Η εγκατάλειψη είναι πιο φριχτή και από την απώλεια. Γιατί έχει ορατή εικόνα. Μια σταματημένη εικόνα μέσα στη ζωή. Τα πάντα τρέχουν, πάνε κι έρχονται. Νύχτα, μέρα. Φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη, καλοκαίρι. Και πάλι από την αρχή. Και η εγκατάλειψη, η ερημιά, το πάγωμα της ροής να χωράει άνετα μέσα σε μια καθημερινότητα, σκέτο ίλιγγο.
Τα νεκροταφεία εσωκλείουν μόνο ύλη που γίνεται χώμα. Κανονικά δε 'θα πρεπε να μιλάμε καν για τάξη, αρμονία και άλλα σχετικά. Η ματαιότητα εκεί μέσα τρίζει. Λες, "ε, και;" και κάνεις μεταβολή. Όσο σκληρό και να ακούγεται, η ζωή συνεχίζεται και καμία δράση δεν αλλάζει τα δεδομένα της απόλυτης ακινησίας. Ωστόσο, η εικόνα της ερημιάς "του τελευταίου τόπου" είναι πέτρα στο λαιμό. Δηλαδή, αυτό που έχω μπροστά μου είναι η κατάληξη μιας ολόκληρης ζωής; Αυτό το μέρος, με τα ξερά φύλλα, τις θαμπές φωτογραφίες, τα λιωμένα κεριά και τις συνοπτικές φράσεις βεβαιότητας "θα μείνεις για πάντα στις καρδιές μας" είναι το λιγότερο άδικο. Παύση μακαβριότητας.
Και όταν μιλάω για εγκατάλειψη, μαζί με όλα τα εν δυνάμει χαμένα, έρχεται στον νου μου και το θεατρικό μουσείο της Ακαδημίας. Και η πρόσφατη λεηλάτησή του. Και λέω το πιο δύσκολο πράγμα είναι να μπορείς να κρατάς τη μνήμη σε σωστή θερμοκρασία μυαλού, να μπορείς να κρατιέσαι από όλα τα χερούλια του παρελθόντος.
Αν όλα αυτά είναι αδύνατα, οι εικόνες με τους σκισμένους, ιστορικούς ταφτάδες και τις φιγούρες του Καραγκιόζη κουτσές θα είναι μόνο η αρχή.
Χ.