Οδός Ομήρου, Παλαιό Φάληρο. Βρίσκομαι έξω από το σπίτι που μεγάλωσε ο Λευτέρης Βογιατζής. Κοιτάω στον πρώτο όροφο, εκεί που μου είχε δείξει ότι βρισκόταν η παιδική του βιβλιοθήκη, οι δίσκοι του αδελφού του. Σκοτάδι. Στον κήπο έχει μεγαλώσει η κληματαριά, έχουν μαζευτεί τα λεμόνια από τη λεμονιά του Παναγιώτη και της Μαρίκας, των γονιών του.
Το ραντεβού με τον ανιψιό του Παναγιώτη είναι σε διπλανό σπίτι, στην αυλή που έπαιζε μικρός ο Λ., στην αυλή της κυρίας Πίτσας. Ο κήπος μυρίζει νυχτολούλουδο, ο Παναγιώτης επιτέλους περιτριγυρίζεται από συγγενείς και οικείους. Η Στέλλα έχει ετοιμάσει σπιτική λεμονάδα και χειροποίητο γλυκό τριαντάφυλλο.
«Η μητέρα του Λ. ήταν η καλύτερη μαγείρισσα κι εκείνος λάτρευε την χειροποίητη λεμονάδα και βέβαια υπήρχαν ομηρικοί καυγάδες ανάμεσα στα δυό αδέλφια για το ποιος θα πιεί πρώτος την πορτοκαλάδα από τα χέρια της κυρίας Μαρίκας.»
«Σας έγραψα αυτό το cd που ο Λευτέρης τραγουδάει με τον πατέρα μου στη Βιέννη, αλλά σας παρακαλώ είναι μόνο για δική σας χρήση, δεν θα επιθυμούσα να ακουστεί πουθενά αλλού.» λέει ο Παναγιώτης.
Πάνω στο τραπέζι η Στέλλα, έχει φέρει παιδικές φωτογραφίες της οικογένειας της από την Αίγινα με τους γονείς της και τους γονείς του Λ. «Άνθρωποι τίμιοι πάνω από όλα. Κι έτσι μεγάλωσαν και τους γιους τους.»
Σε μια φωτογραφία ο Λ. κρατάει ένα μπουκετάκι από αγριόχορτα.
«Πάντα από μικρό του άρεσε να μαζεύει από το δρόμο τα πιο ταπεινά λουλούδια και να τα χαρίζει στη μαμά του. Εξάλλου δεν ξέρω αν το ξέρετε η πρώτη λέξη που είπε, ήταν η λέξη «Λουλούδι».
Αυτό το νυχτερινό μνημόσυνο στην αυλή της οδού Ομήρου, είναι το πιο αυθεντικό λαϊκό ξόδι για την οικογένεια Βογιατζή. Οι συγγενείς, οι φίλοι που έχουν μαζευτεί γύρω από τον αγαπημένο ανηψιό του Παναγιώτη, είναι μια Ελλάδα και μια γειτονιά που χάνεται. Σπάνια. Με τα αρώματα μιας γειτονιάς που κάποτε ήταν ίδια σε όλη την Αθήνα.
Στην επιστροφή ο Παναγιώτης θέλει να χαιρετήσει την νονά του Λευτέρη. Τη Θεοδώρα. Εκείνη που πάντα στις μακέτες που ετοίμαζαν οι σκηνογράφοι του αποτελούσε τη μοναδική θεατή σε μικροκλίμακα. Η Θεοδώρα του. Ο Παναγιώτης είναι συγκινημένος.
«Είμαι ο ανιψιός του Λευτέρη.» λέει ο Παναγιώτης.
«Του Λευτέρη του Βογιατζή;» λέει με τα μεγάλα μάτια η νονά.
«Μάλιστα.» απαντάει ο Παναγιώτης.
«Μητέρα, τι είναι ο Λευτέρης;» ρωτάει η κόρη της, Κατερίνα.
«Ηθοποιός του θεάτρου» απαντάει η κυρία Θεοδώρα.
« Είναι οι μόνες λέξεις που θυμάται» λέει η Κατερίνα και βουρκώνει.
Ο Παναγιώτης στη βεράντα μιλάει με την κοπέλα του στο τηλέφωνο.
Ύστερα μου δείχνει σε φωτογραφίες στο κινητό τις γάτες του. Έχει την ίδια λατρεία με τον θείο του σ αυτές.
« Ο πρώτος γάτος του Λευτέρη στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς λεγόταν Αδάμ.» μου λέει.
«Εύχομαι επιστρέφοντας στη Γερμανία μετά το μνημόσυνο του θείου μου το Σάββατο, να καταφέρω να πάρω μαζί μου και το γάτο του. Νομίζω θα χαιρόταν πολύ εκείνος αν ο Φανερούλης επιτέλους αποκτούσε οικογένεια.»
Φεύγω συγκινημένη από τον τρόπο που τον θυμάται, τον σέβεται και τον τιμά η οικογένειά του. Με αληθινή αγάπη και αυθεντική τρυφερότητα, για τον άνθρωπο, όπως ακριβώς θα του άξιζε. Αγνοί και ευγενικοί άνθρωποι, που θα τον συντροφέψουν μαζί με τους πραγματικούς φίλους του, στις 8 το πρωί του Σαββάτου στο μνημόσυνό του στη Μονή Ασωμάτων Πετράκη (Ι. Γενναδίου) στο Κολωνάκι
* Ο Λευτέρης Βογιατζής, ως Τίνκερ, στην παράσταση του έργου της Sarah Kane "Καθαροί, πια" σε μετάφραση της ποιήτριας Τζένης Μαστοράκη, θέατρο ΡΟΕΣ 2001-2002.
Copyright φωτογραφίας Αθηνά Καζολέα.