Ο Δημήτρης Κομνηνός, σκηνοθέτης, αλλά και καλλιτεχνικός διευθυντής του THEATROVICTORIA, μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου και της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, μετράει πολλές επιτυχημένες και βραβευμένες σκηνοθεσίες στο ενεργητικό του. Γνωστός για την ιδιαίτερη θεατρική του προσέγγιση στο θεατρόφιλο κοινό, για την επιμονή και την αγάπη του για το θέατρο στους συνεργάτες του, μπορεί να δηλώνει ότι δεν ανήκει πουθενά, αλλά εγώ νομίζω ότι ανήκει σε μια πολύ σπάνια στις μέρες μας κατηγορία: σε αυτούς που ονειρεύονται ακόμα έναν πολύχρωμο κόσμο.
Κύριε Κομνηνέ, τι περιλαμβάνει το φετινό πρόγραμμα του Victoria;
Φέτος η σεζόν ξεκίνησε δυναμικά για το THEATROVICTORIA με αιχμή του δόρατος τη θεατρική μεταφορά του οσκαρικού «La Strada» του Φελίνι σε σκηνοθεσία του Βασίλη Νικολαΐδη, με τους Κάτια Γέρου, Θανάση Κουρλαμπά και Νίκο Νίκα στους βασικούς ρόλους. Ακολουθούν: το ανατρεπτικό «INTERVIEW» από την ομάδα ΕΜΕΙΣ, σε σκηνοθεσία του Χρήστου Θάνου, που είναι μια συγκλονιστική παράσταση με θέμα την ανεργία, η καμένη μαύρη κωμωδία «FIT» του Νίκι Σίλβερ σε διασκευή και σκηνοθεσία δική μου, ένα έργο που μιλάει με καυστικό τρόπο για όλα, το διάσημο σκηνικό έργο του Χένρι Πέρσελ, η όπερα "Διδώ και Αινείας" - ένα από τα αριστουργήματα του παγκόσμιου λυρικού ρεπερτoρίου - σε σκηνοθεσία του Παναγιώτη Αδάμ με ζωντανή ορχήστρα σε μουσική διεύθυνση του Δημήτρη Βεζύρογλου. Επίσης φιλοξενούμε την παιδική παράσταση «Η κούκλα που είχε 2 μαμάδες» της εταιρίας Λόγω Τέχνης από την ομάδα Vivido βασισμένη στα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την Κιμωλία» και του Αλφόνσο Σάστρε «Η Χαμένη κούκλα» σε σκηνοθεσια του Ακίνδυνου Γκίκα, ενώ ταυτόχρονα βρισκόμαστε σε πρόβες για το έργο «Love KILLS”, μια “θανατηφόρα” κωμωδία του Murray Schisgal σε σκηνοθεσία του Θανάση Τσαλταμπαση που θα ανοίξει τον Ιανουάριο.
Υπάρχει ένας θεματικός άξονας για τα έργα και τις παραγωγές σας;
Από το 2006, που ανέλαβα την καλλιτεχνική διεύθυνση του θεάτρου, τα έργα μας, κωμωδίες και δράματα, είχαν πάντα σαν επίκεντρο τον άνθρωπο στη σύγχρονη κοινωνία. Έχουμε ανεβάσει έργα, από όλες τις γωνιές της δραματουργικής τέχνης, που μιλούν στο σήμερα για το σήμερα, ακόμα κι αν έχουν γραφτεί παλαιότερα.
Εσείς σκηνοθετείτε το " FIT " του Ν. Σίλβερ που είναι ένας πολύ ιδιαίτερος συγγραφέας. Γιατί το επιλέξατε;
Το "FIT" αναδεικνύει την αθέατη πλευρά των πραγμάτων. Μιλάει ευθέως, σκληρά και χωρίς περιττές φιοριτούρες και μασκαρέματα. Μιλάει για το πιο βαθύ μας μυστικό, αυτό που συνήθως προσπαθούμε να κλειδώσουμε στην ντουλάπα. Γιατί οι χαρακτήρες του ζουν και αναπνέουν τον ίδιο ασφυκτικό αέρα με εμάς, πολεμούν και ερωτεύονται, αναζητούν και φοβούνται... Νιώθουν χωρίς να ντρέπονται, απογοητεύονται κι ελπίζουν... Επέλεξα το "FΙΤ" για τη δραματουργικά στέρεα ιστορία του, την ανατρεπτική αφήγησή του, αλλά κυρίως γιατί περιέχει μια προσωπική μου επιθυμία: να δω έναν κόσμο πολύχρωμο, χωρίς ετικέτες, ταμπέλες ή ταμπού. Έναν κόσμο στον οποίο θα κυριαρχεί η αποδοχή και ο αλληλοσεβασμός. Ο Νίκι Σίλβερ, ένας συγγραφέας που θαυμάζω, βάζει επί σκηνής ένα στρέιτ κι ένα gay ζευγάρι - δυο, αν θέλετε, φαινομενικά αντίθετους κόσμους - και μέσα από εξωφρενικές και θεατρικά άκρως ενδιαφέρουσες συνθήκες, αποδεικνύει ότι όλοι εν τέλει βασανιζόμαστε από τα ίδια ερωτήματα, τις ίδιες ανησυχίες, τους ίδιους φόβους κι επιθυμίες.
