Και ξαφνικά μέσ' το κατακαλόκαιρο, όταν τα νησιά σφύζουν από τουρίστες, μπρατσάκια, αντηλιακά, σουβλάκια, ουζάκια και άλλα πολλά “άκια”, βρίσκεσαι μπροστά σ' έναν ειδυλλιακό τόπο καταμεσής του Αιγαίου, χωρίς κατοίκους, χωρίς τουρίστες, χωρίς ομπρέλες και μπιτς μπαρ.
Και πλησιάζεις στο νησί και εντυπωσιάζεσαι από το τεράστιο, επιβλητικό κτίριο που δεσπόζει. Και αποβιβάζεσαι. Και αρχίζεις να βαδίζεις μουδιασμένα. Και ξεκινάς μια σιωπηλή περιπλάνηση. Πλησιάζεις στο επιβλητικό κτίριο, διστάζεις για λίγο αλλά στο τέλος αποφασίζεις να μπεις. Τούβλο, σίδερο, ξύλο και πολύ-πολύ τσιμέντο. Ήταν φυλακή, λέει, που την έφτιαξαν οι ίδιοι οι κρατούμενοι, πολιτικοί κρατούμενοι. Κατασκευή αρκετά γερή, που έχει – εν μέρει – αντέξει στο πέρασμα του χρόνου. “Φτιάξτε τα γερά, γιατί εδώ θα έρθουν και τα παιδιά σας”, τους έλεγαν οι δεσμοφύλακες.
Και συνεχίζεις να περιπλανιέσαι μέσα στο εγκαταλελειμμένο κτίριο κρατώντας την ανάσα σου, κρατώντας τα δάκρυά σου. Εδώ ήταν τα κελιά, εδώ η απομόνωση, εδώ ήταν η τραπεζαρία, εδώ η αίθουσα βασανιστηρίων... Και συνεχίζεις να περπατάς από τον ένα χώρο στον άλλο, από τον έναν όροφο στον άλλο. Ένα αληθινό «μέγαρο» στη μέση του πουθενά. Και φωτογραφίζεις τη φρίκη νιώθοντας ηλίθιος, αλλά θέλεις να την δείξεις στους άλλους, να τη δείξεις στα παιδιά σου, στα ανίψια σου. Για να ξέρουν, για να θυμούνται τον παραλογισμό του φασισμού και της Αντίδρασης, τον παραλογισμό του ανθρώπινου γένους.
Και βγαίνεις έξω για να πάρεις ανάσα. Και βουτάς στη θάλασσα νομίζοντας πως θα καθαρίσεις το μυαλό σου από όλη τη βρωμιά. Αλλά αυτή η βρωμιά δεν καθαρίζει τόσο εύκολα. Έχει βρομίσει την ίδια την νεώτερη ελληνική ιστορία.
Και μπαίνεις στο καράβι και φεύγεις μακριά. Κοιτώντας πίσω. Και σκέφτεσαι: ήταν κι ο παππούς μου Εδώ. Όχι σ’ αυτό το νησί, σ’ ένα άλλο ξερονήσι. Κι όμως ήταν Εδώ. Φυλακίστηκε για 4 χρόνια γιατί δεν ήθελε να «πολεμήσει τα αδέλφια του». Τι απογοήτευση, να σε στέλνουν στην εξορία, επειδή πιστεύεις κάτι άλλο απ’ αυτό που πιστεύουν εκείνοι.
Κι όμως, μέσα στην απογοήτευσή σου, νιώθεις και μια χαρά. Νιώθεις χαρά γιατί συνειδητοποιείς πως έχουν υπάρξει, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που η προσωπική τους ευτυχία, ελευθερία και βολή έχουν πολύ μικρότερη αξία από την ανάγκη τους για έναν καλύτερο, δικαιότερο και ελεύθερο κόσμο.
Γυάρος. Τόπος εξορίας τα Ρωμαϊκά χρόνια. Γυάρος. Τόπος εξορίας, «εθνικής αναμόρφωσης» και βασανιστηρίων τις περιόδους 1947-1952, 1955-1961 και 1967-1974. Γυάρος. Σήμερα... τόπος ζωής για κάποια από τα... σπανιότερα θαλάσσια θηλαστικά της Μεσογείου.
Γυάρος 17 Αυγούστου, με την ομάδα του “Ματαρόα”.
*Ο Παντελής Δεντάκης είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου με άριστα και δε σταμάτησε ποτέ να συλλέγει εμπειρίες που η ίδια ιστορία θα αξιολογήσει κάποτε ως πολύτιμες. Ανήκει στην ομάδα εκείνη των καλλιτεχνών που εδώ και καιρό έχει ξεκινήσει να στήσει μια ιδιαίτερη παράσταση με τίτλο «Ματαρόα, η διάτρητη μνήμη». "Η παράσταση ανεβαίνει τον Νοέμβριο, στο Théâtre du Soleil στο Παρίσι, σε σκηνοθεσία της Hélène Cinque. Η ιδέα, η έρευνα και η οργάνωση είναι της Ελίτας Κουνάδη. Η Ελίτα είναι η ψυχή όλου του πρότζεκτ. Στόχος μας είναι να πραγματοποιήσουμε ένα συμβολικό “ταξίδι επιστροφής”, παρουσιάζοντας την παράσταση σε όλες τις πόλεις-σταθμούς του ταξιδιού, καταλήγοντας πίσω στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2015.Το εγχείρημα στηρίζεται αποκλειστικά στις δικές μας δυνάμεις", έγραψε στο σημείωμα που μας έστειλε, πριν δύο μήνες, σχεδόν. Το κείμενο που δημοσιεύουμε σήμερα έχει να κάνει με μια επίσκεψη που έκανε στη Γυάρο με την ομάδα του Ματαρόα, κατά την διάρκεια των προβών τους στη Σύρο, μέσα στον Αύγουστο. Πήγαν ως εκεί στα πλαίσια της έρευνας και της μελέτης της δεδομένης εποχής.
Διάβασα κάπου ότι ενίοτε βλέπει τον κόσμο από ψηλά και σίγουρα τον ονειρεύεται αλλιώς. Γι' αυτό δεν το βάζει κάτω.
Γι' αυτό και η παραμικρή δυσκολία θα γίνει καπνός.
(*Οι φωτογραφίες είναι από τη δική του φωτογραφική.)
Χ.Φ
26/8/2014