Από τις 14 Ιουλίου, κάθε μέρα στο σάιτ "ανέβαινε" και ένα κείμενο με τίτλο "Το καλοκαίρι μου". Ρωτούσα "θα ήθελες ή θα θέλατε να γράψετε.." και έστελνα για να 'χουν μια εικόνα της στήλης το "Καλοκαίρι" του κύριου Δεπάστα. Οι απαντήσεις είχαν μέσα τους τις λέξεις "χαρά", "εννοείται", "τέλεια", "ευχαριστώ". Τις φράσεις "μέχρι πότε μπορώ να το στείλω;", "φωτογραφία θες καλοκαιρινή ή οποιαδήποτε;". Τα σημεία στίξης: "Θαυμαστικά, πολλά", "ερωτηματικά, κάμποσα" "καμία τελεία".
Κάθε μέρα έφταναν στο μέιλ μου κείμενα που έλεγες ότι, αν συγκεντρωθούν σ' ένα βιβλιαράκι, δε θα βρεθεί ούτε ένας να φτιάξει αντάξια περίληψή τους στο οπισθόφυλλο. Εικόνες και συναισθήματα από μια μνήμη που μπορεί να νικήσει την άνυδρη συνέχεια του κόσμου. Πολλά παιδιά, πολλή θάλασσα, πολλές φυλαγμένες στιγμές, συναίσθηση, ανάγκη, επιμονή, ευαισθησία, πρόλογοι που στέγνωναν στις λευκές πλάκες μιας κοινής παραλίας χωρίς όνομα, επίλογοι πάνω στις συλλαβές της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, του άχρονου καλού καιρού.
Έλαβα ποιήματα και εθίστηκα. Και καμάρωνα σαν γύφτικο σκερπάνι που μοιραστήκαμε τον ενθουσιασμό.
Δε μελαγχολώ, θα σκεφτώ το επόμενο βήμα. Γιατί τώρα, όσο να' ναι, 47 μέρες συνήθισα..
Ο βράχος στο λιμανάκι του Άη Δημήτρη, πριν 18 χρόνια, ήταν θεόρατος. Πηδούσα από κει και θεωρούσα χρέος μου για 2 ωρίτσες να είμαι η ψωνάρα του χωριού μπας και σκάσουν απο ζήλια τα βουτυρόπαιδα των γερμανών που έμεναν στη βίλα, δίπλα απ΄τον Πύργο του Χρηστέα. Προχθές, στο γάμο της Στέλλας, ο ίδιος βράχος, ο βράχος μου, μου φάνηκε ότι μίκρυνε, κόντυνε, έγινε χαλίκι που τρίβεται. Μωρέ λες; Βγάζω τακούνια και πάω ως εκεί. Πάνω του. Φάση απογείωσης. Αυτή είναι η μόνη στιγμή απ' το φετινό μου καλοκαίρι που θα κρατήσει η μνήμη αδιαμαρτύρητα.
Λέει κάτι για βροχές η ΕΜΥ. Το αντηλιακό δεν έφτασε ούτε στη μέση.
Φθινόπωρο
Υπομονή.