντινό και συνάμα τόσο μακρινό. Και ενώ πραγματεύεται ένα από τα σπουδαιότερα κεφάλαια της σύγχρονης Ελλάδας, η ματιά του στοχεύει στα παρακείμενα της ιστορίας. Μιλαει από την πλευρά των παιδιών του εμφυλίου, τη γενιά των γονιών μου, μέσα από τα ματιά δυο αδελφών που χωρίστηκαν τότε δραματικά και μεσήλικες πια συναντιούνται για να μοιράσουν τραύματα και λάθη.
Ο Χαριτόπουλος έχει κάνει πολύ σοβαρή έρευνα για την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Καρπός αυτής της έρευνας είναι και το «Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων». Με αυτό το έργο περνάει για πρώτη φορά στη θεατρική γραφή. Ένα έργο με στέρεη δομή, χωρίς διάθεση νεωτερισμών, που στο κάτω κάτω δεν τους χρειάζεται, έργο σχέσεων και μνήμης. Υπηρετείται από τον Αντώνη Αντωνίου και τη Νατάσα Ασίκη, δυο ηθοποιούς αδρούς, ουσιαστικούς, με μια σκηνοθετική ματιά που ποντάρει στο καθαρό συναίσθημα.
Ναι, το θέατρο έχει προχωρήσει. Σύγχρονες προσεγγίσεις και πειραματισμοί επιβάλλονται. Αλλά βλέποντας παραστάσεις τέτοιας καθαρής ματιάς σε όλα τα επίπεδα είναι σαν να ξαναγυρνάμε στη ρίζα, στο θεατρικό big bang, εκεί όπου δυο άνθρωποι συνομιλούν και αντιπαρατίθενται, ένας Κρέοντας, ίσως μια Αντιγόνη, ή μια Ισμήνη, εδώ μια Μαρία και ένας Σπύρος. Δυο κόσμοι που παλεύουν να βρουν τον χώρο τους, να υπάρξουν και να δικαιωθούν. Η γυναίκα αναζητεί το παιδί που δεν υπήρξε, κρεμασμένη από τις αναμνήσεις του μεγαλύτερου αδελφού.
«Και εγώ….Εγώ πού ήμουν;». Διεκδικεί το δικαίωμα μιας οικογένειας, ενός πατέρα. «Από τη στιγμή που είχε οικογένεια δεν έπρεπε να μπλέξει». Ο αδελφός, με μια ζωή εξίσου ρημαγμένη προτάσσει το συλλογικό συμφέρον. «Άμα σταύρωνε τα χέρια ο ένας, τα σταύρωνε ο άλλος, τι θα γινοτανε;» Όταν βρεθείς μπροστά σε τέτοιο δίλλημα, ό,τι και να διαλέξεις θα είσαι πάντα λειψός και μοιραίος.
Η παράσταση τελείωσε και εγώ δυσκολευόμουν να σηκωθώ από την καρέκλα μου. Τελικά, κύριε Χαριτόπουλε είχε τόσο δίκιο η Μαλβίνα, που διαβάζω πως χρόνια σας πίεζε να γράψετε θέατρο. Με αυτήν την γόνιμη αρχή, υποψιάζομαι τη συνέχεια.
*Η Μαριάνθη Σοντάκη είναι ηθοποιός