Σήμερα τα θέατρα, αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες. Εσείς ως παραγωγός πώς τις ξεπερνάτε και συνεχίζετε;
Το να έχει κανείς δικό του θεατρικό χώρο στις μέρες μας ισούται με τρέλα. Τελεία, παράγραφος. Διότι η θεατρική αίθουσα σήμερα είναι «μαγαζάκι γωνία» το οποίο μάλιστα, κατά τη λογική της ισοπεδωτικής πια πολιτείας, υποκρύπτει έσοδα εκατομμυρίων. Κι εδώ γελάνε, διότι δεν είναι έτσι. Το θέατρο σήμερα, στην εποχή της κρίσης, μου θυμίζει μια υπέροχη ατάκα που μου είπε κάποτε ένας φίλος Αμερικάνος ,υψηλόβαθμο στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας: «Αυτό που ζητούν οι Ευρωπαίοι από την Ελλάδα αυτή τη στιγμή μοιάζει σαν να ζητάς από μια ανορεξική κοπέλα να κόψει το φαγητό για να γιατρευτεί». Το θέατρο όμως ούτε πρέπε,ι ούτε θα έπρεπε να διέπεται από τους κανόνες της αγοράς. Το THEATROVICTORIA μπορεί σήμερα να έχει μόνιμο προσωπικό 7 ατόμων, όμως το περιοδικό του προσωπικό κυμαίνεται από 40 έως 50 άτομα ανά σεζόν, ανάλογα τις παραστάσεις. Επομένως, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι η επιβίωσή του είναι άθλος. Κι εδώ οφείλω να πω πως το ελληνικό θέατρο σήμερα το κρατούν οι ηθοποιοί. Οι ηθοποιοί έβαλαν «πλάτες» για να υπάρχουμε οι χώροι. Εργάζονται με το ελάχιστο ωρομίσθιο ένσημο και πληρώνονται με ποσοστά. Δηλαδή παίζει, στο τέλος του μήνα, να μην έχουν να καλύψουν ούτε τις βασικές τους ανάγκες. Απέδειξαν όμως στην πράξη σε ποιους ανήκει δικαιωματικά και αυτονόητα το θέατρο.
Το γεγονός ότι πλέον δεν υπάρχουν επιχορηγήσεις πλέον δυσχεραίνει τα πράγματα...
Προσωπικά, δεν έχω επιχορηγηθεί ποτέ, παρά μόνο από το θεατή που πληρώνει το εισιτήριο. Αυτό με κάνει περήφανο που είμαι με έναν τρόπο «καμικάζι». Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι πρέπει να υπάρχουν οι επιχορηγήσεις. Είναι απόλυτα αναγκαίες. Όμως, είναι επίσης βέβαιο ότι η αλληλεξάρτηση που δημιούργησαν οι οικονομικές δοσοληψίες - με τον αδιαφανή τρόπο που γίνονταν στο παρελθόν – έφτιαξαν «τζάκια» και κατεστημένα. Επομένως, ως ένα βαθμό έπνιγαν ακόμα και αυτή καθεαυτή την καλλιτεχνική έκφραση.
