Κάθε μέρα κερδίζω μισό λεπτό με το
«έτσι θέλω» σαν να έχω υποσχεθεί σε κάποιον ότι θα μείνω αθάνατη για λογαριασμό ενός παγκόσμιου στόχου. Κρατάω ημερολόγιο. Είναι οι μόνες στιγμές που τα δεξιά μου δάχτυλα ξαναπιάνουν καλοξυσμένο μολύβι. Έχω και γόμες. Μια τεράστια συλλογή από γόμες. Μ’ αρέσουν τα τρίμματά τους. Το γραφείο μου γίνεται θρανίο. Κρατάω ημερολόγιο θυμωμένη. Οι σελίδες είναι τσαλακωμένες και η γραφή τραχιά.
Έχω ξεχάσει τα καλλιγραφικά μου γράμματα.
Το μικρό ημερολόγιο έχει λουκετάκι. Όταν λείπω από το σπίτι το κρύβω ή το παίρνω μαζί μου. Θέλω να περάσω μια ολόκληρη μέρα με την σκέψη την απλή, την καθαρή ότι όλα θα πάνε καλά και θα φταίμε εμείς. Να γράψω πέντε γραμμές που να θυμίζουν αυτοσχεδιαστικό παιχνίδι. Να σκίσω δυο σελίδες με σχήματα, ημερομηνίες καθορισμού και ολοστρόγγυλα «σ’ αγαπώ» και να στις χαρίσω. Άλλη αίσθηση το χαρτί, το μολύβι μου.
Αγαπώ τη φωτιά, όταν καίει επιλεκτικά ό,τι δυσδιάκριτο και ευδιάκριτο ζει από ξένο αίμα.
Έμαθα να πείθομαι από τα λόγια ενός πανέμορφου Αργεντίνου επαναστάτη. Και είναι η μόνη περηφάνια που μου επιτρέπω να παραδεχτώ δημόσια.
* Στον «Ραμόν Μπενίτεζ» που σαν σήμερα γεννήθηκε.
Χρύσα Φωτοπούλου