Πάντα μου άρεσαν τα φεστιβάλ. Γιατί έχουν μικρή διάρκεια, άρα ένταση.
Και κυρίως γιατί αγαπώ τους ανοιχτούς χώρους, τις ζεστές βραδιές και τους ανθρώπους που σκίζονται στον αέρα ,όταν η μουσική τρυπάει τα βράχια και η ανάσα σβήνει πριν το πρώτο χειροκρότημα, Και φέτος αυτό δεν είναι καλοκαιράκι. Είναι ματριόσκα. Δε φτάνουν τα κολλαριστά μου χαρτιά για τις βαρβάτες σημειώσεις ημερολογίου που μαρτυρούν τις επόμενες κινήσεις μου. Αυλές, βιβλιοθήκες, προαύλια σχολείων, μικρά, μεγάλα, μεσαία θεατράκια, βράχια γύρω γύρω, παραλίες, χωριά, δίπλα στο ποτάμι, δίπλα στο δάσος. Ποιητές. Και ξανά ποιητές. Ταιριαστοί όλων των εποχών. Δε μιλάει κανείς για κρίση και εξαφανισμένες δυνάμεις. Μιλάει για όμορφη ζωή πριν την έμπρακτη βεβαιότητα. Αν ήταν να ζωγραφίσουμε τα κτίρια των δρόμων θα ζωγραφίζαμε ήλιους. «Όπως ο καθένας τους έχει σκεφτεί». Περίλυπους, πεισμωμένους και επίμονους. Αλλά ήλιους. Κίτρινοι. Πορτοκαλί ήλιοι. Για τη ζωή που προγραμματίζουν να σαβανώσουν με λασπωμένα σεντόνια. Μη χάσεις αυτό που κουβαλάς. Να ΄χεις χρόνο να θυμάσαι. Εγώ σήμερα θυμήθηκα. Μια μυρωδιά αρκούσε. Αυτή του κρασιού από τα δικά μας σταφύλια. Θυμήθηκα 10 ολόκληρα λεπτά. Και θα συνεχίσω. Ρομαντισμός απαραίτητος. Αλλιώς άστα να πάνε.
Χρύσα Φωτοπούλου