Ο Αντώνης Γαλέος σκηνοθετεί τα «Γεγονότα», ένα καινούργιο έργο του Ντέηβιντ Γκρέηγκ, ευαίσθητο μέσα στη σκληρότητά του, που παρουσιάζει όλα τα τραύματα μιας κοινωνίας που δεν μπορεί να κρυφτεί και παλεύει με το χρόνο και την αναμέτρησή της με την αιωνιότητα…
Τι είναι τα Γεγονότα;
Τα Γεγονότα είναι ένα καινούργιο έργο που έγραψε ο Ντέηβιντ Γκρέηγκ, διάσημος συγγραφέας από τη Σκωτία. Ανέβηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου το 2013 και περιόδευσε σε όλη την Αγγλία, καταλήγοντας στο Λονδίνο. Η εφημερίδα Guardian το χαρακτήρισε έργο της χρονιάς ενώ η NewYork Times το προτείνει ως το καλύτερο έργο που παίζεται αυτή τη στιγμή στη Νέα Υόρκη. Αυτό το προκλητικό νέο έργο αναρωτιέται πώς μπορεί κανείς να κατανοήσει το ακατανόητο και να συγχωρέσει τη θηριωδία. Στο κέντρο της ιστορίας βρίσκεται η Κλερ, μια ιερέας που έχει μια χορωδία με μέλη από όλες τις φυλές, γιατί πιστεύει πως με τη δύναμη της μουσικής μπορεί να απαλύνει κάθε διαφορά. Η χορωδία της όμως πέφτει θύμα μαζικής δολοφονίας και η ίδια επιβιώνει σαν από θαύμα. Συγκλονισμένη αναζητεί να καταλάβει πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να κάνει κάτι τόσο ακραίο.
Γιατί κάποια συμβάντα δε μας αφήνουν να προχωρήσουμε;
Η ανάγκη μας να επικοινωνήσουμε με τα άλλα ανθρώπινα όντα μάς ωθεί στο να τα ορίσουμε, χρησιμοποιώντας ως όργανο χαρτογράφησης τη γλώσσα. Ως κοινό μας χώρο θεωρούμε τις εμπειρίες που μοιραζόμαστε, τονχρόνο της συνύπαρξής μας. Όμως το γεγονός ότι μοιραζόμαστε κάποια συμβάντα δε συνεπάγεται ότι τα βιώνουμε με τον ίδιο τρόπο, ούτε καν ότι αυτά τα συμβάντα είναι τα ίδια για όσους υπάρχουν σε αυτά. Τώρα όσο πιο μεγάλα και τραυματικά είναι αυτά τα συμβάντα τείνουμε να θεωρούμε ότι η περιγραφή τους είναι κάτι αντικειμενικό, αλλά αυτό είναι και η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση, μια φενάκη. Και το τραύμα από την ανακολουθία των βιωμάτων, το μυστήριο της εμπειρίας του άλλου, μπορεί να είναι πιο τραυματικό από την ίδια την πληγή. Εδώ έρχεται ο Γκρέγκ και το έργο μας, σε μια στιγμή, όπου η πρωταγωνίστρια δημιουργεί ένα θύλακα στο χρόνο της για να μπορέσει να ανιχνεύσει την πραγματικότητα του ατόμου που της άλλαξε τη ζωή.
Πώς μπορούμε τελικά να αφήσουμε πίσω το παρελθόν και να συγχωρήσουμε;
Υπάρχει μια πορεία προς το ναρκισσισμό και μια άλλη προς την κοινωνία. Η αποδοχή των νόμων, φυσικών και ανθρώπινων, και του συνόλου σε κάνει να αποδέχεσαι τις προσωπικές σου ευαισθησίες, να τις ικανοποιείς και τελικά να συγχωρείς αυτούς που τις καταπατούν.
