Έχει πολύ ενδιαφέρον να ρωτάς έναν συγγραφέα πώς εμπνευστήκατε το θέμα του έργου σας και αυτός να σου δίνει την απάντηση που δεν περιμένεις. Άλλωστε γι' αυτό είναι συγγραφέας και δεν έχει νόημα να πει κάτι που περιμένεις.
Ο Καταλανός συγγραφέας Ζουζέπ Μαρία Μπενέτ Ζουρνέτ, ο συγγραφέας του έργου «Δύο γυναίκες χορεύουν» έχει πει ότι το συγκεκριμένο έργο το έγραψε κατά τύχη. Είδε μια ηλικιωμένη γυναίκα να κοιτάζει παθιασμένα και να αγοράζει παιδικά κόμικς σε κάποιο μαγαζί με μεταχειρισμένα βιβλία και περιοδικά. Τότε ήταν που σκέφτηκε ότι κάθε άνθρωπος ψάχνει την παιδική ισορροπία, την πρώτη ηλικία κατά την οποία η ζωή γιγαντωνόταν μπροστά σαν μια ιδιαίτερη μορφή αθανασίας.
Και έκατσε και έγραψε. Και προέκυψαν αυτές οι δύο γυναίκες που στην Ελλάδα, είναι μια κοκκινομάλλα και μια καστανομάλλα, η Διαβάτη και η Ματίκα. Στην πανελλήνια πρώτη, οι πρώτες.
Το θέμα της ζωής, της χαράς και του καθαρού νοήματος προσεγγίζεται με τρόπο τέτοιο ώστε το συμπέρασμα να είναι αυτό, το γνωστό, το αποφθεγματικό: Ζήσε χρησιμοποιώντας τα χέρια και την ψυχή σου. Αν αυτά τα τρία μείνουν αμέτοχα, είσαι χαμένος. Δίκαια χαμένος, όχι αδικοχαμένος.
Η παράσταση που εντυπωσίασε κοινό και κριτικούς και που ο ίδιος ο συγγραφέας του έργου την χαρακτήρισε ως «την καλύτερη εκδοχή που είδε ποτέ», ξανασηκώνει αυλαία, από τις 26 Σεπτεμβρίου, σε ένα από τα ατμοσφαιρικότερα θέατρα της Αθήνας. Στο Θέατρο Ιλίσια-Βολανάκη.
Χρ. Φ.