Τελικά μετά από περιπλανήσεις πολλές σε διάφορους χώρους, πώς βρέθηκε το THEATROVICTORIA στο δρόμο σας;
Από νοίκι σε νοίκι κάποια στιγμή ένιωσα σαν εξόριστος στην ίδια μου τη μοίρα. Αποφάσισα λοιπόν να βάλω μια στέγη πάνω από το κεφάλι μου. Δραστηριοποιούμαι στο THEATROVICTORIA από το 2006. Όμως τον Ιούλη του 2008 που αγόρασα την Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «ΟΔΥΣΣΕΙΑ» -ειρωνεία ο τίτλος;- που εκμεταλλεύεται τη θεατρική στέγη «VICTORIA” είχα την απύθμενη τύχη, το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς, να ξεσπάσει η κρίση. Τα όσα «γλέντια» και οι καημοί ακολούθησαν εύκολα θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο θεατρικής παράστασης. Στόχος μας, δικός μου αλλά και της ομάδας μου, είναι να λειτουργούμε με απόλυτα επαγγελματικό τρόπο. Θέλουμε όλες οι παραστάσεις μας, δικές μας ή φιλοξενούμενες, οι συντελεστές και εν γένει η εικόνα μας να είναι αντάξια της τέχνης που λειτουργούμε. Δεν είμαστε super market. Θέλω να έχουν όλοι οι συνεργάτες καλλιτέχνες ισάξια τα εφόδια -στο βαθμό που μας επιτρέπεται- ώστε να πουν αυτό που έχουν να πουν, απρόσκοπτα και χωρίς υποσημειώσεις ή προβλήματα. Δεν είναι ούτε εύκολο, ούτε απλό. Αντιθέτως.
Με την ομάδα σας ακολουθείτε μια πολύ ενδιαφέρουσα, φορμαλιστική, θα έλεγα προσέγγιση. Θέλετε να μας εξηγήσετε τον τρόπο δουλειάς σας;
Όταν σκηνοθετώ δεν έχω τίποτα preset στο μυαλό μου. Είμαι άνθρωπος της ομάδας και οι παραστάσεις μου διαμορφώνονται μέσα από εξαντλητικές πρόβες. Παρ΄όλα αυτά, όλες μου οι παραστάσεις μου διέπονται από μια ιδιότυπη ταχύτητα. Ως παιδί, έζησα τη γέννηση του βίντεοκλιπ, το MTV, την εικονοποίηση της μουσικής με πλάνα που πολλές φορές δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν από ταινίες του Λυντς. Με γοήτευε πάντα η ταχύτητα, διότι μέσα σε αυτή ζούμε και δυστυχώς έχει γίνει πια νόμος στην καθημερινή μας ζωή. Έχει γίνει επίσης κάτι σαν άσπαστος κώδικας μέσα από τον οποίο έχουμε μάθει να.... αδρανούμε. Είναι επομένως το γοητευτικότερο για μένα εργαλείο, για να τεκμηριώσω το ανάποδο: δηλαδή να εντυπώσω σε αργή κίνηση αυτό που συμβαίνει σε γοργή. Να ενεργοποιήσω το θεατή σε κάτι καταιγιστικό, χρησιμοποιώντας γνώριμα σε αυτόν μέσα και να τον εμπλέξω στη δράση του έργου, τόσο κατά τη διάρκεια μιας παράστασης, αλλά ιδίως εκ των υστέρων. Στο σπίτι του.
Θεατρικά είμαι του αμερικάνικου θεάτρου. Έχω γεννηθεί και σπουδάσει στην Αμερική και οι θεατρικές μου καταβολές ήταν αρχικά ο Στράσμπεργκ και η Άντλερ, αλλά πιο πολύ έχω ανακαλύψει ότι συμφωνώ με τον Μάϊζνερ. Επίσης ιδρυτικό μέλος του Actor’s Studio - ο λιγότερο διάσημος – ο οποίος ανάμεσα στα άλλα, είπε κάτι σοφό: "Δανείσου ό,τι θέλεις κι απ΄όπου θέλεις, αρκεί να μιλάς με αλήθεια!"
Το θέατρο Βικτώρια είχε αντιμετωπίσει κάποια προβλήματα στο πρόσφατο παρελθόν. Μάλιστα αν θυμάμαι καλά στην αρχή της σεζόν είχε ανακοινώσει την αναστολή της λειτουργίας του. Πως ξεπεράσατε τα προβλήματα αυτά;
Το THEATROVICTORIA ανακοίνωσε κλείσιμο, γιατί δεν ήθελα να καταφύγω σε κανενός είδος δανεισμού από οποιοδήποτε φορέα. Όμως ακόμα και τότε, όπως και σήμερα, είναι μια υγιής επιχείρηση. Δε χρωστούσαμε, ούτε χρωστάμε ένα ευρώ πουθενά. Απλά δεν αντιστοιχούσαν τα έσοδα με τα ολοένα αυξανόμενα έξοδα. Σώθηκε με απίστευτη δουλειά, υπομονή και λυσσαλέο πείσμα. Δεν παρατάς εύκολα το όνειρό σου. Αρχικά μας έσωσε η πολύ επιτυχημένη παραγωγή της παράστασης “Ο Φίλος μου ο Λευτεράκης”, με την καθοριστική παρέμβαση του ηθοποιού και φίλου Σπύρου Πούλη. Ελπίζω τώρα, και με τη δημιουργία του BLACKBOX, που μοιάζει να έχουμε πάρει μια ανάσα, να καταφέρουμε μια μόνιμη λύση στη βιωσιμότητα του θεάτρου μας.