Στο έργο παρουσιάζεται μια τραυματισμένη κοινωνία…
Είναι μια κοινωνία τραυματισμένη από τους ίδιους τους νόμους που έχει θεσπίσει για να την προστατεύουν, μια κοινωνία τραυματισμένη από την επιθυμία της να υπερβεί τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής της, μια κοινωνία τραυματισμένη από το όνειρο της φιλοσοφίας, την τέχνη της επιβίωσης, την απάτη της υγείας και την πρακτική της αγάπης, μια κοινωνία τραυματισμένη από τον έρωτά της για το χρόνο που μετριέται σε λεπτά και το βιασμό του αιώνιου.
Και πώς γιατρεύεται αυτό το τραύμα;
Με καλούς συνεργάτες και φίλους, αφού λέει ότι ρατσισμός είναι να νιώθεις ασφαλής και δημιουργικός μόνο κοντά σε αγαπημένα σου πρόσωπα.
Γιατί η επικοινωνία είναι τόσο δύσκολη και στο έργο και γενικά;
Στο έργο και ελπίζω και στην παράσταση το δύσκολο είναι να κρυφτείς. Η κάθε σκηνή ξεκινάει και ολοκληρώνεται σε ένα σημείο έντασης ή άρσης, κάτι προηγείται και κάτι έπεται που δεν τον βλέπουμε, αλλά πιάνουμε τους ήρωες ακριβώς στα σημεία που αποκαλύπτουν τα κίνητρα τους, που απογυμνώνονται. Άρα η επικοινωνία είναι τόσο δύσκολη γιατί είναι αληθινή, αυτό που την κάνει πιο αντιμετωπίσιμη είναι η ύπαρξη του σώματος, ότι τελικά πάντα ένα σώμα μιλάει σε ένα άλλο σώμα.
Θα υπάρχει μια χορωδία σε κάθε παράσταση. Ποιος ο ρόλος στη μουσικής στο έργο; Τι εξυπηρετεί το χορωδιακό τραγούδι; Έρχεται σε αντιπαράθεση αυτή η ομαδικότητα με τη μοναξιά των ηρώων;
Η μουσική στο έργο ξεκινάει από τη συνειδητοποίηση της Κλερ ότι ένα χάσμα ευπάθειας χωρίζει τους ανθρώπους στην κοινωνία. Υπάρχουν οι δυνατοί και οι αδύναμοι. Και μέσα της πιστεύει ότι η μουσική είναι ικανοί να γεφυρώσει αυτό το χάσμα με τρόπο παράδοξο, μέσα από την ποικιλία και το χρώμα της φωνής, θα τονιστεί η διαφορετικότητα, οπότε η εξουσία θα αυτο-εξουδετερωθεί. Δομικά τώρα η χρήση της χορωδίας κάνει την παράσταση να επανέλθει στα βασικά του θεάτρου, ένας κύκλος κοινού, κάποιοι τραγουδούν, κάποιοι ακολουθούν τραγουδώντας από μέσα τους, κάποιοι άλλοι θέτουν ερωτήματα, όλοι μαζί βιώνουμε, φανταζόμαστε και πάσχουμε, και περιμένουμε να αλλάξει ο ήλιος που φωτίζει τη ζωή μας.
Κλείνοντας θέλω να πω ένα μέγα-μεγάλο ευχαριστώ στη Θεοδώρα (Τζήμου) και τον Πάνο ( Βλάχο) που με μαθαίνουν κάθε βράδυ ότι στο θέατρο η καρδιά χτυπά πάντα στα σωστά σημεία, αλλά ποτέ όταν την περιμένεις και στους μουσικούς μου, το συνθέτη Μίμη Νικολόπουλο που ξέρει να ανακαλύπτει και να εφευρίσκει άρσεις στα πιο αναπάντεχα σημεία ή πιο απλά να δίνει ζωή εκεί που νομίζεις ότι όλα έχουν σβήσει και τον μεγάλο δάσκαλο Δημήτρη Καραβίτη, που παλεύει υπομονετικά και με αυταπάρνηση να χαρίσει ρυθμό σε ένα στόμα που μπουρδουκλώνεται συνέχεια.
Σε ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ.
Α.Κ.