Ο Γιώργος Δεπάστας γνωρίζει τη γερμανική γλώσσα όσο λίγοι. Τον ξεχωρίζω για πολλούς λόγους, αλλά και για έναν ακόμη: γιατί ξέρει να μην αφήνει σιωπηλό το μουσικό κομμάτι της μητρικής του γλώσσας. Τη ζωντάνια και την απλότητά της.
Πριν από 25 χρόνια, όταν γύρισα στην Ελλάδα και ασχολήθηκα με τη μετάφραση, το αντικείμενό μου ήταν μόνο τα μυθιστορήματα. Μου άρεσε να μεταφράζω, αλλά δεν μου άρεσε η τόση σιωπή της δουλειάς μου. Δούλευα μήνες σιωπηλός, διόρθωνα το κείμενο σιωπηλά, εκείνο τυπωνόταν σιωπηλά και περίμενε σιωπηλό σε κάποιο ράφι βιβλιοπωλείου.
Ακόμα κι όταν, διορθώνοντας, το διάβαζα δυνατά για να σπάσω τη σιωπή και να βεβαιωθώ για τη ρευστότητα και τη μουσικότητα του λόγου, η σχέση μας παρέμενε βουβή. Όχι, εγώ ήθελα να ακούω το κείμενο, ήθελα ν’ ακούω κι άλλες φωνές, εκτός από τη δική μου, να το ζωντανεύουν. Έτσι, καταπιάστηκα με τη θεατρική μετάφραση κι άρχισα να απολαμβάνω τη δουλειά μου πολλαπλά: Πρώτα το μοναχικό διάλογο γνωριμίας μου με το έργο, ύστερα τη συνεργασία –ακόμα και τις όποιες διαφωνίες- με το σκηνοθέτη, τις πρώτες αναγνώσεις, τις πρόβες και τέλος την υλοποίησή του πάνω στη σκηνή.
Από τότε έχω μεταφράσει πάνω από 70 θεατρικά έργα, βιώνοντας με το καθένα –δεν υπερβάλλω- μια πραγματική ερωτική σχέση. Έτσι αυτή η δουλειά έγινε αναπόσπαστο μέρος της ζωής μου.
Χρύσα Φωτοπούλου