Πώς βλέπετε το θέατρο στην Ελλάδα;
Αναμφισβήτητα είναι θετική η γιγάντωση του θεάτρου. Μαρτυρά καταρχήν ότι το θέατρο μπορεί να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας μας. Ένα όχημα διαμαρτυρίας, αντίστασης, αλλά και ουσιαστικής επιμόρφωσης. Στον κυκεώνα των γεγονότων που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα, θεωρώ πως το θέατρο δεν έχει καμιά άλλη επιλογή από το να πάρει θέση στα τεκταινόμενα. Άλλες φορές άμεσα και άλλες έμμεσα. Από την άλλη πλευρά, το κοινό έχει μετεξελιχθεί. Είναι περισσότερο σκεπτικό και επιλεκτικό – λόγω ίσως και των περιορισμένων οικονομικών του – γεγονός που εξωθεί τους δημιουργούς στο να γίνουμε πιο ουσιαστικοί. Η ανάγκη αυτή έχει προσελκύσει, και ελπίζω να εδραιώσει, μια νέα θεατρόφιλη γενιά που θα αναδείξει το θέατρο ως μια βασική κοινωνική δραστηριότητα στην καθημερινότητα των κατοίκων μιας μητρόπολης, όπως του αξίζει.
Τι ετοιμάζετε μετά το "FIT";
Το πρώτο βέβαιο που έχω στο μυαλό μου και το επόμενο σκηνοθετικό μου βήμα θα είναι το ανέβασμα της παράστασης που ακυρώθηκε τότε που διανύαμε τις μαύρες μέρες μας. Το «Κυριακάτικο Τραπέζι». Μια παράσταση που θα γεννήσουμε μέσα από αληθινές μαρτυρίες – συνεντεύξεις – και θα δραματοποιήσουμε με την ομάδα μου. Είναι μια ιδέα του φίλου μου, εικαστικού Γιώργου Λυντζέρη – που έχει σχεδιάσει τα σκηνικά και τα κοστούμια σε όλες μου τις παραστάσεις – και θα λαμβάνει χώρα γύρω από την κοινώς αποδεκτή συνθηκη του οικογενειακού εβδομαδιαίου κυριακάτικου τραπεζιού. Είναι μια ιδέα που χτυπάει φλέβα στο κορμό της ελλαδικής πραγματικότητας στο σύνολό της και με συγκινεί. Δηλαδή, αν υποθέσουμε ότι η βάση της κοινωνίας μας είναι οικογενειοκρατική, τότε εύκολα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αν υπάρχει ένα εβδομαδιαίο meeting, αυτό είναι το Κυριακάτικο Τραπέζι.... με πρωταγωνιστή το πιάτο και έδεσμα την καυτή θεματολογία της προσωπικής μας Ιστορίας... Είναι μια φιλόδοξη δουλειά που θα καλύπτει την ιστορική περίοδο των τελευταίων 70 ετών και θα κινηθεί σε όλο το φάσμα της δραματουργικής παλέτας, σε έναν καμβά που χωράει κυριολεκτικά τα πάντα! Έχουμε ήδη ξεκινήσει τις συνεντεύξεις και φιλοδοξούμε να το ανεβάσουμε του χρόνου το χειμώνα με τη νεοσύστατη ομάδα μου – που δεν την έχουμε βαφτίσει ακόμα.
Ως γενικό προγραμματισμό παραγωγών του θεάτρου, επίσης, πρώτο απ΄όλους συζητώ πολύ ενδιαφέρουσες ιδέες με τον σπουδαίο Βασίλη Νικολαΐδη. Επιθυμώ βαθύτατα μια συνέχεια στη πολύ δυνατή συνεργασία που ξεκινήσαμε φέτος.
Ανήκετε τελικά στους αισιόδοξους ή στους απαισιόδοξους;
Δεν ανήκω πουθενά.
Σας ευχαριστώ.
Κι εγώ.
Α.Κ.